19/12/09

Ρωμηοὶ καὶ Γραικύλοι

τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου Ἰεροθέου

Ἡ ἱστορία ἑνὸς Ἔθνους συνδέεται πολὺ στενὰ μὲ τὰ ὀνόματά του, ὁπότε μελετῶντας κανεὶς τὰ ὀνόματα μπορεῖ νὰ ἐξακριβώση τὰ ἱστορικὰ δεδομένα, ἀλλὰ κυρίως τὴν πολιτιστικὴ ζωὴ ἑνὸς χώρου. Αὐτὸ συμβαίνει καὶ μὲ τὴν Ἑλλάδα, μὲ τὴν πολύχρονη ἱστορία της. Ἑπομένως, οἱ περιπέτειες ἑνὸς Ἔθνους ἔχουν σχέσι καὶ μὲ τὶς περιπέτειες τῶν ὀνομάτων του.
Μεταξὺ τῶν ὀνομάτων ποὺ ἐχαρακτήριζαν τοὺς Ἕλληνες εἶναι καὶ τὸ Γραικός, τὸ ὁποῖο μνημονεύει καὶ ὁ Ἀριστοτέλης καὶ βεβαίως ὁ Γραικὸς γενεαλογεῖται ἀπὸ τὸν Δευκαλίωνα, ὅπως καὶ ὁ Ἕλλην. Οἱ Δυτικοὶ - Λατῖνοι ἐγνώριζαν τοὺς Ἕλληνας κυρίως ὡς Γραικούς. Ὅταν ὅμως ὁ ἑλληνικὸς πολιτισμὸς ἔκανε τεράστια ἐντύπωσι στοὺς Λατίνους, οἱ ὁποῖοι ἄρχισαν νὰ τοὺς μιμοῦνται καὶ νὰ ὑποτιμοῦν τοὺς ἑαυτούς τους, χαρακτηρίζοντάς τους ὡς βαρβάρους, τότε ὑπῆρξε ἀντίδρασις ἐκ μέρους τῶν πατρικίων, ἀφοῦ προσβαλλόταν ὁ ἐθνικισμός τους. Τὸ ἀποτέλεσμα ἦταν νὰ ὁμιλοῦν περιφρονητικῶς γιὰ τοὺς Γραικοὺς - Ἕλληνας καὶ βεβαίως γι’ αὐτοὺς ποὺ μαγεύονταν ἀπὸ τὸν ἑλληνικὸ πολιτισμό.
Ὁ ἀείμνηστος Καθηγητὴς Παναγιώτης Χρήστου γράφει: «ἐκδικούμενοι τοὺς πνευματικοὺς εἰσβολεῖς οἱ Ρωμαῖοι ἐσχημάτισαν καὶ νέο ὑποκοριστικὸ τίτλο τοῦ ὀνόματός των (ἐκτὸς ἀπὸ τὸ Γραικός), σαφῶς περιφρονητικό, GRAECULI, Γραικύλοι, παίρνοντας ἴσως ἀφορμὴ ἀπὸ τὴν διαγωγὴ ὡρισμένων ἐξελληνισμένων Ἀνατολικῶν”. Ἔτσι ὁ Κικέρων, ὁ ὁποῖος διακρινόταν γιὰ τὴν ἀγάπη του πρὸς τὸν ἑλληνικὸ πολιτισμὸ ἀποκλήθηκε «γραικὸς καὶ σχολαστικός», ἀλλὰ καὶ γραικύλος. Ὁ δήμαρχος Καλῆνος σὲ λόγο του ἔλεγε γιὰ τὸν Κικέρωνα: “Ταῦθ’ οὕτως, ὦ Κικέρων ἢ Κικέρουλε ἢ Κικεράκιε ἢ Κικερίσκε ἢ Γραικύλε, ἢ ὅ,τι ποτὲ χαίροις ὀνομαζόμενος”.
