10/2/11

Ἡ ἀνιστόρητη ἱστορία τοῦ 1821

γράφει ὁ κ. Κωνσταντῖνος Χολέβας, Πολιτικὸς Ἐπιστήμων

Ἐν ἀρχῇ ἦν ἡ κ. Ρεπούση, ποὺ προσπαθοῦσε νὰ πείση τὰ ἑλληνόπουλα ὅτι ἡ Τουρκοκρατία ἦταν μία ἰδανικὴ περίοδος γιὰ τοὺς προγόνους μας. Στὴν συνέχεια ἦλθε ἡ τετράτομη ἱστορία τῶν Βαλκανίων, ποὺ χρηματοδοτήθηκε ἀπὸ τὸν γνωστὸ χρηματιστὴ Τζὼρτζ Σόρος καὶ κινεῖται στὴν ἴδια γραμμὴ ὑπὲρ τῶν Ὀθωμανῶν.
Μετά ἦλθε στὴν ἐπικαιρότητα ἡ ἄποψις ὅτι πρὶν ἀπὸ τὸ 1821 δὲν ὑπῆρχε συγκεκροτημένη ἑλληνικὴ ἐθνικὴ συνείδησις, ἀλλὰ οἱ Εὐρωπαῖοι Διαφωτισταὶ μᾶς ἔμαθαν νὰ λέμε ὅτι εἴμαστε Ἕλληνες. Ὅλα αὐτὰ τὰ ἰδεολογήματα συγκεντρώνονται σήμερα στὴν νέα τηλεοπτικὴ σειρὰ τοῦ ΣΚΑΪ γιὰ τὸ 1821. Δὲν προσχωρῶ σὲ συνωμοσιολογίες, ἀλλὰ πολλοὶ συμπατριῶτες μας εὐλόγως διερωτῶνται ἂν ὑπάρχη πολιτικὴ σκοπιμότης πίσω ἀπὸ τὴν ἐργώδη αὐτὴ προσπάθεια νὰ ξαναγραφῆ ἢ μᾶλλον νὰ σβησθῆ ὁριστικῶς ἡ Ἑλληνικὴ Ἱστορία. Ἀφήνω τὴν ἀπάντησι στὸν κάθε νουνεχῆ ἀναγνώστη καὶ θὰ ἀσχοληθῶ μὲ τὴν ἀμιγῶς ἱστορικὴ πλευρὰ τῆς ὑποθέσεως...

