29/5/09

Δὲν ἑάλω ἡ Πόλις!

τῆς Ἑλένης Κυπραίου

Δὲν ἑάλω ἡ Πόλις! Δὲν ἁλώνονται οὔτε τὰ ἰδανικά, οὔτε τὰ σύμβολα, ἀλλὰ οὔτε κι ὁ Ἑλληνισμός. Μόνο γιὰ λίγο καιρὸ ξαποσταίνουν καὶ ξανὰ πρὸς τὴν δόξα τραβοῦν! Ἡ Πόλις εἶναι μέσα μας. Ἡ ἀπαρχὴ τῆς νέας πορείας μας. Μὲ τὶς ἐξάρσεις καὶ τὶς παρακμές, τὶς περιπέτειες, τὰ πλήγματα καὶ τὶς ἀναλαμπές της. Δὲν πεθαίνει ἔτσι εὔκολα ὁ Ἑλληνισμός. Ὅσες συνωμοσίες κι ἂν ὑφανθοῦν ἐναντίον του. Ὅσοι μίσθαρνοι ἡγέτες κι ἂν τὸν καταταλαιπωρήσουν. Εἶναι ἀπρόβλεπτος ὁ Ἑλληνισμός. Ἐκεῖ ποὺ σκύβει βαθειὰ τὸ κεφάλι, ἐξουθενωμένος ἀπ’ τὴν βία, ἀνατινάζει ὄρθιο τὸ κορμί του, ἀναγεννώμενος ἀπ’ τὶς στάχτες του.
Οἱ διάσπαρτες ἄλλοτε, μοναχικὲς φωνὲς τῶν ἀνησυχούντων Ἑλλήνων πύκνωσαν.
Τώρα ποὺ οἱ κίνδυνοι εἶναι ὁρατοί, αὐτοὶ οἱ Ἕλληνες συσπειρώνονται, ὁμοφωνοῦν μπροστὰ στὸν γιγαντούμενο ἐχθρό.
Ἀπομένει ἀκόμη νὰ τὸν ἐντοπίσουν γιὰ νὰ τὸν καταπολεμήσουν, ὥσπου νὰ τὸν ἐξουθενώσουν καὶ νὰ τὸν ἐκμηδενίσουν.
Τὸ ζητούμενο λοιπὸν εἶναι νὰ βρεθῆ ἡ ταυτότης του.
ΠΟΙΟΣ ΜΑΧΕΤΑΙ ΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟ; ΠΟΙΟΣ ΕΞΕΠΟΡΘΗΣΕ ΤΗΝ ΠΟΛΙ; ΚΙ ΑΠΟ ΠΟΥ ΕΙΣΕΒΑΛΕ στὶς μισογκρεμισμένες της γειτονιές; Λέγεται, πὼς προδότης ὑπέδειξε στὶς ὀρδὲς τοῦ σουλτάνου τὴν Κερκόπορτα.
Ἦταν Ἕλληνας αὐτὸς ὁ προδότης; Βίωνε κι αὐτὸς τὴν ἀγωνία τῆς Βασιλεύουσας ποὺ ἔπνεε τὰ λοίσθια;
Τί σημασία ἔχει; Ἡ Πόλις, ἤδη τὸ 1453, εἶχε μετατραπῆ σὲ ΣΥΜΒΟΛΟ.
Βυζαντινὴ Αὐτοκρατορία δὲν ὑφίστατο πιά. Ὁ Ἑλληνισμὸς ἔπρεπε νὰ ἀναδιπλωθῆ γιὰ νὰ ἐπιζήση, ἔστω καὶ μέσα σὲ μακραίωνη δουλεία.
Ὑπάρχει ἕνα στοιχεῖο, ποὺ παραβλέπουν ὅσοι τάσσονται ὑπὲρ τῆς ἐκδοχῆς τῆς ΣΥΝΩΜΟΣΙΑΣ ἐναντίον τῆς Ἑλλάδος: Ἡ ΘΕΙΑ ΠΡΟΝΟΙΑ. Κανένα ἔργο ἀνθρώπινο, σὲ ἀτομικὴ ἢ συλλογικὴ κλίμακα δὲν συντελεῖται χωρὶς τὴν ΘΕΛΗΣΙ τοῦ ΘΕΟΥ.
Ἑπομένως καὶ καμμιὰ ΣΥΝΩΜΟΣΙΑ δὲν ὁλοκληρώνεται, ἂν δὲν ὑπάρχουν οἱ προϋποθέσεις τῆς ἀθεΐας γι’ αὐτό.
