τοῦ Γιάννη Τριάντη
«Δὲν πάει πιὰ μέσα ἀπ’ τὶς λέξεις ἡ ὑπόθεσις», θὰ μποροῦσε νὰ πῆ καὶ σήμερα ὁ Νῖκος Καροῦζος, ὁ μέγας αὐτὸς ποιητὴς τοῦ τ(ρ)όπου μας… Εἰδικῶς σήμερα. Μὲ τὴν πατρίδα γονατισμένη καὶ τὸ μέλλον σκοτεινό.
Ὄχι, δὲν πάει ἄλλο μὲ τὶς ἄσαρκες λέξεις, τὴν παραπειστικὴ φλυαρία, τὶς ζαχαρωμένες ἐκφράσεις καὶ τὴν καλοδουλεμένη προπαγάνδα ποὺ φιλοτεχνεῖ μία εἰκονικὴ πραγματικότητα… Ὄχι, δὲν πάει ἄλλο. Ἡ πικρὴ πατρίδα δὲν ἀντέχει…
Δὲν ἀντέχονται πιὰ τὰ χυδαῖα ψέμματα καὶ οἱ ὀδυνηρὲς ἀποκρύψεις. Τὴν ὥρα ποὺ ἡ πατρίδα ἀσπαίρει σὰν ψάρι καὶ ἀκούγεται ὁ ἐπιθανάτιος ρόγχος της, δὲν ἀντέχονται οἱ ἀνόητες βιντεοδρομίες γιὰ τὸ βάρος τῶν εὐθυνῶν ποὺ ἔχουν οἱ θύτες. Οἱ εὐθῦνες εἶναι κοινές, αὐταπόδεικτες καὶ βαρειές. Ἀπὸ τότε ποὺ κορόϊδευαν τὸν κόσμο μὲ τοὺς ἀπατηλοὺς ρυθμοὺς ἀναπτύξεως, τὰ χρυσοφόρα χρηματιστήρια (γιὰ λίγους), τὴν δῆθεν εὐτοπία τῆς ΟΝΕ, τὴν ζοφερὴ ἀκρίβεια ποὺ ἀκολούθησε. (Μία σοκολάτα πῆγε στὶς πεντακόσιες δραχμές, ὦ ἄθλιοι. Κι ἕνα σουβλάκι στὶς ἑπτακόσιες…)
Οἱ εὐθῦνες εἶναι συγκεκριμένες. Ἀπὸ τότε ποὺ μαγείρευαν τὰ στοιχεῖα καὶ τὶς στατιστικὲς γιὰ νὰ μποῦμε μὲ ψέμματα στὴν ΟΝΕ. Ἀπὸ τότε ποὺ παρέδιδαν τὴν χώρα στὸ ἔλεος τῶν ἐργολάβων, ἐμφανίζοντας μία χώρα-μακέτα ποὺ δὲν εἶχε καμμία σχέση μὲ τὴν πραγματικότητα. Ἀπὸ τότε ποὺ μετέβαλαν τὴν ἐπαρχία σὲ ἔρημο πετῶντας ἕνα κομμάτι ἐπιδοτήσεων στοὺς ἀγρότες, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ μαραθῆ ὁ τόπος καὶ νὰ μηδενιστῆ ἡ προοπτική της ἑλληνικῆς γεωργίας…
Οἱ εὐθῦνες εἶναι αὐταπόδεικτες. Ἀπὸ τότε ποὺ τὸ κομπολόϊ τῶν ψευδῶν καὶ τῶν ψευδαισθήσεων πέρασε ἀπὸ τὰ χέρια τῶν «ἐκσυγχρονιστῶν» στὰ χέρια τῶν «μεταρρυθμιστῶν». Λόγια, ψέμματα καὶ θάνατος. Ἕνα καλοκατασκευασμένο τίποτε –μὲ ἐξαίρεσι τρεῖς φωτεινὲς στιγμὲς (ἀγωγός, βέτο στὸ Βουκουρέστι καὶ ἄνοιγμα στὴν Κίνα)– ποὺ παρέδωσε τὴν χώρα ἡμιθανῆ σὲ πιὸ ἀδίστακτους ψεῦτες, σὲ ἀνθρώπους τὸ ἴδιο ἀνίκανους, φλύαρους, μονόφθαλμους, ἀπροετοίμαστους, ἐρασιτέχνες τῆς συμφορᾶς καὶ ἐπαγγελματίες τῆς προπαγάνδας…