Ἐρώτημα πρῶτον: Ἔχει δίκιο ἡ ἄποψις ποὺ προβάλλεται στὴν σειρὰ τοῦ ΣΚΑΪ ὅτι ἡ ἐθνικὴ συνείδησις τῶν Νεοελλήνων διεμορφώθη μόλις λίγα χρόνια πρὶν ἀπὸ τὸ 1821;
Φυσικὰ ὄχι. Ἑκατοντάδες μαρτυρίες Ἑλλήνων καὶ ξένων, κληρικῶν καὶ λαϊκῶν, περισσότερο ἢ λιγώτερο μορφωμένων διαψεύδουν τοὺς συντελεστὲς τῆς σειρᾶς.
Ἑλληνικὸ ἔθνος μὲ συνείδησι ἑνότητος ὑπάρχει ἀπὸ τὴν Ἀρχαιότητα. Ἤδη τὸν 5ο αἰῶνα π.Χ. ὁ Ἡρόδοτος καταγράφει τὰ συνδετικὰ στοιχεῖα ποὺ ἕνωναν τὶς ἑλληνικὲς πόλεις κράτη: Ἡ κοινὴ καταγωγή, ἡ γλῶσσα, ἡ θρησκεία, τὰ ὁμότροπα ἤθη.
Συνεχίζεται αὐτὴ ἡ συνείδησις στὴν ἑλληνιστικὴ καὶ βυζαντινὴ περίοδο, μὲ ἀποκορύφωμα τὴν ἀπάντησι τοῦ Αὐτοκράτορος τῆς Νικαίας Ἰωάννου Βατάτζη πρὸς τὸν Πάπα Νικόλαο Θ΄ τὸ 1250: Εἴμαστε τὸ ἀρχαῖο γένος τῶν Ἑλλήνων, ἀπὸ τὸ ὁποῖο ἄνθισε ἡ σοφία γιὰ ὅλον τὸν κόσμο.
Συνεχίζεται μὲ τὴν τελευταία ὁμιλία τοῦ Κωνσταντίνου Παλαιολόγου ὅταν ὀνομάζη τὴν Κωνσταντινούπολι «ἐλπίδα καὶ χαρὰ πάντων τῶν Ἑλλήνων».
Γύρω στὸ 1700 ὁ φλογερὸς ἱεροκῆρυξ Ἠλίας Μηνιάτης παρακαλεῖ τὴν Παναγία ὡς ἑξῆς: «Ἕως πότε τὸ τρισάθλιον γένος τῶν Ἑλλήνων ἔχει νὰ εὑρίσκεται εἰς τὰ δεσμὰ μίας ἀνυποφέρτου δουλείας;».
Οἱ ὅροι Ρωμηός, Γραικὸς καὶ Ἕλλην χρησιμοποιοῦνται ταυτοχρόνως καὶ μὲ παρεμφερῆ σημασία. Χαρακτηριστικὸ εἶναι τὸ ποίημα τοῦ Ματθαίου Ἐπισκόπου Μυρέων, ὁ ὁποῖος τὸ 1619 θρηνεῖ γιὰ τὴν Ἅλωσι χρησιμοποιῶντας γιὰ τὸ ἔθνος μας καὶ τὰ τρία αὐτὰ ὀνόματα.
Ἀπὸ τὸ 1529 ἕως τὸ 1821 τὸ δημοφιλέστερο ἀνάγνωσμα τοῦ λαοῦ μᾶς ἦταν ἡ «Φυλλάδα τοῦ Μεγαλέξανδρου» ποὺ θύμιζε τὴν δόξα τῶν ἀρχαίων προγόνων. Τὸ 1708 ὁ Νικόλαος Μαυροκορδᾶτος στὸ ἔργο του «Φιλοθέου Πάρεργα» γράφει ὅτι εἴμαστε τὸ γένος τῶν «ἄγαν Ἑλλήνων», δηλαδὴ καθαρόαιμοι Ἕλληνες.
Καὶ οἱ καραβοκύρηδες ἐπὶ Τουρκοκρατίας τοποθετοῦσαν στὰ πλοῖα τους ὡς ἀκρόπρωρα τὶς μορφὲς τῶν Ἀρχαίων Ἑλλήνων. Λαός, λοιπόν, καὶ διανοούμενοι γνωρίζουν πολὺ καλὰ ὅτι ὑπάρχει συνέχεια τοῦ Ἑλληνισμοῦ.

Ἐρώτημα δεύτερον: Περνοῦσαν καλὰ οἱ Ἕλληνες ἐπὶ Τουρκοκρατίας, μὲ δικαιώματα καὶ ἐλευθερίες, ὅπως ἀκούσαμε ἀπὸ τὸν ΣΚΑΪ στὶς 25.1.2011;
Ἂς ἀφήσουμε τὶς μαρτυρίες τῆς ἐποχῆς ἐκείνης νὰ ἀπαντήσουν:
Στὰ μέσα τοῦ 17ου αἰῶνος, ὁ Γάλλος Ἰησουΐτης Ρισὰρ καταγράφει τὶς ἐντυπώσεις του ἀπὸ τὴν ὑπόδουλη Ἑλλάδα: «Νὰ σκεφθῆ κανεὶς ὅτι οὐδέποτε ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τοῦ Νέρωνος, τοῦ Δομητιανοῦ καὶ τοῦ Διοκλητιανοῦ ἔχει ὑποστῆ ὁ Χριστιανισμὸς διωγμοὺς σκληρότερους ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ ἀντιμετωπίζει σήμερα ἡ ἀνατολικὴ Ἐκκλησία...».
Τὸν 17ο αἰῶνα, ὁ Μουσουλμάνος περιηγητὴς Ἐβλιγιὰ Τσελεμπῆ περιγράφει βιαίους ἐξισλαμισμοὺς καὶ παιδομάζωμα στὴν Βέροια, στὴν Ἔδεσα καὶ σὲ ἄλλες πόλεις. Τὸ δημοτικό μας τραγούδι ἔχει καταγράψει τὸν θρῆνο τῶν μανάδων γιὰ τὰ παιδιά τους ὡς ἑξῆς: «Ἀνάθεμά σε Βασιλιᾶ (σ.σ. Σουλτάνε) καὶ τρισανάθεμά σε... νὰ μάσης παιδομάζωμα, νὰ κάνης Γενιτσάρους... πέρσυ πῆραν τὸν γιόκα μου, φέτος τὸν ἀδελφό μου»!
Περὶ τὸ 1760, ὁ Ἰωάννης Πρίγκος ἀπὸ τὸ Πήλιο γράφει: «Τέτοιος βάρβαρος ἄδικος εἶναι ὁ Τοῦρκος».
Στὰ τέλη τοῦ 18ου αἰῶνος, ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης καταγράφει 87 ἀπὸ τὰ ἀναρίθμητα μαρτύρια Νεομαρτύρων, δηλαδὴ Χριστιανῶν ποὺ βασανίσθηκαν καὶ θανατώθηκαν λόγῳ τῆς Χριστιανικῆς τους πίστεως.
Ὁ Φωτάκος Χρυσανθόπουλος, ὑπασπιστὴς τοῦ Θ. Κολοκοτρώνη, στὰ Ἀπομνημονεύματά του μᾶς δίνει μαρτυρία κρυφοῦ σχολειοῦ ποὺ ὀργάνωναν οἱ ἱερεῖς φοβούμενοι τοὺς Τούρκους.