Ἔτσι, ἀχρηστεύονται αὐτομάτως καὶ οἱ πράκτορες καὶ οἱ δοτοὶ κυβερνῶντες καὶ ὅλο τὸ συνονθύλευμα τῶν παρατρεχαμένων τῆς ἑκάστοτε ἐξουσίας.
Κανένα ἔργο ἀνθρώπινο, ὅσο δολερὸ καὶ ὅσο σκοτεινὸ καὶ σατανικὸ κι ἂν εἶναι, δὲν ὑπερισχύει τῶν ΕΡΓΩΝ ΤΟΥ ΘΕΟΥ.
Βεβαίως, ἡ ἀνθρώπινη ἀδυναμία δὲν εἶναι σὲ θέσι νὰ κατανοήση τὴν σημαντικότητα τῆς παραμέτρου τοῦ χρόνου.
Διότι ἀκριβῶς, βραχύβιος ὤν ὁ ἄνθρωπος, ἀνυπομονεῖ νὰ δῆ ἁπτὰ σημεῖα τῶν καιρῶν κατὰ τὴν διάρκεια τῆς ἐφήμερης ζωῆς του.
Ἡ Πόλις εἶναι ΣΥΜΒΟΛΟ. Καὶ σὰν ΣΥΜΒΟΛΟ ἔχει ἀποτυπωθῆ τόσο βαθειὰ στὴν μνήμη τοῦ Ἑλληνισμοῦ. Ἔχει περάσει στὸν γενετικὸ κώδικα τῆς ἴδιας τῆς συνειδήσεώς του. Ἑπομένως δὲν μπορεῖ νὰ ἁλωθῆ οὔτε ἀπ’ τὰ μιλλιούνια τῆς Ἀνατολῆς, ποὺ τὴν κατακλύζουν σήμερα, οὔτε ἀπ’ τὶς τουρκικὲς προσπάθειες νὰ γίνη τζαμὶ ἡ Ἁγία Σοφία, οὔτε ἀπ’ τὶς ὠργανωμένες κατὰ καιροὺς ἐπιθέσεις ἐναντίον τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου.
ΔΕΝ ΕΑΛΩ Η ΠΟΛΙΣ, οὔτε καὶ πρόκειται νὰ ἁλωθῆ!
Καθὼς γράφουμε, ξεπηδᾷ ἀπ’ τὰ βάθη τῆς μνήμης μας μιὰ ἱστορία, ποὺ ἂν δὲν εἶναι ἀληθινή, τοὐλάχιστον θὰ μποροῦσε νὰ ἀπαθανατισθῆ σὰν θρύλος.
Μᾶς τὴν ἀφηγήθηκε, πρὶν μερικὰ χρόνια, προσωπικότης ἀξιόλογη (τηροῦμε τὴν ἀνωνυμία της) καὶ πάντως οὔτε εὐφάνταστη, οὔτε παραμυθολόγος.
Πρὶν μερικὰ χρόνια λοιπόν, λιγώτερο ἀπὸ δεκαετία, ὑπηρετοῦσαν ἀπ’ τὴν μιὰ κι ἀπ’ τὴν ἄλλη πλευρὰ τοῦ Ἕβρου, στὰ σύνορα, ποὺ διαιροῦν τὴν Θράκη μας στὰ δύο, Ἕλλην καὶ Τοῦρκος στρατηγός. Οἱ δύο ἄνδρες εἶχαν συνδεθῆ μὲ στενὴ φιλία.
Ὅταν ἔφθασε ὁ καιρὸς νὰ μετατεθοῦν σὲ ἄλλη ὑπηρεσία, ὁ Τοῦρκος προσκάλεσε τὸν Ἕλληνα ὁμόβαθμό του. «Τόσο καιρό», τοῦ εἶπε, «περάσαμε ἀνέφελα μαζί. Οἱ διαφορὲς ποὺ ἔχουν οἱ δύο χῶρες μας μεταξύ τους δὲν ἐπηρέασαν τὴν φιλία μας. Ἀλλὰ κι ἐμεῖς οἱ Τοῦρκοι θεωροῦμε τὴν φιλία ἱερή. Θὰ ἤθελα αὔριο τὸ βράδυ νὰ σοῦ τὸ ἀποδείξω».
Τὴν ἑπομένη, στὶς 10 ἀκριβῶς, ὁ Ἕλλην ἐπιβιβαζόταν στὸ ἰδιωτικὸ αὐτοκίνητο τοῦ Τούρκου. Νύχτα ἀφέγγαρη ἦταν. Ἐρημικοὶ οἱ δρόμοι. Ἀνοιχτὴ κι ἡ λεωφόρος ταχείας κυκλοφορίας πρὸς τὴν Πόλι.