Ἡ πικρὴ πατρίδα μοιάζει μὲ τρομοκρατημένη κοινότητα ἀπελπισμένων καὶ οἱ θύτες δίνουν ἀμέριμνοι ρεσιτὰλ ἐξυπνακισμῶν, ταΐζοντας τὸ πόπολο μὲ Ἐξεταστικὲς Ἐπιτροπὲς καὶ μικροπολιτικὲς ἁψιμαχίες τῆς αἰσχίστης ὑποστάθμης… Συνήθισαν οἱ μάστορες τῆς παραπολιτικῆς: γιὰ νὰ κρύψουν τὴν γύμνια τῆς πολιτικῆς τους, ἐπιστρατεύουν τὸν ἀποπροσανατολισμό. Γιὰ νὰ ἀποσείσουν τὶς δικές τους εὐθῦνες, μηρυκάζουν μισὲς ἀλήθειες καὶ χιλιάδες ψέμματα. Γιὰ νὰ ἀποκρύψουν τὴν ζοφώδη προοπτική, γυμνάζουν τὶς λέξεις καὶ τὶς χρησιμοποιοῦν σὰν τὶς μαϊμοῦδες στὸ τσίρκο… Ἀδίστακτοι, ἀσύστολοι, ἐμμανεῖς τῆς δολιότητος καὶ τῶν ἀπατηλῶν ἐντυπώσεων…
Ἡ πικρὴ πατρίδα μετεωρίζεται στὸ κενό, ξοδεμένη, σπαταλημένη καὶ παντέρημη, κι ἐκεῖνοι –κυβερνῶντες καὶ ἐπίδοξοι διάδοχοί τους– ἀσχολοῦνται μὲ τὸ ὑπογένειο τοῦ Τατούλη καὶ τὴν φρεσκάδα (κονσέρβας) τοῦ Κικίλια. Μὲ τὸ χρῶμα τοῦ χάρτη στὴν Κάτω Ραχούλα καὶ τήν… κρίσιμη γιὰ τὴν ἐπιβίωσι τῆς χώρας ἐκλογὴ τοῦ Μπουτάρη ἢ τοῦ Γκιουλέκα στὴν Θεσσαλονίκη… Κι ἀπὸ κοντά, ἀσθμαίνοντες, μύωπες, μίζεροι καὶ σταθερὰ ἀλαζόνες οἱ σταθμάρχες τῆς Ἀριστερᾶς, ποὺ νομίζουν ὅτι ὁ κόσμος κρέμεται ἀπὸ τὸ στόμα τοῦ Ἀλαβάνου καὶ τοῦ Κουβέλη, τοῦ Παφίλη καὶ τοῦ Μητρόπουλου. Τραγικὰ μαγαζάκια, δίχως πελάτες, σὲ παραλία τοῦ θέρους, τὴν ὥρα ποὺ μαίνεται χειμώνας βαρύς…
Ἡ πικρὴ πατρίδα πένεται καὶ τρομαγμένη συλλογιέται τί θὰ ἀπομείνη ἀπὸ τὰ τιμαλφῆ της κι ἐκεῖνοι ξεπουλᾶνε τὰ πάντα σὲ τιμὴ εὐκαιρίας, ὅπως τὴν ὁρίζουν οἱ πάτρωνες ποὺ ἔχουν ἐπιπέσει σὰν τὰ κοράκια. Ἐκεῖνο τὸ παλιὸ ποὺ κυκλοφοροῦσε σὰν σαρκαστικὸ ἀνέκδοτο (ὅτι ἐνδέχεται νὰ βγάλουν στὸ σφυρὶ ἀκόμη καὶ τὴν Ἀκρόπολη) ἀποκτᾶ ὄψι τρομακτικῆς πραγματικότητος. Τίποτε δὲν ἀποκλείεται πιά. Οὔτε καὶ ἡ Ἀκρόπολις… Τὸ κουρδισμένο μυαλό τους τείνει νὰ μεταβάλη τὸ ἀδιανόητο σὲ ἐπικείμενο ἐφιάλτη. Καὶ τὴν χώρα σ’ ἕνα ἀπέραντο νεκροτομεῖο ἐκποιημένων σωμάτων. (Τί ἄλλο παρὰ νεκρὰ σώματα γιὰ τὴν Ἑλλάδα καὶ τοὺς Ἕλληνες, θὰ εἶναι ἕνας ΟΣΕ στοὺς ξένους, τὰ Ταχυδρομεῖα στοὺς ξένους, ἡ Ἐνέργεια στοὺς ξένους καὶ στοὺς ἰδιῶτες καὶ ὅ,τι παράγει ἢ δύναται νὰ ἀξιοποιηθῆ, νὰ ἐκποιῆται κοψοχρονιὰ στοὺς ξένους;)…