Ἔτσι, ὁ ὅρος Γραικυλισμὸς ἀποδόθηκε περιφρονητικὰ σὲ κάποιον ποὺ ἐγκαταλείπει τὴν δική του πολιτιστικὴ παράδοσι καὶ προσλαμβάνει κάποια ἄλλη παράδοσι. Ἐπίσης, ὁ ὅρος Ρωμηός, ἰδίως ἀπὸ τότε ποὺ ὁ Χριστιανισμὸς ἔγινε ἐπίσημη Θρησκεία τοῦ Ρωμαϊκοῦ Κράτους, φορτίστηκε μὲ νέα ἔννοια, ἀφοῦ Ρωμηὸς χαρακτηρίζεται ἐκεῖνος ποὺ ἔχει Ὀρθόδοξη πίστι καὶ ἑλληνικὴ ἢ ἑλληνιστικὴ παράδοσι.
Μέσα στὰ πλαίσια αὐτὰ πρέπει νὰ δοῦμε τοὺς ὅρους Ρωμηὸς καὶ Γραικύλος, ἢ Ρωμηοσύνη καὶ Γραικυλισμός. Τὸ πρῶτο δηλώνει μία πολιτιστικὴ ἀξιοπρέπεια, τὸ δεύτερο μία πολιτιστικὴ ὑποδούλωσι.
Ὁ Καθηγητὴς π. Ἰωάννης Ρωμανίδης θὰ γράψη σχετικῶς:
«Τὸ γραικεύω εἶναι σχεδὸν ταυτὸν μὲ τὸ φραγκεύω.
Σημαίνει σήμερον ἀμερικανεύω, ρωσεύω, φραντσεύω, γερμανεύω, δηλαδὴ γίνομαι πνευματικὸς δοῦλος τῶν ἔξω τῆς Ρωμηοσύνης.
Ὁ Ρωμηὸς γνωρίζει σαφῶς ὅτι ὑπάρχει μεγάλη διαφορὰ μεταξὺ συμμαχίας καὶ δουλείας. Γίνεται σύμμαχος μὲ ὁποιονδήποτε, ἐφ’ ὅσον συμφέρει εἰς τὸ Ἔθνος, ἀλλὰ ποτὲ δοῦλος τῶν συμμάχων.
Ὁ Γραικύλος ὅμως νομίζει ὅτι συμμαχία σημαίνει πνευματικὴν δουλείαν, δηλαδὴ συγχώνευσιν πολιτισμῶν καὶ σύγχυσιν ἰδεολογιῶν. Ὁ Γραικύλος δὲν γίνεται μόνον σύμμαχος, ἀλλὰ γίνεται καὶ θέλει νὰ γίνη ἕνα πρᾶγμα μὲ τὸν σύμμαχον. Νομίζει ὅτι συμμαχία εἶναι τὸ νὰ προσφέρεται δι’ ἔρωτα ὡς δούλη πρὸς τὸν κύριον ἴνα ἀποκτήση ἰσχυρὸν προστάτην, ὁ ὁποῖος θὰ σώση τὴν Ἑλλαδίτσαν του. Ὁ Νεογραικύλος εἶναι συνεχιστὴς τῆς παραδόσεως τῶν Γραικύλων πρὸ τῆς Ἁλώσεως, οἱ ὁποῖοι μᾶς ἐκήρυττον τὴν ἀνάγκην τῆς φραγκεύσεως τοῦ πνεύματος, διὰ νὰ σωθῶμεν ἀπὸ τὴν δουλείαν τοῦ σώματος.
Μὲ ἄλλα λόγια ὁ Γραικύλος φοβεῖται καὶ ἄρα οὔτε εἶναι οὔτε ἠμπορεῖ νὰ εἶναι Ρωμηός, ἐφ’ ὅσον φοβεῖται. Φοβεῖται τὴν πνευματικὴν ἀνεξαρτησίαν καὶ ἐλευθερίαν. Θέλει τὴν ἐλευθερίαν τοῦ σώματος μόνον. Καὶ διὰ τοῦτο δὲν ἠμπορεῖ κἂν νὰ φαντασθῆ ὅτι ἡ Ρωμηοσύνη ὄχι μόνον δὲν ὑποδουλώνεται πνευματικῶς, ἀλλὰ εἶναι ἐν τῷ κόσμῳ πολιτιστικὴ δύναμις ἠγετική».