Κοντὰ μεσάνυχτα πρέπει νὰ πλησίασαν στὶς παρυφές της. Ὕπνος βαθὺς εἶχε καθηλώσει τοὺς κατοίκους της στὰ κρεββάτια. Ἡσυχία στοὺς δρόμους.
Γρήγορος ὁ ὁδηγὸς Τοῦρκος, μπῆκε, βγῆκε ἀπὸ στενά, ἀπὸ περιπεπλεγμένα σὰν κουβάρι καλντερίμια. Νύχτα ἀφέγγαρη.
Σταμάτησε μπροστὰ σὲ καγκελλόπορτα μὲ γραφὴ στὰ ἑλληνικά. Ἔσβησε τὴν μηχανή.
Ὁ γοργὸς ρυθμός, ἡ ἀγωνία, ἡ περιέργεια, δὲν ἄφηναν στὸν Ἕλληνα περιθώρια νὰ ψάξη, οὔτε κἂν νὰ προβληματισθῆ.
Ἀκολουθοῦσε τὸν Τοῦρκο πειθήνια, σὰν αὐτόματο, χωρὶς φόβο, μὲ περίσσεια ἐμπιστοσύνη. Οὔτε κἂν ποὺ τοῦ πέρασε ἀπ’ τὸ μυαλὸ πὼς μποροῦσαν νὰ εἶναι καὶ κακὲς οἱ προθέσεις του.
Στάθηκαν μπροστὰ σὲ διπλομανταλωμένη, σιδερένια, στενὴ θύρα. Ἔβγαλε κλειδὶ ἀπ’ τὴν τσέπη του ὁ Τοῦρκος. Ξεκλείδωσε. Ἄνοιξε. Ὑπόγειο ἦταν. Μούχλα ἀνέδιδαν οἱ τοῖχοι. Μούχλα καὶ κλεισούρα. Λησμονιὰ καταχωνιασμένη στὰ ἔγκατα τῆς γῆς. Περπάτησαν κι οἱ δύο σὲ διαδρόμους χωρὶς νὰ σκοντάφτουν. Τοὺς βάραινε ἡ σιωπή, ἡ ἀναμονή. Ποῦ πήγαιναν, ἔτσι στὰ τυφλά; Ποῦ κατευθύνονταν; Ἀνάστροφα στὸν χρόνο. Σὲ ποιόν χρόνο, τὸν ἀνθρώπινο ἢ τὸν Θεϊκό;
Ὁ Τοῦρκος ἤξερε. Ἀλλὰ δὲν ἤξερε ἀκόμη ὁ Ἕλλην. Δὲν μποροῦσε νὰ δικαιολογήση τὴν περιπλάνησι.
Μὰ οὔτε καὶ πρόφταινε νὰ προβληματιστῆ. Ἀκολουθοῦσε. Μὲ τὴν βεβαιότητα πὼς ἡ στιγμὴ ἦταν μοναδική. Πὼς δὲν θά ‘χε τὴν εὐκαιρία, ποτὲ ξανά, νὰ τὴν ξαναζήση. Ἀκολουθοῦσε. Ὀνειρευόταν ἄραγε; Ὑπνοβατοῦσε; Φτερωμένη ἡ φαντασία του, ἀνάπλαθε μονοπάτια, ποὺ μόνο σὲ ἐλαφρὺ ὕπνο βαδίζει κανείς;
Ἕνα ἦταν σίγουρο: Δὲν θὰ ξανάβρισκε ποτὲ τὸν δρόμο. Δὲν θὰ τὸν ξανάβρισκε χωρὶς ὁδηγό.
Εἶχαν φτάσει στὸ τέρμα. Θύρα καὶ πάλι ἁρματωμένη μπροστά τους. Βαρειά σιωπή. Ἡ σιγὴ τῆς ὕστατης ὥρας. Ποὺ ἦρθε νὰ διακόψη μόνο τὸ τρίξιμο τῆς κλειδαριᾶς. Τὸ γκρίνιασμα τοῦ σκουριασμένου σίδερου.
Μισάνοιξε ἡ βαρειὰ θύρα. Ἰσχνὸ φῶς στὸ ἐσωτερικό. Ὑπερκόσμιο. Μυστηριακό. Ὑπόγειο; Μπουντρούμι; Κενοτάφιο;
Καὶ τότε, τότε μόνον μίλησε ὁ Τοῦρκος: «Ἐσεῖς οἱ Ἕλληνες δὲν πιστεύετε στὸν θρύλο τοῦ Μαρμαρωμένου Βασιλιᾶ; Δὲν λέτε καὶ ξαναλέτε μεταξύ σας πὼς βόλι ἐχθροῦ δὲν τὸν ἄγγιξε; Πὼς δὲν τὸν κατάπιε τὸ μανιασμένο πλῆθος τῶν πορθητῶν τῆς Πόλεως; Ἀλλὰ πὼς τὸν τράβηξε ἡ Παναγιὰ στὴν ἀγκαλιά της γιὰ νὰ τὸν κάνη Ἀθάνατο; Δὲν εἶστε βέβαιοι πὼς ΖΗ Ο ΜΑΡΑΜΑΡΩΜΕΝΟΣ ΒΑΣΙΛΙΑΣ; Δὲν εἶναι θρύλος, ψεύτικη ἐλπίδα, ὀνειροφαντασία. Εἶναι ΑΛΗΘΕΙΑ. Δὲς καὶ μόνος σου».
Στὸ πάτωμα, μισοανασηκωμένο στὸν ἕνα ἀγκῶνα, ὁ Ἕλλην εἶδε, εἶδε μὲ τὰ μάτια του τὸν ΜΑΡΜΑΡΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΙΑ.
ΑΝΑΣΗΚΩΜΕΝΟ.
Ρῖγος μεταφυσικὸ τὸν διαπέρασε. Θόλωσαν ἀπ’ τὰ δάκρυα τὰ μάτια του. Θαμπώθηκε ἡ ὅρασίς του. Ἔκανε τὸν σταυρό του. Μπροστά του, εκεῖ, σὲ ἀπόστασι ἀνάσας, τὸ ΘΑΥΜΑ.
Κι ἦταν αὐτὸς ὁ τυχερός, ποὺ εἶχε ἀξιωθῆ νὰ τὸ ζήση μὲ τὶς αἰσθήσεις του. Σὲ συγκεκριμένο χῶρο καὶ χρόνο.
Πηχτὴ ἡ σιωπή σχεδὸν κοβόταν μὲ τὸ μαχαίρι.
Μίλησε καὶ πάλι ὁ Τοῦρκος:
«Πρὶν μερικὰ χρόνια κειτόταν στὸ ἔδαφος ὁ ΜΑΡΜΑΡΩΜΕΝΟΣ ΒΑΣΙΛΙΑΣ. Τὸν τελευταῖο καιρὸ ἄρχισε σιγά-σιγὰ ν’ ἀνασηκώνεται. Πᾶμε».
Ξανάκλεισαν τὴν θύρα. Τὴν ξανακλείδωσαν. Ἀντίστροφα βγῆκαν μέχρι τὴν αὐλὴ ἀπ’ τὰ ὑπόγεια. Ξαναπέρασαν τὴν καγκελλένια πόρτα.
Δὲν ἄφησαν πίσω ἴχνη ἀπ’ τὶς πατημασιές τους. Κανεὶς δὲν τοὺς εἶχε δῆ. Μπῆκαν στὸ αὐτοκίνητο καὶ πῆραν τὸν δρόμο τοῦ γυρισμοῦ. Σιωπηλοί. Χωρὶς ν’ ἀνταλλάξουν κουβέντα.
Δὲν εἶχε ἀκόμη ξημερώσει σὰν ἔφτασαν στὸν Ἕβρο. Προτοῦ ἀποχωρισθοῦν, φιλήθηκαν σταυρωτά. Τὸ ποτάμι κυλοῦσε ὁρμητικὰ πρὸς τὸ Αἰγαῖο.
«Γυρίζει πίσω τὸ ποτάμι», μονολόγησε ὁ Ἕλλην στρατηγός. «Γυρίζει ὅταν τὸ θελήση ὁ Θεός».
Ὑπηρέτησε ἀργότερα στὸ Κέντρο.
Προτοῦ ἀποστρατευθῆ θεώρησε ὑποχρέωσί του ν’ ἀποκαλύψη τὸ μεγάλο μυστικὸ στὴν προσωπικότητα ποὺ μᾶς τὸ ἐμπιστεύθηκε, κατονομάζοντας καὶ τὸν στρατηγὸ κάτω ἀπὸ τὸ βλέμμα τοῦ Θεοῦ καῖ τῆς Παναγιᾶς.
Κάναμε κι ἐμεῖς τὸν σταυρό μας μουρμουρίζοντας: «ΔΕΝ ΕΑΛΩ Η ΠΟΛΙΣ!»