Ἡ πικρὴ πατρίδα χάνει τὰ τιμαλφῆ της καὶ ἀγωνιᾷ γιὰ τὴν ἀκεραιότητα τῆς ἐπικρατείας της (ἱστορική, μὲ τὴν ἀμφισβήτησι ἱστορικῶν δικαίων, ἀλλὰ καὶ ἐδαφικὴ) καὶ ἐκεῖνοι χαριεντίζονται μὲ τὸν Ἐρντογὰν καὶ τοὺς ἐπικυριάρχους ποὺ τὸν ἔχουν ὑπὸ τὴν προστασία τους… Γιὰ ὅσους δὲν πείθονται, καὶ ἐνδεχομένως θεωροῦν κινδυνολογικὰ παραμύθια τὰ ὡς ἄνω, ἰδοῦ τί εἶπε μόλις προχθὲς ὁ σύμβουλος τοῦ Τούρκου πρωθυπουργοῦ Ἰμπραΐμ Καλὶν (στὸν Πέτρο Παπακωνσταντίνου τῆς «Καθημερινῆς») ὅταν ρωτήθηκε ἂν εἶναι δίκαιη γιὰ τὴν Ἑλλάδα ἡ ἀπόσυρσις τοῦ casus belli ἀπὸ τὴν Τουρκία μὲ τὴν ταυτόχρονη παραίτησι τῆς Ἑλλάδος ἀπὸ τὸ δικαίωμά της, βάσει τοῦ διεθνοῦς δικαίου, νὰ ἐπεκτείνη τὰ χωρικά της ὕδατα σὲ 12 μίλια: «Εἶναι δίκαιη, διότι τὸ οὐσιαστικὸ ζήτημα, ἂν διευρύνουμε τὸν ὁρίζοντα τοῦ προβληματισμοῦ μας, εἶναι πῶς θὰ μοιραστοῦμε τὸ Αἰγαῖο, τὴν Ἀνατολικὴ Μεσόγειο, γιὰ νὰ δοῦμε ὅλα τὰ ἄλλα ζητήματα –ἐμπόριο, μετανάστευσι, πάλη κατὰ τῆς τρομοκρατίας κ.λπ.– ὡς μέρος μίας συνολικῆς διευθετήσεως»… Σοφὸν τὸ σαφές. Καὶ ὅσοι νομίζουν ὅτι αὐτὰ ποὺ εἶπε ὁ Καλὶν ὑπάρχουν μονάχα στὸ μυαλὸ τῆς Τουρκίας, σύντομα θὰ διαπιστώσουν ὅτι πλανῶνται…
Ἡ πικρὴ πατρίδα λοιπόν. Ποὺ αἱμορραγεῖ καὶ σφαδάζει. Ποὺ κραυγάζει, ὀδυνᾶται καὶ βυθίζεται στὴν κατάθλιψι. Ποὺ βλέπει τὰ παιδιά της νὰ βρίσκωνται στὰ πρόθυρα μίας νέας, ὀδυνηρῆς μεταναστεύσεως… Ἡ πικρὴ πατρίδα. Γεμάτη χωματερὲς σκουπιδιῶν καὶ ἰδεῶν. Ἀμήχανη, ἔντρομη καὶ μελαγχολική. Μὲ μία πρωτεύουσα-κόλασι, πόλι φρυγμένη καὶ φρικτή, ποὺ ἔχει ἐγκλωβίσει μέσα της θανάσιμα γηγενεῖς καὶ μετανάστες. Μὲ διανοουμένους ποὺ ζοῦν μὲ κρατικὲς ἐπιδοτήσεις, μὲ τὰ μήντια νὰ τρίζουν, ἀλλὰ ἐκθύμως νὰ στηρίζουν τοὺς προύχοντες καὶ τοὺς καθεστωτικοὺς καὶ νὰ μάχωνται ὁ,τιδήποτε ἐνίσταται, ἀνθίσταται, ἀντιδρᾷ καὶ ἐξεγείρεται… Ἡ πικρὴ πατρίδα «Μὲ τὸ φῶς σπασμένο», λεηλατημένο, ποὺ ντρέπεται νὰ ἀρθρώση τὴν λέξι «πατρίδα» καὶ νὰ ψελλίση τὴν λέξι «ἔθνος» διότι στὴν μία γωνία καιροφυλακτοῦν οἱ εἰσαγγελεῖς τοῦ «ἀντιεθνικισμοῦ» καὶ στὴν ἄλλη ἐνεδρεύουν οἱ μελανοχιτῶνες τῆς ἀφασίας, ἕτοιμοι νὰ οἰκειοποιηθοῦν εὔλογες ἀγωνίες καὶ συκοφαντημένα «γιατί»…
Ἡ πικρὴ πατρίδα, «ἡ χώρα ποὺ παιδεύει τὰ δροσερὰ Ἑλληνόπουλα καὶ ἀνεμίζει τοὺς ἀμέτρητους γραικύλους», ποὺ ἔλεγε ὁ ἀείμνηστος Καροῦζος…
ΥΓ. Τί σημασία ἔχει ἂν ἡ Ἑλλάδα, μία χώρα-πειραματόζωο, θὰ συνεχίση νὰ ζῆ μία ἐλεγχόμενη χρεωκοπία ἢ θὰ ἀποφύγη τὴν ὁριστικὴ κατάρρευσι, ἐπιτηρουμένη σκληρὰ ἀπὸ τοὺς ἐσωτερικοὺς καὶ ἔξωθεν δυνάστες της; Ἡ χώρα εἶναι χρεωκοπημένη μέσα της, στὰ μύχια. Καὶ μόνο μ’ ἕνα θαῦμα θὰ σωθῆ. Θαῦμα λαϊκό, ἀκαθοδήγητο, ἀνέλεγκτο καὶ πυρφόρο.
«Δὲν πάει πιὰ μέσα ἀπ’ τὶς λέξεις ἡ ὑπόθεσις», θὰ μποροῦσε νὰ πῆ καὶ σήμερα ὁ Νῖκος Καροῦζος, ὁ μέγας αὐτὸς ποιητὴς τοῦ τ(ρ)όπου μας… Εἰδικῶς σήμερα. Μὲ τὴν πατρίδα γονατισμένη καὶ τὸ μέλλον σκοτεινό.
Ὄχι, δὲν πάει ἄλλο μὲ τὶς ἄσαρκες λέξεις, τὴν παραπειστικὴ φλυαρία, τὶς ζαχαρωμένες ἐκφράσεις καὶ τὴν καλοδουλεμένη προπαγάνδα ποὺ φιλοτεχνεῖ μία εἰκονικὴ πραγματικότητα… Ὄχι, δὲν πάει ἄλλο. Ἡ πικρὴ πατρίδα δὲν ἀντέχει…
Δὲν ἀντέχονται πιὰ τὰ χυδαῖα ψέμματα καὶ οἱ ὀδυνηρὲς ἀποκρύψεις. Τὴν ὥρα ποὺ ἡ πατρίδα ἀσπαίρει σὰν ψάρι καὶ ἀκούγεται ὁ ἐπιθανάτιος ρόγχος της, δὲν ἀντέχονται οἱ ἀνόητες βιντεοδρομίες γιὰ τὸ βάρος τῶν εὐθυνῶν ποὺ ἔχουν οἱ θύτες. Οἱ εὐθῦνες εἶναι κοινές, αὐταπόδεικτες καὶ βαρειές. Ἀπὸ τότε ποὺ κορόϊδευαν τὸν κόσμο μὲ τοὺς ἀπατηλοὺς ρυθμοὺς ἀναπτύξεως, τὰ χρυσοφόρα χρηματιστήρια (γιὰ λίγους), τὴν δῆθεν εὐτοπία τῆς ΟΝΕ, τὴν ζοφερὴ ἀκρίβεια ποὺ ἀκολούθησε. (Μία σοκολάτα πῆγε στὶς πεντακόσιες δραχμές, ὦ ἄθλιοι. Κι ἕνα σουβλάκι στὶς ἑπτακόσιες…)
Οἱ εὐθῦνες εἶναι συγκεκριμένες. Ἀπὸ τότε ποὺ μαγείρευαν τὰ στοιχεῖα καὶ τὶς στατιστικὲς γιὰ νὰ μποῦμε μὲ ψέμματα στὴν ΟΝΕ. Ἀπὸ τότε ποὺ παρέδιδαν τὴν χώρα στὸ ἔλεος τῶν ἐργολάβων, ἐμφανίζοντας μία χώρα-μακέτα ποὺ δὲν εἶχε καμμία σχέση μὲ τὴν πραγματικότητα. Ἀπὸ τότε ποὺ μετέβαλαν τὴν ἐπαρχία σὲ ἔρημο πετῶντας ἕνα κομμάτι ἐπιδοτήσεων στοὺς ἀγρότες, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ μαραθῆ ὁ τόπος καὶ νὰ μηδενιστῆ ἡ προοπτική της ἑλληνικῆς γεωργίας…
Οἱ εὐθῦνες εἶναι αὐταπόδεικτες. Ἀπὸ τότε ποὺ τὸ κομπολόϊ τῶν ψευδῶν καὶ τῶν ψευδαισθήσεων πέρασε ἀπὸ τὰ χέρια τῶν «ἐκσυγχρονιστῶν» στὰ χέρια τῶν «μεταρρυθμιστῶν». Λόγια, ψέμματα καὶ θάνατος. Ἕνα καλοκατασκευασμένο τίποτε –μὲ ἐξαίρεσι τρεῖς φωτεινὲς στιγμὲς (ἀγωγός, βέτο στὸ Βουκουρέστι καὶ ἄνοιγμα στὴν Κίνα)– ποὺ παρέδωσε τὴν χώρα ἡμιθανῆ σὲ πιὸ ἀδίστακτους ψεῦτες, σὲ ἀνθρώπους τὸ ἴδιο ἀνίκανους, φλύαρους, μονόφθαλμους, ἀπροετοίμαστους, ἐρασιτέχνες τῆς συμφορᾶς καὶ ἐπαγγελματίες τῆς προπαγάνδας…
Ἡ πικρὴ πατρίδα μοιάζει μὲ τρομοκρατημένη κοινότητα ἀπελπισμένων καὶ οἱ θύτες δίνουν ἀμέριμνοι ρεσιτὰλ ἐξυπνακισμῶν, ταΐζοντας τὸ πόπολο μὲ Ἐξεταστικὲς Ἐπιτροπὲς καὶ μικροπολιτικὲς ἁψιμαχίες τῆς αἰσχίστης ὑποστάθμης… Συνήθισαν οἱ μάστορες τῆς παραπολιτικῆς: γιὰ νὰ κρύψουν τὴν γύμνια τῆς πολιτικῆς τους, ἐπιστρατεύουν τὸν ἀποπροσανατολισμό. Γιὰ νὰ ἀποσείσουν τὶς δικές τους εὐθῦνες, μηρυκάζουν μισὲς ἀλήθειες καὶ χιλιάδες ψέμματα. Γιὰ νὰ ἀποκρύψουν τὴν ζοφώδη προοπτική, γυμνάζουν τὶς λέξεις καὶ τὶς χρησιμοποιοῦν σὰν τὶς μαϊμοῦδες στὸ τσίρκο… Ἀδίστακτοι, ἀσύστολοι, ἐμμανεῖς τῆς δολιότητος καὶ τῶν ἀπατηλῶν ἐντυπώσεων…
Ἡ πικρὴ πατρίδα μετεωρίζεται στὸ κενό, ξοδεμένη, σπαταλημένη καὶ παντέρημη, κι ἐκεῖνοι –κυβερνῶντες καὶ ἐπίδοξοι διάδοχοί τους– ἀσχολοῦνται μὲ τὸ ὑπογένειο τοῦ Τατούλη καὶ τὴν φρεσκάδα (κονσέρβας) τοῦ Κικίλια. Μὲ τὸ χρῶμα τοῦ χάρτη στὴν Κάτω Ραχούλα καὶ τήν… κρίσιμη γιὰ τὴν ἐπιβίωσι τῆς χώρας ἐκλογὴ τοῦ Μπουτάρη ἢ τοῦ Γκιουλέκα στὴν Θεσσαλονίκη… Κι ἀπὸ κοντά, ἀσθμαίνοντες, μύωπες, μίζεροι καὶ σταθερὰ ἀλαζόνες οἱ σταθμάρχες τῆς Ἀριστερᾶς, ποὺ νομίζουν ὅτι ὁ κόσμος κρέμεται ἀπὸ τὸ στόμα τοῦ Ἀλαβάνου καὶ τοῦ Κουβέλη, τοῦ Παφίλη καὶ τοῦ Μητρόπουλου. Τραγικὰ μαγαζάκια, δίχως πελάτες, σὲ παραλία τοῦ θέρους, τὴν ὥρα ποὺ μαίνεται χειμώνας βαρύς…
Ἡ πικρὴ πατρίδα πένεται καὶ τρομαγμένη συλλογιέται τί θὰ ἀπομείνη ἀπὸ τὰ τιμαλφῆ της κι ἐκεῖνοι ξεπουλᾶνε τὰ πάντα σὲ τιμὴ εὐκαιρίας, ὅπως τὴν ὁρίζουν οἱ πάτρωνες ποὺ ἔχουν ἐπιπέσει σὰν τὰ κοράκια. Ἐκεῖνο τὸ παλιὸ ποὺ κυκλοφοροῦσε σὰν σαρκαστικὸ ἀνέκδοτο (ὅτι ἐνδέχεται νὰ βγάλουν στὸ σφυρὶ ἀκόμη καὶ τὴν Ἀκρόπολη) ἀποκτᾶ ὄψι τρομακτικῆς πραγματικότητος. Τίποτε δὲν ἀποκλείεται πιά. Οὔτε καὶ ἡ Ἀκρόπολις… Τὸ κουρδισμένο μυαλό τους τείνει νὰ μεταβάλη τὸ ἀδιανόητο σὲ ἐπικείμενο ἐφιάλτη. Καὶ τὴν χώρα σ’ ἕνα ἀπέραντο νεκροτομεῖο ἐκποιημένων σωμάτων. (Τί ἄλλο παρὰ νεκρὰ σώματα γιὰ τὴν Ἑλλάδα καὶ τοὺς Ἕλληνες, θὰ εἶναι ἕνας ΟΣΕ στοὺς ξένους, τὰ Ταχυδρομεῖα στοὺς ξένους, ἡ Ἐνέργεια στοὺς ξένους καὶ στοὺς ἰδιῶτες καὶ ὅ,τι παράγει ἢ δύναται νὰ ἀξιοποιηθῆ, νὰ ἐκποιῆται κοψοχρονιὰ στοὺς ξένους;)…
Ἡ πικρὴ πατρίδα χάνει τὰ τιμαλφῆ της καὶ ἀγωνιᾷ γιὰ τὴν ἀκεραιότητα τῆς ἐπικρατείας της (ἱστορική, μὲ τὴν ἀμφισβήτησι ἱστορικῶν δικαίων, ἀλλὰ καὶ ἐδαφικὴ) καὶ ἐκεῖνοι χαριεντίζονται μὲ τὸν Ἐρντογὰν καὶ τοὺς ἐπικυριάρχους ποὺ τὸν ἔχουν ὑπὸ τὴν προστασία τους… Γιὰ ὅσους δὲν πείθονται, καὶ ἐνδεχομένως θεωροῦν κινδυνολογικὰ παραμύθια τὰ ὡς ἄνω, ἰδοῦ τί εἶπε μόλις προχθὲς ὁ σύμβουλος τοῦ Τούρκου πρωθυπουργοῦ Ἰμπραΐμ Καλὶν (στὸν Πέτρο Παπακωνσταντίνου τῆς «Καθημερινῆς») ὅταν ρωτήθηκε ἂν εἶναι δίκαιη γιὰ τὴν Ἑλλάδα ἡ ἀπόσυρσις τοῦ casus belli ἀπὸ τὴν Τουρκία μὲ τὴν ταυτόχρονη παραίτησι τῆς Ἑλλάδος ἀπὸ τὸ δικαίωμά της, βάσει τοῦ διεθνοῦς δικαίου, νὰ ἐπεκτείνη τὰ χωρικά της ὕδατα σὲ 12 μίλια: «Εἶναι δίκαιη, διότι τὸ οὐσιαστικὸ ζήτημα, ἂν διευρύνουμε τὸν ὁρίζοντα τοῦ προβληματισμοῦ μας, εἶναι πῶς θὰ μοιραστοῦμε τὸ Αἰγαῖο, τὴν Ἀνατολικὴ Μεσόγειο, γιὰ νὰ δοῦμε ὅλα τὰ ἄλλα ζητήματα –ἐμπόριο, μετανάστευσι, πάλη κατὰ τῆς τρομοκρατίας κ.