13/10/10

Γράμμα ἀπὸ ἕναν ὀργισμένο δημοκράτη

Καταραμένε Παπαδόπουλε, 40 χρόνια μετά, καὶ ἀκόμα τυραννᾶς τὰ καημένα παιδιὰ τῆς Νέας Τάξεως. Γιατί βρὲ ἄθλιε; Νομίζεις πὼς δὲν θυμᾶμαι ὅτι μοῦ στέρησες στὸ χωριό μου τὴν λάμπα πετρελαίου καὶ τὸν χωματόδρομο ποὺ τόσο ἀγαποῦσα καὶ μοῦ ἔφερες ἠλεκτρικό, ἄσφαλτο καὶ τηλέφωνο στὴν καλύβα μου, καὶ ὅτι μοῦ ἔδωσες 20ετὲς ἄτοκο δάνειο γιὰ νὰ κάνω σπίτι, μὲ μόνο ὅρο μάλιστα νὰ ἔχη τὴν τουαλέτα μέσα!
Καὶ εἰλικρινὰ τσαντίζομαι διότι ὁ ἄθλιος ὁ χουντικὸς κατάφερνε νὰ φτειάχνη τόσα ἔργα σχεδὸν δωρεάν, χρησιμοποιῶντας τὴν στρατιωτικὴ ΜΟΜΑ! Γιατί ρὲ χάλασες τὴν πιάτσα; Σὲ πείραζε νὰ δώσης τὴν δουλειὰ σὲ κανένα ἐργολάβο; Πέθαναν τῆς πείνας οἱ ἄνθρωποι καὶ κοντὰ σ’ αὐτοὺς καὶ τόσοι ἄλλοι μεσάζοντες καὶ σύμβουλοι.
Ποιός σοῦ εἶπε ρὲ παλιάνθρωπε ὅτι θέλαμε νὰ γίνουμε Βιομηχανικὴ χώρα καὶ ξεκίνησες νὰ φτειάχνης σὲ ὅλη τὴν Ἑλλάδα Βιομηχανικὲς περιοχές, ξεκινῶντας ἀπὸ τὰ Οἰνόφυτα;
Ἀλλὰ ξέρω γιατὶ τὰ ἔκανες… Γιὰ νὰ βρίσκουν χιλιάδες Ἕλληνες δουλειὰ ἐκεῖ, τόσα χιλιόμετρα μακρυὰ ἀπὸ τὴν Ἀθήνα καὶ νὰ ταλαιπωροῦνται, λὲς καὶ πείραζε νὰ εἴχαμε λίγο νέφος περισσότερο.
Ποιός σοῦ εἶπε ρὲ ὅτι θέλαμε νὰ παράγουμε προϊόντα; Ἐμεῖς νὰ καταναλώνουμε θέλαμε!
Δὲν φτάνει αὐτὸ παλιοδικτάτορα, ἀλλὰ διέγραψες τὰ ἀγροτικὰ χρέη τοῦ πατέρα μου καὶ ὅλων τῶν ἀγροτῶν. Τοὺς καλόμαθες, τοὺς ἔλυσες τὰ προβλήματά τους καὶ τώρα κάθε τρεῖς καὶ λίγο μπλόκα!
Σὰν νὰ μὴ ἔφθαναν ὅλα αὐτά, ἔστελνες καὶ ἐκεῖνο τὸν Μακαρέζο καὶ ἔκανε συμφωνίες ἀκόμη καὶ μὲ τοὺς Κινέζους καὶ τοὺς πουλοῦσες τὰ ἀγαθὰ ποὺ ἔκανε ἐξαγωγὴ ἡ χώρα καὶ πέταξες στὸν δρόμο τόσους μεσάζοντες.
Ἄσε ἐκεῖνος ὁ Πατακὸς μὲ τὸ μυστρί του! Βρὲ μανία!
Κάθε μέρα ἐγκαίνια γιὰ σχολεῖα, νοσοκομεῖα, ἐργοστάσια, γέφυρες, δρόμους καὶ ἐργατικὲς κατοικίες! Μᾶς ζάλιζες στὰ ἐπίκαιρα ὅποτε πηγαίναμε σινεμά!
Τί κατάφερες ρέ; Τί μαγείρεψες καὶ πῆρες βραβεῖο οἰκονομικῆς ἀναπτύξεως τὸ 73 χωρὶς νὰ πάρης δάνεια καὶ νὰ ἀφήσης χρέη;
Δὲν ντράπηκες νὰ ταπεινώσης τὸ δολλάριο ἐπὶ τόσα χρόνια; Ἀκοῦς ἐκεῖ ἡ δραχμὴ ἰσχυρότερη ἀπὸ τὸ δολλάριο!