16/5/09

Μετὰ τὴν μπόρα...

τοῦ Νικολάου Π. Ἀνδριώτου

Ἡ μπόρα ἔχει περάσει, ἀλλὰ θυμωμένα κυλοῦν τὰ θολὰ νερὰ τοῦ ποταμοῦ δίπλα ἀπὸ τὸ μεγάλο χωριό, ποὺ ἁπλώνεται στὸν εὔφορο κάμπο.
Εἶναι τουρκικὸ τὸ χωριό. Φρεσκοπλυμένο ἀπὸ τὸ χορταστικὸ λουτρό, χαίρεται τώρα τὴν εὐλογία τοῦ ἥλιου καὶ στεγνώνει γοργά, βυθισμένο στὴν μακαριότητα τῆς εὐτυχίας του.
Δὲν ἦταν ὅμως πάντα τουρκικό. Σὲ παλαιότερη ἐποχή, τότε ποὺ τὸ σημερινὸ Ἐρζεροὺμ λεγόταν Θεοδοσούπολις, εἶχαν χτισθῆ δίπλα στὸν Ἄκαμψι ποταμό, στὴν ἄκρη τοῦ εὔφορου ἐκείνου ὀροπεδίου, λίγα σπίτια ἀπὸ οἰκογένειες ἀκριτῶν τοῦ Βυζαντινοῦ κράτους. Ἀργότερα, μὲ τὴν κατάλυση τῆς αὐτοκρατορίας τοῦ Βυζαντίου, Τοῦρκοι ἦρθαν κι ἐγκαταστάθηκαν στὸ ἑλληνικὸ χωριὸ κι ἀνάγκασαν τοὺς κατοίκους του ν’ ἀλλαξοπιστήσουν καὶ νὰ δεχθοῦν τὸν μωαμεθανισμό.
Ἀπὸ κείνη τὴν ἡμέρα σίγησε κι ἡ καμπάνα τῆς μικρῆς ἐκκλησούλας, καὶ στοὺς τέσσαρες αἰῶνες καὶ περισσότερο, ποὺ πέρασαν ἀπὸ τότε, δὲν ἀπέμεινε πιά, οὔτε σὰν θολὴ ἀνάμνηση, ἡ χριστιανικὴ καταγωγὴ τῶν πρώτων κατοίκων.
Στεγνώνει λοιπὸν τὸ τουρκικὸ χωριὸ ὕστερα ἀπὸ τὴν μπόρα, ἐνῷ στὸ καφενεῖο οἱ ἡλικιωμένοι Τοῦρκοι, καθισμένοι σταυροπόδι σὲ μαλακὰ στρωσίδια, ρουφοῦν ἡδονικὰ τοὺς ναργιλέδες τους καὶ διηγοῦνται εὔθυμες ἱστορίες.
Ἔξαφνα σπαρακτικὲς φωνὲς ἀκούονται ἀπὸ τὸ μέρος τοῦ ποταμοῦ· δυὸ μικρὰ Τουρκόπουλα, παίζοντας στὴν ὄχθη, ἔπεσαν στὸ ποτάμι καὶ τὰ πῆρε τὸ ὁρμητικὸ ρεῦμα. Μιὰ γυναίκα, ποὺ εἶδε τὸ ἀτύχημα, ἔβαλε τότε τὶς φωνὲς καὶ ξεσήκωσε τὸν κόσμο.
Τὸ καφενεῖο ἄδειασε στὴν στιγμή. Ὅλοι οἱ θαμῶνες ἔτρεξαν κατὰ τὸ ποτάμι, καὶ μαζὶ μὲ ὅλους, κι ὁ μουχτάρης τοῦ χωριοῦ, ὁ πρόεδρος τῆς κοινότητος, ὅπως θὰ λέγαμε ἐμεῖς.
Μάταιος κόπος! Τὸ ἕνα ἀπὸ τὰ δύο παιδιά, ἕνα ἀγόρι πέντε χρονῶν, εἶχε ἤδη πνιγῆ, ὅταν ἔφτασε ἡ βοήθεια, καὶ τ’ ἄλλο συνομήλικό του, δὲν εἶχε πιὰ ἀνάγκη ἀπὸ βοήθεια· αὐτὸ τὰ κατάφερε νὰ φτάση μόνο του στὴν ὄχθη, λίγο παρακάτω ἀπὸ τὸ σημεῖο τοῦ ἀτυχήματος. Ἦταν βρεγμένο ὡς τὸ κόκκαλο, ἀλλὰ ἔβλεπε τὸ μαζεμένο πλῆθος χαμογελαστό, σὰν νὰ μὴν εἶχε γίνει τίποτε τὸ σπουδαῖο.
Ὁ μουχτάρης τὸ πῆρε στὴν ἀγκαλιά του κι ἄρχισε νὰ τὸ χαϊδεύη.
- Πῶς τὰ κατάφερες, παιδί μου, νὰ γλυτώσης; ἔλεγε καὶ ξανάλεγε. Μπράβο! Ἐσὺ θὰ γίνης σωστὸς ἄνδρας! Θὰ φοβήθηκες ὅμως πολύ, ἔτσι δὲν εἶναι;
- Καθόλου! ἀποκρίθηκε ὁ μικρὸς ἀθῶος. Δὲν φοβήθηκα καθόλου. Μὲ κρατοῦσε ἡ μητέρα τοῦ Θεοῦ στὴν ἀγκαλιά της καὶ μ’ ἔσπρωχνε σιγὰ - σιγὰ στὴν ἀκροποταμιά.
Ὁ μουχτάρης ἔμεινε περίεργος.
- Ἡ μητέρα τοῦ Θεοῦ, εἶπες; Καὶ ποῦ τὴν ξέρεις ἐσὺ τὴν μητέρα τοῦ Θεοῦ;