Φαίνεται, λοιπόν, καθαρὰ ὅτι οἱ ὅροι Ρωμηὸς καὶ Γραικύλος δὲν εἶναι ἁπλῶς θεωρητικοί, δὲν συνδέονται μόνον μὲ ἱστορικὰ γεγονότα τοῦ παρελθόντος, ἀλλὰ συνιστοῦν ἕνα ἰδιαίτερο τρόπο ζωῆς. Καὶ αὐτὸ πρέπει νὰ τὸ δοῦμε στὴν σχέσι μεταξύ του πολιτιστικοῦ τρόπου ζωῆς τοῦ Ἕλληνος - Ρωμηοῦ καὶ τοῦ πολιτιστικοῦ τρόπου ζωῆς τοῦ Δυτικοῦ ἀνθρώπου.
Συχνὰ λέγεται ὅτι ἡ Ἑλλὰς εἶναι ὀργανικῶς συνδεδεμένη μὲ τὴν Δύσι καὶ τὸν λεγόμενο δυτικὸ πολιτισμό, ὅτι δὲν νοεῖται ἡ Εὐρώπη χωρὶς τὴν Ἑλλάδα καὶ τὸν πολιτισμό της. Ἔτσι ὅποιος ἐκφράζει τὴν ἄποψι ὅτι ἡ Ἑλλάς, ὡς τρόπος ζωῆς, ἐκφράζει ἕναν ἄλλο πολιτισμὸ ποὺ εὑρίσκεται στὸν ἀντίποδα τοῦ δυτικοῦ πολιτισμοῦ θεωρεῖται ὀπισθοδρομικός, ἐπαρχιώτης, ἐθνικιστής.
Ὅμως δὲν πρέπει νὰ βαυκαλιζώμαστε μὲ τὶς δικές μας ἀπόψεις, οὔτε νὰ στεκώμαστε ναρκιστικὰ μὲ αὐτὰ ποὺ νομίζουμε δεδομένα. Πρέπει ὁπωσδήποτε νὰ βλέπουμε καὶ τὶς σκέψεις τῶν ἄλλων. Νὰ ἐξετάζουμε, δηλαδή, πῶς μᾶς θεωροῦν οἱ ξένοι, καὶ κυρίως ἀπὸ ποῦ καθορίζουν μὲ ποικίλους τρόπους τὴν πολιτική τους.
Ὑπάρχει ἕνα πρόσφατο παράδειγμα πολὺ χαρακτηριστικό. Ὁ γνωστὸς Ἀμερικανὸς Ἐπιστήμων, Σάμιουελ Χάντιγκτον, τοῦ ὁποίου οἱ ἀπόψεις συχνὰ ἀπησχόλησαν τὸν ἑλληνικὸ τύπο, σὲ μία συνέντευξι ποὺ δόθηκε στὸν Ἕλληνα δημοσιογράφο Ἀλέξη Παπαχελᾶ καὶ δημοσιεύθηκε στὸ Βῆμα (24 Μαΐου 1998) καὶ σὲ ἐρώτημα: «Στὸ βιβλίο σας ἑξαιρεῖτε τὴν Ἑλλάδα ἀπὸ τὴν Δύσι, πρᾶγμα ποὺ προκαλεῖ ἐντύπωσι καθὼς πρόκειται γιὰ μία χώρα ποὺ ἔχει ταυτισθῆ μὲ τὴν Δύσι, σὲ κρίσιμες περιπτώσεις, συμμετέχει στὸ ΝΑΤΟ καὶ στὴν Ε.Ε. καὶ ἔχει υἱοθετήσει ἕνα δυτικὸ τρόπο ζωής», ἀπήντησε: «Δὲν πιστεύω ὅτι ἡ Ἑλλὰς ἀνῆκε ποτὲ στὸν δυτικὸ πολιτισμό, ὁ ὁποῖος δημιουργήθηκε τὸν 9ο καὶ 10ο αἰώνα μ.Χ. Ἡ κλασσικὴ Ἑλλὰς ἐδώρησε ἀσφαλῶς πολλὰ στοιχεῖα στὸν δυτικὸ πολιτισμό. Κατὰ τὴν γνώμη μου οἱ θέσεις ποὺ ἔχει πάρει ἡ Ἑλλὰς σὲ θέματα ὅπως τὸ Βοσνιακὸ δείχνουν καθαρὰ ὅτι ἔχει διαφορετικὰ συμφέροντα ἀπὸ τὶς δυτικὲς δυνάμεις. Βλέπω ὅτι οἱ Ἕλληνες ἀναγνωρίζουν τὸ γεγονὸς αὐτὸ καθὼς σημαίνοντες πολιτικοὶ μιλοῦν ὅλο καὶ περισσότερο γιὰ τοὺς δεσμοὺς τῆς χώρας μὲ ὀρθόδοξες δυνάμεις».
Νομίζω ὅτι δεῖγμα κομπλεξικότητος ἑνὸς λαοῦ εἶναι τὸ νὰ ἐπιδιώκη νὰ θεωρῆται ἐξάρτημα μιᾶς μεγάλης Χώρας ἢ ἀκόμη μίας ἑνώσεως Χωρῶν καὶ μάλιστα τὸ νὰ θεωρῆ ὅτι ἔχει τὴν ἴδια πολιτιστικὴ παράδοσι μὲ αὐτὲς ἢ τὸ χειρότερο ὅτι ἡ πολιτιστικὴ παράδοσις τῆς Δύσεως ἔχει ἐπηρεασθῆ ἀπὸ τὴν δική του πολιτιστικὴ παράδοσι. Στὸ συγκεκριμένο ὅμως θέμα ὁ Χάντιγκτον εἶναι πολὺ σαφὴς καὶ νομίζω ἀληθινός. Δὲν πρόκειται, δηλαδή, γιὰ μία παραπληροφόρησι.
Πράγματι, ὁ δυτικὸς πολιτισμὸς εἶναι δημιούργημα τοῦ Καρλομάγνου, μὲ τὴν φεουδαλιστικὴ καὶ παγανιστικὴ ἀντίληψι καὶ οὐσιαστικῶς δημιουργήθηκε τὸν 9ο καὶ 10ο αἰῶνα, ὅπως λέγει ὀρθῶς ὁ Χάντιγκτον. Προσέλαβε, βεβαίως, κυρίως κατὰ τὴν ἀναγέννησι, μερικὰ στοιχεῖα ἀπὸ τὸν Πλάτωνα καὶ τὸν Ἀριστοτέλη, ἀλλὰ ὅμως ἔχει μία ἄλλη ἀνθρωποκεντρικὴ προοπτικὴ καὶ ὑποδομή. Γι’ αὐτὸ ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες, ἀκόμη καὶ μερικοὶ σοβαροὶ πολιτικοί, ὅσοι ἀφουγκράζονται τοὺς καϋμοὺς τοῦ λαοῦ, ἀναγνωρίζουμε ὅτι ἔχουμε περισσότερη καὶ οὐσιαστικώτερη ἐπικοινωνία μὲ τοὺς ὀρθοδόξους λαοὺς τῶν Βαλκανίων καὶ τοὺς ὀρθοδόξους λαοὺς τῆς Μέσης Ἀνατολῆς, παρὰ μὲ τοὺς δυτικοὺς ποὺ διαποτίζονται ἀπὸ μία ἄλλη παράδοσι.
Βέβαια, θὰ συνεργαζώμαστε μὲ τοὺς Εὐρωπαϊκοὺς λαούς, θὰ συμμετέχουμε στὸ εὐρωπαϊκὸ γίγνεσθαι, ἀλλὰ δὲν εἶναι ἐπαρχιωτισμός, ἀντιθέτως εἶναι πνευματικὴ ἀρχοντιὰ τὸ νὰ γνωρίζουμε καὶ νὰ κρατοῦμε τὴν ἑτερότητα τῆς παραδόσεώς μας, τὴν ὁποία ἀναζητοῦν καὶ οἱ σύγχρονοι δυτικοί, διότι ἔχει στοιχεῖα αὐθεντικότητος.