Τί σοῦ κάναμε καὶ μᾶς καταράστηκες γιὰ νὰ φτάσουμε τὰ 300 δισεκατομμύρια εὐρὼ χρέη;
Ἀχρεῖε Παπαδόπουλε, ἀφοῦ ἔτρωγες μόνο τὸ φαγητό σου, στὸ τέλος δὲν εἶχες τίποτα νὰ ἀφήσης. Τὸ μόνο σου περιουσιακὸ στοιχεῖο ἦταν ἡ στολή σου!
Καὶ ἀντὶ νὰ τὴν δωρίσης, τρομάρα σου, στὸ κράτος, εἶχες ζητήσει νὰ σὲ θάψουν μὲ αὐτήν!
Ἐκεῖνο ποὺ δὲν κατάλαβα εἶναι γιατί ξεκίνησες τὴν ἱστορία νὰ βγάλης τὰ πετρέλαια στὸν Πρῖνο καὶ ξεκίνησες νὰ μᾶς βάζης σὲ περιπέτειες μὲ τοὺς καλούς μας γείτονες τοὺς Τούρκους.
Μιὰ χαρὰ δὲν κοιμόμασταν ἥσυχοι; Ἤθελες νὰ μᾶς κάνης παραγωγοὺς πετρελαίου σὰν τοὺς ἀραπάδες;
Τὰ ἐργοστάσια ἐνέργειας ποὺ κατασκεύασες -π.χ. στὴν Πτολεμαΐδα ἢ στοὺς Φιλίππους- ποὺ τὰ ἔφτειαξες μάλιστα μὲ τοὺς Ρώσσους κομμουνιστές, γιὰ ποιόν λόγο τὰ ἔκανες;
Σώνει καὶ καλὰ νὰ καταργήσης ὅλες τὶς λάμπες πετρελαίου στὰ χωριὰ καὶ νὰ γεμίσης στύλους καὶ καλώδια ὅλη τὴν ὕπαιθρο! Βρὲ μανία.
Χώρια τὰ στάδια ἀθλητισμοῦ σὲ ὅλη τὴν χώρα. Ἄκου λέει «κάθε πόλις καὶ στάδιο, κάθε χωριὸ καὶ γυμναστήριο»! Ἄσχημα περνάει τώρα ἡ νεολαία πίνοντας φραπέδες στὶς καφετέριες;
Βρὲ ἄχρηστε, ἀναχρονιστικὲ ἀντιδημοκράτη, ποιός σοῦ εἶπε ὅτι ἤθελα νὰ μπορῶ νὰ κοιμᾶμαι μὲ τὴν πόρτα ἀνοιχτὴ καὶ νὰ μὴ φοβᾶμαι μὴ μπῆ κανένας μέσα τὸ βράδυ γιὰ πλιάτσικο;
Ἀκοῦς ἐκεῖ νὰ μοῦ κάνη κουμάντο στὸν ἂν θὰ ἀμπαρώσω τὴν πόρτα μου ἢ ὄχι… Ποιός σοῦ εἶπε ὅτι ἤθελα νὰ νοιώθω ἀσφαλὴς ρὲ παλιοφασίστα;
Τέλος, σιχαμερὲ φασίστα, ἀντὶ νὰ κάνης μνημεῖα γιὰ τὸν Ζαχαριάδη καὶ ὅλα τὰ καλὰ παιδιά, ποὺ πάλεψαν νὰ μὴν ὑπάρχη Ἕλληνας πάνω ἀπὸ τὸν Ὄλυμπο, ἐσὺ τοὺς ἔστειλες ἐξορία καὶ ἀκύρωσες ὅλα τὰ σχέδιά τους ποὺ θὰ μᾶς ἔκαναν ἕνα ὄμορφο παράδεισο μὲ κολεχτίβες καὶ κολχόζ, ὅπως τὰ κατάφεραν οἱ εὐτυχισμένοι γείτονές μας οἱ Βούλγαροι, οἱ Ἀλβανοί, οἱ Ρουμάνοι καὶ λοιποὶ τυχεροὶ τῶν Ἀνατολικῶν χωρῶν, ποὺ εἰσπράττουν τώρα τόσο συνάλλαγμα ἀπὸ τὰ ἐργαζόμενα κορίτσια τους στὸ ἐξωτερικό, ἐνῷ οἱ δικοί μας ἐπιστρέφοντας πῆραν συντάξεις καὶ τοὺς κοροϊδεύουν. Ἀλλὰ μετὰ τὴν γκέλα τοῦ πολέμου τοῦ Γιὸμ Κιπούρ, πλήγωσες ἀνεπανόρθωτα τοὺς φίλους μου τοὺς Ἰσραηλῖτες.