- Τὴν ξέρω! Τὴν ἔχομε στὸ σπίτι μας, ζωγραφισμένη σ’ ἕνα σανιδάκι!
Μιὰ ὑποψία γεννήθηκε ἀπὸ τὴν ἀπάντηση τοῦ μικροῦ στὴν σκέψη τοῦ μουχτάρη.
- Πᾶμε νὰ μοῦ τὴν δείξης κι ἐμένα! λέει στὸ Τουρκόπουλο. Πᾶμε!
Σὲ λίγο ἔφτασαν στὸ σπίτι, ὅπου βρισκόταν μόνο ἡ γιαγιὰ κι ἡ μητέρα τοῦ μικροῦ· ὁ πατέρας του ἔλειπε.
Οἱ δυὸ γυναῖκες δὲν εἶχαν ἰδέα ἀπὸ τὸ ἀτύχημα καὶ μὲ ἔκπληξη καὶ ἀπορία παρατηροῦσαν τὸν ἐπίσημο ἐπισκέπτη. Ἡ ἔκπληξή τους ὅμως ἔγινε τρόμος μεγάλος, ὅταν εἶδαν τὸ παιδί τους νὰ τοῦ δείχνη μιὰ μικρὴ πόρτα στὸν τοῖχο τοῦ ἐσώτερου διαμερίσματος τοῦ σπιτιοῦ καὶ νὰ τοῦ λέη: «Νά, ἐδῶ μέσα εἶναι, ἄνοιξε νὰ δῆς!».
Ἔκαμαν τὸτε μιὰ κίνηση πρὸς τὰ ἐκεῖ, γιὰ νὰ ἐμποδίσουν τὸν μουχτάρη, μὰ ἐκεῖνος εἶχε κιόλας ἀνοίξει τὴν πορτούλα.
Καὶ τότε ἕνα θέαμα καταπληκτικὸ παρουσιάσθηκε στὰ μάτια του: Σ’ ἕνα μικρὸ καὶ σκοτεινὸ δωμάτιο, δίχως κανένα παράθυρο, ἕνα καντῆλι ἔκαιε μπροστὰ στὸ εἰκόνισμα τῆς Παναγίας. Εὐωδία ἀπὸ θυμίαμα ξεχύθηκε τὴν ἴδια στιγμὴ ἀπὸ τὸν κρυψῶνα καὶ γέμισε τὰ ρουθούνια τοῦ Τούρκου, ποὺ ρούφηξε ἡδονικὰ τὸ ἄγνωστο γι’ αὐτὸν ἄρωμα.
Οἱ γυναῖκες παγωμένες ἀπ’ τὸν τρόμο, δὲν εἶχαν τὴν δύναμη ν’ ἀρθρώσουν λέξη, καὶ μόνο τὰ μάτια τους, στυλωμένα στὴν εἰκόνα, ἔστελναν θερμή, σιωπηλὴ ἱκεσία πρὸς τὴν Θεομήτορα, νὰ τὶς βοηθήση στὴν δύσκολη ἐκείνη περίσταση.
Ἄφωνος ὅμως κι ἀκίνητος στεκόταν μπροστὰ στὸ εἰκόνισμα καὶ ὁ μουχτάρης, ὁ φανατικὸς Τοῦρκος, ποὺ ποτὲ δὲν θὰ μποροῦσε νὰ φαντασθῆ ὅτι θὰ ἔκαμε στὸ χωριό του τέτοια ἀνακάλυψη. Τὸ γλυκύτατο βλέμμα τῆς Παναγίας, μὲ τὸ θεῖο βρέφος στὴν ἀγκάλη Της, τοῦ εἶχε κάμει ἀνέκφραστη ἐντύπωση.
- Αὐτὴ εἶναι ἡ μητέρα τοῦ Θεοῦ, ποὺ μὲ κρατοῦσε στὰ χέρια της. Τὴν εἶδες; εἶπε ὁ μικρὸς μὲ φωνὴ χαρούμενη, λὲς καὶ εἶχε κάμει κατόρθωμα.
Οἱ γυναῖκες ἔπεσαν στὰ πόδια τοῦ μουχτάρη κι ἄρχισαν νὰ τὸν παρακαλοῦν.
- Μὴ μᾶς κάνης κακό, ἐφέντη πολυχρονεμένε, κι ἐμεῖς θὰ παρακαλοῦμε τὴν Παναγία νὰ σὲ φυλάγη καλά…
- Ὥστε εἶστε Χριστιανοί; πρόφερε ἀργά.
- Ναί! …δὲν πειράζομε ὅμως κανένα. Ἀκολουθοῦμε τὴν πίστη τῶν πατέρων μας, ὅπως τὴν πῆραν κι ἐκεῖνοι ἀπ’ τοὺς δικούς τους πατέρες… Μὴ μᾶς κάμης κακό… ἐφέντη!
Ὁ μουχτάρης στάθηκε μερικὲς στιγμὲς σιωπηλός. Ἔπειτα μὲ φωνὴ σιγανή, σὰν νὰ ἤθελε ν’ ἀνακοινώση κάποιο μυστικό, λέει στὶς γυναῖκες:
- Μὴ φοβᾶστε! Προσέξτε ὅμως, μὴ πῆτε κι ἐσεῖς σὲ κανένα, ὅτι ἦρθα στὸ σπίτι σας καὶ εἶδα αὐτὸ ποὺ εἶδα… Κάπου – κάπου θὰ σᾶς στέλνω λίγο λάδι νὰ βάζετε στὸ καντῆλι, πρόσθεσε, ἐνῷ προχωροῦσε πρὸς τὴν ἔξοδο.

Πηγή: Κρυπτοχριστιανικὰ Κείμενα

11/5/09

Προπαγάνδα ὑπό τῶν Μ.Μ.Ε. διὰ τὴν καθιέρωσιν τοῦ μαθήματος σεξουαλικῆς διαπαιδαγωγήσεως

Ἀμέσως μετὰ τὸ Πάσχα ἐδόθη εἰς τὴν δημοσιότητα μία ἐπιστημονικὴ ἔρευνα, συμφώνως μὲ τὴν ὁποίαν τἀ νέα παιδιὰ ἀρχίζουν τὰς προγαμιαίας ὁλοκληρωμένας σχέσεις εἰς ἡλικίαν 12,5 ἐτῶν. Ἡ ἰδία ἔρευνα ἔδειξεν ὅτι τὰ νέα αὐτὰ παιδιὰ εὑρίσκονται ἀντιμέτωπα μὲ πληθώραν μεταδιδομένων σεξουαλικῶν νοσημάτων.
Οἱ εὐθῦνες τῶν γονέων γιὰ τὰς προγαμιαίας σχέσεις τῶν παιδιῶν των εἶναι μεγάλαι. Τὰ Μ.Μ.Ε. ἀντὶ νὰ ἐπικρίνουν τοὺς γονεῖς, τοὺς ἐπιβραβεύουν, ἐνῷ χειροκροτοῦν καὶ τὰς προγαμιαίας σχέσεις των, χωρὶς νὰ ἀναλύουν τοὺς κινδύνους καὶ τὰς ἐπιπτώσεις εἰς τὸν ἐσωτερικόν των κόσμον ἢ γενικώτερον εἰς τὴν ψυχικήν των ὑγείαν μετὰ τὴν πάροδον τῶν ἐτῶν.
Τὰ Μ.Μ.Ε. ἀνησύχησαν μόνον διὰ τὰ μεταδιδόμενα σεξουαλικὰ νοσήματα. Καὶ ποῦ αὐτὰ ἀπέδωσαν; Εἰς τὴν ἀπουσίαν μαθήματος σεξουαλικῆς διαπαιδαγωγήσεως τῶν παιδιῶν εἰς τὰ σχολεῖα. Ἤρχισαν μίαν προπαγάνδαν, ἀμέσως μετὰ τὴν δημοσιοποίησιν τῆς προαναφερομένης ἐρεύνης ἐναντίον τῆς διδασκαλίας τῶν μαθημάτων τῶν Θρησκευτικῶν καὶ τῆς Γεωγραφίας. «Τί νὰ τὰ κάνουν τὰ Θρησκευτικὰ τὰ παιδιὰ στὸν 21ο αἰῶνα καὶ γιατί νὰ μαθαίνουν γιὰ τὴν ἱστορία καὶ γιὰ τὸν πλοῦτο τῶν βουνῶν μας;», ἔλεγαν ἀπὸ ραδιοφώνου.
Μὴ ἀπορῆτε. Τὰ πάντα εἶναι προσχεδιασμένα. Ἀπὸ τὸ φθινόπωρον ἡ Κυβέρνησις μὲ τὴν σύμφωνον γνώμην ὅλων σχεδὸν τῶν κομμάτων θὰ καθιερώση τὴν σεξουαλικὴν ἀγωγὴν εἰς τὸ δημοτικὸν σχολεῖον. Προφανῶς γιὰ νὰ συνεχίση τὸ καταστροφικὸν ἔργον τῶν νέων γονέων, οἱ ὁποῖοι ἐπιτρέπουν εἰς τὰ μικρὰ παιδιά των νὰ παρακολουθοῦν ἄσεμνα καὶ αἰσχροῦ περιεχομένου προγράμματα, ἢ κάνουν μπάνιο εἰς τὴν μπανιέρα μαζί των.
Ἡ ἐπιχείρησις «ἀποκτήνωσις» τῶν νέων ψυχῶν ἤρχισε εἰς τὴν Εὐρώπην τὴν περίοδον 1972 – 1973 καὶ συνεχίζεται ἀκόμη καἰ σήμερον. Ἡ «ἐπιχείρησις» αὐτὴ ἔχει καταστροφικὰ ἀποτελέσματα διὰ τὰ παιδιά, ἀφοῦ ἔχομεν προώρους ἐγκυμοσύνας, ἐκτρώσεις ἢ καὶ τὴν γέννησιν παιδιῶν ἀπὸ γονεῖς, οἱ ὁποῖοι εἶναι παιδιά, ὡς συνέβη προσφάτως εἰς τὴν Ἀγγλίαν.
Ὅσον, ὅμως, θὰ πλησιάζωμεν πρὸς τὸ φθινόπωρον, τόσον ἡ ἐπίθεσις ἐναντίον τῶν Θρησκευτικῶν καὶ τοῦ ἠθικοπλαστικοῦ σχολείου θὰ ἐντείνεται, διὰ νὰ πεισθῆ ἡ Ἑλληνικὴ κοινωνία ὅτι τὸ μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν εἶναι ἀναχρονιστικὸν καὶ ὡς ἐκ τούτου ἄχρηστον, ἐνῷ τὸ μάθημα τῆς σεξουαλικῆς ἀγωγῆς σπουδαῖον.
Ὡς πρὸς τὸ μάθημα τῆς Γεωγραφίας, τὸ ὁποῖον ἐτέθη καὶ αὐτὸ εἰς τὸ στόχαστρον τῶν Μ.Μ.Ε. πρὸς χάριν τοῦ μελλοντικοῦ σεξουαλικοῦ μαθήματος, ὑπενθυμίζομεν ὅτι κατὰ τὴν περίοδον, κατὰ τὴν ὁποίαν τὸ κράτος ἐπεχείρησε νὰ ἐπιβάλη τὴν πλαστογραφημένην καὶ φιλοτουρκικὴν Ἱστορίαν εἰς τὰ δημοτικὰ σχολεῖα, ἀπεκαλύφθη ὅτι εἰς τὸ στόχαστρον τῆς παγκοσμιοποιήσεως εἶναι, ἐκτὸς τῆς Ἱστορίας καὶ τῶν Θρησκευτικῶν, τὸ μάθημα τῆς Γεωγραφίας.
Μὲ ἔξυπνον τρόπον τὰ Μ.Μ.Ε. ἐπαναφέρουν εἰς τὸ προσκήνιον εἴτε τὴν κατάργησιν τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν, εἴτε τῆς Γεωγραφίας, πρὸς χάριν τοῦ μαθήματος τῆς σεξουαλικῆς διαπαιδαγωγήσεως. Ἀπὸ τὶς ἀντιδράσεις μας θὰ ἐξαρτηθῆ, ἐὰν τὰ προαναφερόμενα σχέδια θὰ πραγματοποιηθοῦν.