Ἐρώτημα τρίτον: Οἱ κλέφτες ἦσαν ἐθνικοὶ ἀγωνιστὲς ἢ φυγόδικοι ἐγκληματίες, ὅπως ἀκούσαμε ἀπὸ τὸν ΣΚΑΪ;
Ἂν κάποιος Ἕλληνας ἔβλεπε τὸν Τοῦρκο νὰ βιάζη τὴν ἀδελφή του καὶ ἐπετέθη στὸν βιαστή, τότε ναί, ἴσως κάποιοι ἀπὸ τοὺς κλέφτες τῶν βουνῶν νὰ ἦσαν φυγόδικοι. Ἀλλὰ ἀπὸ τὸ ἄδικο δικαστήριο τοῦ κατακτητοῦ. Σημαντικὴ λεπτομέρεια, ἡ ὁποία ἀπεσιωπήθη. Ὅσο δὲ γιὰ τὴν συνείδησι τῶν ἴδιων τῶν κλεφτῶν, τὴν ἐξηγεῖ ὁ Θ. Κολοκοτρώνης, ὁ ὁποῖος ἀνδρώθηκε μέσα στὴν κλεφτουριά. Λέγει, λοιπόν, στὸν Ἄγγλο Ναύαρχο Χάμιλτον ὅτι οἱ κλέφτες καὶ οἱ ἁρματολοὶ στὰ βουνὰ εἶναι ἡ φρουρὰ τοῦ Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, ἡ ὁποία συνεχίζει ἀκόμη νὰ πολεμᾷ.

Ἐρώτημα τέταρτον: Ἦσαν μόνο οἰκονομικὰ τὰ αἴτια τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως;
Αὐτὴν τὴν μονομερῆ ἑρμηνεία τὴν καθιέρωσαν κάποτε οἱ Ἕλληνες μαρξιστές, ἀλλὰ οἱ ἴδιοι τὴν ἀπέσυραν στὸ συνέδριο τοῦ Κέντρου Μαρξιστικῶν Ἐρευνῶν τὸ 1981. Ὅμως ἀξία ἔχει ἡ ἄποψις τῶν ἴδιων τῶν ἀγωνιστῶν: Μάχου ὑπὲρ Πίστεως καὶ Πατρίδος, διεκήρυξε ὁ Ἀλ. Ὑψηλάντης τὸν Φεβρουάριο τοῦ 1821. Ἀγωνιζόμαστε γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ τὸν Λεωνίδα, ἔγραφε ἡ προκήρυξις τοῦ Ἀθανασίου Διάκου, ποὺ ἐδημοσιεύθη σὲ ἰταλικὴ ἐφημερίδα τῆς Τεργέστης.
Αὐτὰ πρὸς τὸ παρόν.

Πηγή: Ἐφημερὶς «ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ»