Παρατηροῦμε στὶς μέρες μας τὰ μαῦρα σύννεφα τῆς «Νέας Ἐποχῆς» νὰ ἐξαπλώνωνται ἀπειλητικά, βυθίζοντας σταδιακὰ τὴν ἀνθρωπότητα στὸ σκοτάδι. Τὰ γνωστά, τοὐλάχιστον σ’ αὐτοὺς ποὺ ἀναζητοῦν τὴν ἀλήθεια, «Πρωτόκολλα τῶν Σοφῶν τῆς Σιὼν» ἔχουν τεθῆ σὲ πλήρη ἐφαρμογή, γεγονὸς ποὺ οὐδεὶς δύναται πλέον νὰ ἀμφισβητήση· ἡ γνησιότης τους, ὅπως ἐν τῇ πράξει ἀποδεικνύεται, εἶναι ἀναμφίλεκτος. Οἱ διεστραμμένοι ἐγκέφαλοι, οἱ ὁποῖοι συνέλαβαν τὴν ἰδέα νὰ καθυποτάξουν τὸν πλανήτη στὴν παντοδυναμία τους, ὄχι φυσικὰ μὲ τὴν προοπτικὴ νὰ ἐγκαθιδρύσουν ἕνα καθεστὼς ἁρμονικῆς συμβιώσεως τῶν λαῶν, ὅπως πολλοὶ ἀφελεῖς πιστεύουν, τρίβουν τὰ χέρια τους ἀπὸ ἱκανοποίησι.
Σθεναρὰ ἀντίστασι στὰ σατανοκίνητα σχέδιά τους προβάλλουν δύο πυλῶνες, ἀρρήκτως συνδεδεμένοι μεταξύ τους. «Ὁ μόνος καὶ βασικὸς ἐχθρός μας εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία καὶ ὁ Ἑλληνισμός!» ἐδήλωσαν τὰ κόμματα τοῦ Ἰσραήλ, ἐν ὄψει ἐθνικῶν ἐκλογῶν, συμφώνως μὲ δημοσίευμα, τῆς 24ης Μαΐου 1992, τῆς ἐφημερίδος «Ἐλευθεροτυπία». Στὸ φύλλο τῆς 5ης Νοεμβρίου 1998 τῆς ἰδίας ἐφημερίδος, ἀνεδημοσιεύθη ἄρθρο τῆς γερμανικῆς ἐπιθεωρήσεως «Die Welt», ἑλληνιστὶ «Ὁ Κόσμος», τὸ ὁποῖο ἀνέφερε τὰ ἑξῆς: Σ’ ὅλη τὴν προεκλογικὴ ἐκστρατεία ποὺ ἔγινε αὐτὸν τὸν καιρὸ στὸ Ἰσραήλ, γιὰ τὶς ἐκλογὲς τῆς περασμένης Τετάρτης, οἱ ὑποψήφιοι πολιτικοὶ καὶ τὰ κόμματα δὲν ἔπαυαν νὰ ἐπαναλαμβάνουν στοὺς ψηφοφόρους: «Μὴ ξεχνιόμαστε. Ὁ ἐχθρός μας δὲν εἶναι οἱ Παλαιστίνιοι. Αὐτοὺς τοὺς ἔχουμε ἀπὸ κάτω. Βασικός μας ἀντίπαλος εἶναι ὁ Ἑλληνισμός!».
Αὐτοὺς τοὺς πυλῶνες ἐπιδιώκουν πάσῃ θυσίᾳ νὰ συντρίψουν οἱ ἐκπρόσωποι τοῦ διεθνοῦς Σιωνισμοῦ, ὅπως ἄλλως τε φαίνεται καὶ ἀπὸ τὶς κατὰ καιροὺς δηλώσεις τους. Διὰ τοῦ λόγου τὸ ἀληθές, παρατίθεται δήλωσις, τὴν ὁποίαν ἔκανε ὁ Γερμανοεβραῖος Σιωνιστὴς Χένρυ Κίσσινγκερ, τὸν Σεπτέμβριο τοῦ 1974, ἀπευθυνόμενος σὲ ἀκροατήριο ἐπιχειρηματιῶν στὴν Οὐάσιγκτων:
«Οἱ Ἕλληνες εἶναι ἀναρχικοὶ καὶ εἶναι δύσκολο νὰ ἐξημερωθοῦν. Γι’ αὐτὸν τὸν λόγο πρέπει νὰ κτυπήσουμε βαθειὰ στὶς πολιτιστικές τους ρίζες. Ἴσως τότε μπορέσουμε νὰ τοὺς ἀναγκάσουμε νὰ προσαρμοσθοῦν. Ἐννοῶ, φυσικά, νὰ κτυπήσουμε τὴν γλῶσσα τους, τὴν θρησκεία τους, τὰ πολιτιστικὰ καὶ ἱστορικά τους ἀποθέματα, ἔτσι ὥστε νὰ μπορέσουμε νὰ ἐξουδετερώσουμε τὴν ἱκανότητά τους νὰ ἀναπτύσσωνται, νὰ διακρίνωνται ἢ νὰ ἐπικρατοῦν· μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο, θὰ τοὺς ἀφαιρέσουμε τὴν δυνατότητα νὰ στέκωνται ἐμπόδιο στὰ ζωτικῆς σημασίας στρατηγικά μας σχέδια στὰ Βαλκάνια, στὴν Μεσόγειο καὶ στὴν Μέση Ἀνατολή».
Παρὰ τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ ἴδιος ἠρνήθη τὴν παραπάνω δήλωσι, δὲν εἶναι ἐν τούτοις δύσκολο νὰ διαπιστώση κανεὶς τὴν γνησιότητά της ἀπὸ τὰ ἀποτελέσματα. Εἶναι πολλὰ καὶ ὕπουλα τὰ κτυπήματα ποὺ δέχθηκε, πράγματι, ἡ γλῶσσα μας, ἰδιαιτέρως κατὰ τὴν τελευταία τριακονταετία, μὲ τὴν κατάργησι τῆς καθαρευούσης, τὴν ἐπιβολὴ τοῦ ἀπνευματίστου (κυριολεκτικῶς καὶ μεταφορικῶς) μονοτονικοῦ, τὴν κατάργησι τῆς ἐτυμολογίας καὶ τὴν ἀλλοίωσι τῆς ὀρθογραφίας καὶ τῶν κανόνων γραμματικῆς. Ποῖος ἐξ ἡμῶν μπορεῖ νὰ ἀμφισβητήση καὶ τὶς ἀνίερες ἐπιθέσεις κατὰ τῆς Ὀρθοδοξίας; Ἡ κατάργησις τοῦ θρησκεύματος ἀπὸ τὶς ταυτότητες, τὰ «ἐκκλησιαστικὰ σκάνδαλα», οἱ προσεγγίσεις μὲ τοὺς αἱρετικούς, ἡ ἀμφισβήτησις τοῦ «Κρυφοῦ Σχολειοῦ» καὶ τῆς συμβολῆς τοῦ κλήρου στὴν Ἐθνικὴ Παλιγγενεσία, ἡ κατάργησις τῆς ἐξομολογήσεως στὰ σχολεῖα, τὰ βλάσφημα βιβλία καὶ παραστάσεις (ὅπως ἡ βλάσφημη καὶ προσβλητικὴ γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία ρὸκ ὄπερα «Jesus Christ Superstar», ποὺ παίχθηκε πρὸ ἡμερῶν στὸ Γουδί καὶ τὴν ὁποίαν πολλοὶ ἔσπευσαν νὰ «ἀπολαύσουν»), εἶναι μερικὰ μόνον ἀπὸ τὰ πλήγματα ποὺ δέχθηκε καὶ ἐξακολουθεῖ νὰ δέχεται ἡ πίστις μας. Τὰ κτυπήματα βεβαίως κατὰ τοῦ πολιτισμοῦ καὶ τῆς ἱστορίας μας δὲν ὑστεροῦν οὔτε σὲ ἀριθμὸ οὔτε σὲ ἔντασι συγκρινόμενα μὲ τὰ προαναφερθέντα. Τρανὴ ἀπόδειξις οἱ νεώτερες γενιές, τὸ μέλλον τῆς πατρίδος μας, οἱ ὁποῖες, ἀποκεκομμένες σχεδὸν ἀπὸ τὶς ρίζες τους καὶ στερημένες ἀπὸ τὶς διαχρονικὲς ἑλληνορθόδοξες ἀξίες, δίχως ἰδανικὰ καὶ φρόνημα, ὡδηγήθηκαν στὰ σκληρὰ ποτά, στὰ ναρκωτικὰ καὶ στὴν ἀκολασία, ἀποτελῶντας πλέον εὔκολη λεία στὶς ὀρέξεις τῆς «Νέας Τάξεως».
Τὸ ἐρώτημα ποὺ εὐλόγως ἀνακύπτει εἶναι τὸ ἑξῆς: Εἶναι διατεθειμένες ἡ Διοικοῦσα Ἐκκλησία καὶ ἡ Πολιτεία, ὑπὸ τὶς παροῦσες συνθῆκες, νὰ ὀρθώσουν τὸ ἀνάστημά τους ἔναντι αὐτῶν ποὺ ἐπιβουλεύονται τὴν Ὀρθοδοξία καὶ τὸν Ἑλληνισμό; Ἡ ἀπάντησις εἶναι, δυστυχῶς, ἀρνητική!
Συνεπῶς, ἡ εὐθύνη τῆς προασπίσεως τῶν ἱερῶν καὶ τῶν ὀσίων τῆς φυλῆς μας μετατίθεται σ’ ὅλους ἐμᾶς. Καὶ ἂν ὄχι ὅλοι μας, τοὐλάχιστον κάποιοι πρέπει νὰ ἀντιστέκωνται! Θὰ ἀναρωτηθῆ κάποιος: «Πόσοι χρειάζονται;» Κατὰ τὴν ταπεινή μου γνώμη, ἀκόμη καὶ ἕνας ἀρκεῖ γιὰ νὰ ἀφυπνίση τοὺς πολλούς. Διότι ὅσο θὰ ὑπάρχη ἔστω καὶ ἕνας γνήσιος ὀρθόδοξος Ἕλλην, θὰ ὑπάρχη καὶ Ὀρθοδοξία καὶ Ἑλληνισμός· καὶ οἱ ζωογόνες ἀκτῖνες τους θὰ συνεχίσουν νὰ φωτίζουν αὐτὰ τὰ ἁγιασμένα χώματα καὶ νὰ γεννοῦν ἐλπίδα γιὰ τὸ αὔριο!
Σθεναρὰ ἀντίστασι στὰ σατανοκίνητα σχέδιά τους προβάλλουν δύο πυλῶνες, ἀρρήκτως συνδεδεμένοι μεταξύ τους. «Ὁ μόνος καὶ βασικὸς ἐχθρός μας εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία καὶ ὁ Ἑλληνισμός!» ἐδήλωσαν τὰ κόμματα τοῦ Ἰσραήλ, ἐν ὄψει ἐθνικῶν ἐκλογῶν, συμφώνως μὲ δημοσίευμα, τῆς 24ης Μαΐου 1992, τῆς ἐφημερίδος «Ἐλευθεροτυπία». Στὸ φύλλο τῆς 5ης Νοεμβρίου 1998 τῆς ἰδίας ἐφημερίδος, ἀνεδημοσιεύθη ἄρθρο τῆς γερμανικῆς ἐπιθεωρήσεως «Die Welt», ἑλληνιστὶ «Ὁ Κόσμος», τὸ ὁποῖο ἀνέφερε τὰ ἑξῆς: Σ’ ὅλη τὴν προεκλογικὴ ἐκστρατεία ποὺ ἔγινε αὐτὸν τὸν καιρὸ στὸ Ἰσραήλ, γιὰ τὶς ἐκλογὲς τῆς περασμένης Τετάρτης, οἱ ὑποψήφιοι πολιτικοὶ καὶ τὰ κόμματα δὲν ἔπαυαν νὰ ἐπαναλαμβάνουν στοὺς ψηφοφόρους: «Μὴ ξεχνιόμαστε. Ὁ ἐχθρός μας δὲν εἶναι οἱ Παλαιστίνιοι. Αὐτοὺς τοὺς ἔχουμε ἀπὸ κάτω. Βασικός μας ἀντίπαλος εἶναι ὁ Ἑλληνισμός!».
Αὐτοὺς τοὺς πυλῶνες ἐπιδιώκουν πάσῃ θυσίᾳ νὰ συντρίψουν οἱ ἐκπρόσωποι τοῦ διεθνοῦς Σιωνισμοῦ, ὅπως ἄλλως τε φαίνεται καὶ ἀπὸ τὶς κατὰ καιροὺς δηλώσεις τους. Διὰ τοῦ λόγου τὸ ἀληθές, παρατίθεται δήλωσις, τὴν ὁποίαν ἔκανε ὁ Γερμανοεβραῖος Σιωνιστὴς Χένρυ Κίσσινγκερ, τὸν Σεπτέμβριο τοῦ 1974, ἀπευθυνόμενος σὲ ἀκροατήριο ἐπιχειρηματιῶν στὴν Οὐάσιγκτων:
«Οἱ Ἕλληνες εἶναι ἀναρχικοὶ καὶ εἶναι δύσκολο νὰ ἐξημερωθοῦν. Γι’ αὐτὸν τὸν λόγο πρέπει νὰ κτυπήσουμε βαθειὰ στὶς πολιτιστικές τους ρίζες. Ἴσως τότε μπορέσουμε νὰ τοὺς ἀναγκάσουμε νὰ προσαρμοσθοῦν. Ἐννοῶ, φυσικά, νὰ κτυπήσουμε τὴν γλῶσσα τους, τὴν θρησκεία τους, τὰ πολιτιστικὰ καὶ ἱστορικά τους ἀποθέματα, ἔτσι ὥστε νὰ μπορέσουμε νὰ ἐξουδετερώσουμε τὴν ἱκανότητά τους νὰ ἀναπτύσσωνται, νὰ διακρίνωνται ἢ νὰ ἐπικρατοῦν· μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο, θὰ τοὺς ἀφαιρέσουμε τὴν δυνατότητα νὰ στέκωνται ἐμπόδιο στὰ ζωτικῆς σημασίας στρατηγικά μας σχέδια στὰ Βαλκάνια, στὴν Μεσόγειο καὶ στὴν Μέση Ἀνατολή».
Παρὰ τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ ἴδιος ἠρνήθη τὴν παραπάνω δήλωσι, δὲν εἶναι ἐν τούτοις δύσκολο νὰ διαπιστώση κανεὶς τὴν γνησιότητά της ἀπὸ τὰ ἀποτελέσματα. Εἶναι πολλὰ καὶ ὕπουλα τὰ κτυπήματα ποὺ δέχθηκε, πράγματι, ἡ γλῶσσα μας, ἰδιαιτέρως κατὰ τὴν τελευταία τριακονταετία, μὲ τὴν κατάργησι τῆς καθαρευούσης, τὴν ἐπιβολὴ τοῦ ἀπνευματίστου (κυριολεκτικῶς καὶ μεταφορικῶς) μονοτονικοῦ, τὴν κατάργησι τῆς ἐτυμολογίας καὶ τὴν ἀλλοίωσι τῆς ὀρθογραφίας καὶ τῶν κανόνων γραμματικῆς. Ποῖος ἐξ ἡμῶν μπορεῖ νὰ ἀμφισβητήση καὶ τὶς ἀνίερες ἐπιθέσεις κατὰ τῆς Ὀρθοδοξίας; Ἡ κατάργησις τοῦ θρησκεύματος ἀπὸ τὶς ταυτότητες, τὰ «ἐκκλησιαστικὰ σκάνδαλα», οἱ προσεγγίσεις μὲ τοὺς αἱρετικούς, ἡ ἀμφισβήτησις τοῦ «Κρυφοῦ Σχολειοῦ» καὶ τῆς συμβολῆς τοῦ κλήρου στὴν Ἐθνικὴ Παλιγγενεσία, ἡ κατάργησις τῆς ἐξομολογήσεως στὰ σχολεῖα, τὰ βλάσφημα βιβλία καὶ παραστάσεις (ὅπως ἡ βλάσφημη καὶ προσβλητικὴ γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία ρὸκ ὄπερα «Jesus Christ Superstar», ποὺ παίχθηκε πρὸ ἡμερῶν στὸ Γουδί καὶ τὴν ὁποίαν πολλοὶ ἔσπευσαν νὰ «ἀπολαύσουν»), εἶναι μερικὰ μόνον ἀπὸ τὰ πλήγματα ποὺ δέχθηκε καὶ ἐξακολουθεῖ νὰ δέχεται ἡ πίστις μας. Τὰ κτυπήματα βεβαίως κατὰ τοῦ πολιτισμοῦ καὶ τῆς ἱστορίας μας δὲν ὑστεροῦν οὔτε σὲ ἀριθμὸ οὔτε σὲ ἔντασι συγκρινόμενα μὲ τὰ προαναφερθέντα. Τρανὴ ἀπόδειξις οἱ νεώτερες γενιές, τὸ μέλλον τῆς πατρίδος μας, οἱ ὁποῖες, ἀποκεκομμένες σχεδὸν ἀπὸ τὶς ρίζες τους καὶ στερημένες ἀπὸ τὶς διαχρονικὲς ἑλληνορθόδοξες ἀξίες, δίχως ἰδανικὰ καὶ φρόνημα, ὡδηγήθηκαν στὰ σκληρὰ ποτά, στὰ ναρκωτικὰ καὶ στὴν ἀκολασία, ἀποτελῶντας πλέον εὔκολη λεία στὶς ὀρέξεις τῆς «Νέας Τάξεως».
Τὸ ἐρώτημα ποὺ εὐλόγως ἀνακύπτει εἶναι τὸ ἑξῆς: Εἶναι διατεθειμένες ἡ Διοικοῦσα Ἐκκλησία καὶ ἡ Πολιτεία, ὑπὸ τὶς παροῦσες συνθῆκες, νὰ ὀρθώσουν τὸ ἀνάστημά τους ἔναντι αὐτῶν ποὺ ἐπιβουλεύονται τὴν Ὀρθοδοξία καὶ τὸν Ἑλληνισμό; Ἡ ἀπάντησις εἶναι, δυστυχῶς, ἀρνητική!
Συνεπῶς, ἡ εὐθύνη τῆς προασπίσεως τῶν ἱερῶν καὶ τῶν ὀσίων τῆς φυλῆς μας μετατίθεται σ’ ὅλους ἐμᾶς. Καὶ ἂν ὄχι ὅλοι μας, τοὐλάχιστον κάποιοι πρέπει νὰ ἀντιστέκωνται! Θὰ ἀναρωτηθῆ κάποιος: «Πόσοι χρειάζονται;» Κατὰ τὴν ταπεινή μου γνώμη, ἀκόμη καὶ ἕνας ἀρκεῖ γιὰ νὰ ἀφυπνίση τοὺς πολλούς. Διότι ὅσο θὰ ὑπάρχη ἔστω καὶ ἕνας γνήσιος ὀρθόδοξος Ἕλλην, θὰ ὑπάρχη καὶ Ὀρθοδοξία καὶ Ἑλληνισμός· καὶ οἱ ζωογόνες ἀκτῖνες τους θὰ συνεχίσουν νὰ φωτίζουν αὐτὰ τὰ ἁγιασμένα χώματα καὶ νὰ γεννοῦν ἐλπίδα γιὰ τὸ αὔριο!
* Ἀναδημοσίευσις ἀπὸ τὴν ἐφημερίδα «'Ορθόδοξος Τύπος»