λπ.– ὡς μέρος μίας συνολικῆς διευθετήσεως»… Σοφὸν τὸ σαφές. Καὶ ὅσοι νομίζουν ὅτι αὐτὰ ποὺ εἶπε ὁ Καλὶν ὑπάρχουν μονάχα στὸ μυαλὸ τῆς Τουρκίας, σύντομα θὰ διαπιστώσουν ὅτι πλανῶνται…
Ἡ πικρὴ πατρίδα λοιπόν. Ποὺ αἱμορραγεῖ καὶ σφαδάζει. Ποὺ κραυγάζει, ὀδυνᾶται καὶ βυθίζεται στὴν κατάθλιψι. Ποὺ βλέπει τὰ παιδιά της νὰ βρίσκωνται στὰ πρόθυρα μίας νέας, ὀδυνηρῆς μεταναστεύσεως… Ἡ πικρὴ πατρίδα. Γεμάτη χωματερὲς σκουπιδιῶν καὶ ἰδεῶν. Ἀμήχανη, ἔντρομη καὶ μελαγχολική. Μὲ μία πρωτεύουσα-κόλασι, πόλι φρυγμένη καὶ φρικτή, ποὺ ἔχει ἐγκλωβίσει μέσα της θανάσιμα γηγενεῖς καὶ μετανάστες. Μὲ διανοουμένους ποὺ ζοῦν μὲ κρατικὲς ἐπιδοτήσεις, μὲ τὰ μήντια νὰ τρίζουν, ἀλλὰ ἐκθύμως νὰ στηρίζουν τοὺς προύχοντες καὶ τοὺς καθεστωτικοὺς καὶ νὰ μάχωνται ὁ,τιδήποτε ἐνίσταται, ἀνθίσταται, ἀντιδρᾷ καὶ ἐξεγείρεται… Ἡ πικρὴ πατρίδα «Μὲ τὸ φῶς σπασμένο», λεηλατημένο, ποὺ ντρέπεται νὰ ἀρθρώση τὴν λέξι «πατρίδα» καὶ νὰ ψελλίση τὴν λέξι «ἔθνος» διότι στὴν μία γωνία καιροφυλακτοῦν οἱ εἰσαγγελεῖς τοῦ «ἀντιεθνικισμοῦ» καὶ στὴν ἄλλη ἐνεδρεύουν οἱ μελανοχιτῶνες τῆς ἀφασίας, ἕτοιμοι νὰ οἰκειοποιηθοῦν εὔλογες ἀγωνίες καὶ συκοφαντημένα «γιατί»…
Ἡ πικρὴ πατρίδα, «ἡ χώρα ποὺ παιδεύει τὰ δροσερὰ Ἑλληνόπουλα καὶ ἀνεμίζει τοὺς ἀμέτρητους γραικύλους», ποὺ ἔλεγε ὁ ἀείμνηστος Καροῦζος…
ΥΓ. Τί σημασία ἔχει ἂν ἡ Ἑλλάδα, μία χώρα-πειραματόζωο, θὰ συνεχίση νὰ ζῆ μία ἐλεγχόμενη χρεωκοπία ἢ θὰ ἀποφύγη τὴν ὁριστικὴ κατάρρευσι, ἐπιτηρουμένη σκληρὰ ἀπὸ τοὺς ἐσωτερικοὺς καὶ ἔξωθεν δυνάστες της; Ἡ χώρα εἶναι χρεωκοπημένη μέσα της, στὰ μύχια. Καὶ μόνο μ’ ἕνα θαῦμα θὰ σωθῆ. Θαῦμα λαϊκό, ἀκαθοδήγητο, ἀνέλεγκτο καὶ πυρφόρο.
Πηγή: Ἐφημερὶς «Παρόν»