Ἀκοῦς ἐκεῖ νὰ μὴ δώσης διευκολύνσεις στοὺς Ἀμερικάνους καὶ τοὺς Ἑβραίους γιὰ χάρι τῶν Ἀράβων, ποὺ μᾶς ἔπαιρναν ὅλο τὸ ἑλληνικὸ τσιμέντο γιὰ τὰ ἔργα τους σὲ μία ἐποχὴ ποὺ ὅλοι οἱ πολῖτες καὶ τὸ κράτος ἐδῶ ἔκτιζαν καὶ τὰ τσιμεντάδικά μας εἶχαν τρελλαθῆ στὴν δουλειά;
Εὐτυχῶς ποὺ μετὰ τὰ πούλησε ἡ Νέα Δημοκρατία στοὺς ξένους -ἀφοῦ τὸ ΠΑΣΟΚ πρῶτα τά… κοινωνικοποίησε καὶ τὰ ἔκανε ζημιογόνα– καὶ τώρα ἐπὶ τέλους ἔτσι ἡσυχάσαμε!
Δὲν ντρέπεσαι βρὲ ἄθλιε ἐχθρὲ τῆς Δημοκρατίας;
Μᾶς στέρησες ἕνα ἀπὸ τὰ βασικότερα ἀνθρώπινα δικαιώματα· νὰ τραγουδᾶμε 14 τραγούδια τοῦ Θεοδωράκη. Ξέρεις τί ψυχολογικὰ τραύματα μᾶς προκάλεσε ἐκείνη ἡ ἀπαγόρευσις; Τραύματα βαθειὰ ποὺ δὲν ἔχουν ἐπουλωθῆ ἀκόμη!
Ὅλα αὐτὰ τὰ γράφω διότι μετὰ ἀπὸ τόσα χρόνια ἐξακολουθῶ νὰ ἀκούω τὸν ἔξαλλο τὸν γείτονά μου, πού μὲ πρήζει καὶ φωνάζει κάθε τέτοια μέρα «ΖΗΤΩ Η 21 AΠΡΙΛΙΟΥ!»
Βαρέθηκα νὰ ἀκούω συνεχῶς «Ποῦ εἶσαι Παπαδόπουλε…» ὅταν πέφτω στὰ μπλόκα τῆς Ἐθνικῆς ὁδοῦ ὅπου διάφορες κοινωνικὲς ὁμάδες ἀγροτῶν, ποδοσφαιρόφιλων καὶ ἄλλων διαμαρτυρομένων ἀνθρώπων ἀσκοῦν τὸ δημοκρατικό τους δικαίωμα –πάντοτε ὑπὸ τὴν προστασία τῆς ἀστυνομίας– καὶ σταματοῦν τὴν κυκλοφορία, καθὼς καὶ κάθε φορά, ὅταν βρίσκωμαι στὸ κέντρο τῶν Ἀθηνῶν ὅπου φιλήσυχοι πολῖτες ἐκφράζουν πολιτισμένα καὶ εἰρηνικὰ τὴν ἀγανάκτησί τους γιὰ τὶς ἀδικίες σὲ βάρος τους, ἔχοντας ἐπὶ πλέον παράλληλα τὴν εὐθύνη νὰ προστατεύσουν τὰ καταστήματα, τοὺς ἐργαζομένους καὶ τοὺς περαστικοὺς ἀπὸ τοὺς προβοκάτορες φασίστες ποὺ σπᾶνε, καῖνε καὶ καταστρέφουν τὰ πάντα.
Ἄσε καὶ αὐτοὺς τοὺς ταξιτζῆδες ποὺ εἶναι ὅλοι τους πρώην χαφιέδες τῆς Ἀσφαλείας. Οὔστ, Φασισταριά!
Ἐγὼ εἶμαι Δημοκράτης ρέ, καὶ ἂς πεινάω, καὶ ἂς μοῦ ἔχη βγάλει στὸ σφυρὶ ἡ Τράπεζα τὸ σπίτι, καὶ ἂς εἶμαι ἄνεργος καὶ ἐγὼ καὶ τὰ παιδιά μου καὶ ἂς ταλαιπωροῦμαι ὅποτε χρειαστῆ νὰ πάω στὰ νοσοκομεῖα καὶ ἂς κοιμᾶμαι κλειδαμπαρωμένος τὸ βράδυ μπὰς καὶ κάνη «ντοῦ» κανένας οἰκονομικὸς μετανάστης… ἀφοῦ βέβαια ἐνημερωθῶ πρῶτα ἀπὸ τὴν τηλεόρασι γιὰ τὶς κλοπές, τὶς κομπίνες καὶ τὶς μίζες τόσων καὶ τόσων πρώην ὑπουργῶν -πράσινων καὶ γαλάζιων– ποὺ οἱ ἄνθρωποι τί ἔκαναν τελικά;
Ἐξαργύρωσαν τοὺς κόπους καὶ τοὺς ἀγῶνες τους γιὰ τὴν ἑδραίωσι τῆς Δημοκρατίας μετὰ τὴν μεταπολίτευσι!

Λίγο τὸ ἔχεις αὐτό; Εἶμαι Δημοκράτης ρέ! Τ’ ἀκοῦς;