Πηγή: ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΤΥΠΟΣ

1/5/09

Ἂς μιμηθοῦμε τοὐλάχιστον τοὺς Ἰνδούς...

Ὁ διαπρεπὴς Μουσουργὸς τῆς συμφωνικὴς ὀρχήστρας τοῦ Ἀμβούργου κ. Στέλιος Κουκουναρᾶς (Stelios Coucounaras) μᾶς ἀπέστειλε τὴν ἀκόλουθη ἐπιστολή, τὴν ὁποία καὶ δημοσιεύουμε:

Στὶς 21 Ἀπριλίου 2009, ὁ γερμανικὸς ραδιοσταθμὸς περιωπῆς Deutschlandfunk (προφέρεται Ντώϋτσλαντφουνκ) στὴν καθημερινή του πρωϊνὴ ἐκπομπὴ «Μέρα μὲ τὴν ἡμέρα» μετέδωσε ὅτι ἡ Ἰνδικὴ Κυβέρνησις ἀπεφάσισε τὴν Ἀνάστασι (σωστὰ διαβάσατε!) τῆς Σανσκριτικῆς γλώσσης μὲ σκοπὸ αὐτὴ νὰ ἀποτελέση τὴν βάσι-πλαίσιο μιᾶς νέας ὁριστικῆς ταυτότητος τοῦ Ἰνδικοῦ Ἔθνους, τὸ ὁποῖο ἤδη διεκδικεῖ ἀπὸ τὴν Κίνα τὸ δικαίωμα διαδοχῆς τῶν Η.Π.Α., ὡς ἡγέτιδος δυνάμεως τοῦ πλανήτου.
Πρὸς διεθνῆ ἐνημέρωσι παντὸς ἐνδιαφερομένου ἐδόθησαν καὶ οἱ ἑξῆς συμπληρωματικὲς πληροφορίες: Ἡ Σανσκριτικὴ ἰχνηλατεῖται κατὰ τοὺς Ἰνδοὺς γλωσσολόγους ἕως τὸν 13ο π.Χ. αἰῶνα τὸ ἐνωρίτερον, ὡς πλήρης, ἀρτία γλῶσσα, τὴν ὁποία καμμία ἀπὸ τὶς ἄλλες 15 ἐπίσημες ἢ ἡμιεπίσημες γλῶσσες τοῦ Ἰνδικοῦ γεωγραφικοῦ χώρου κατάφερε ποτέ, ὄχι νὰ ξεπεράση, ἀλλὰ οὔτε κἂν νὰ πλησιάση. Περαιτέρω εἰπώθηκε, ὅτι ἡ γλῶσσα, κάθε γλῶσσα, δὲν εἶναι ἁπλοῦν μέσον ἐπικοινωνίας, ἀλλὰ κιβωτὸς ὁλοκλήρου τοῦ πολιτισμοῦ καὶ τῆς Ἱστορίας μιᾶς κοινότητος ἀνθρώπων, εἴτε ἔθνος τὸ ὀνομάσουμε αὐτὸ εἴτε κάτι ἄλλο.
Γιατί τώρα ὅλα αὐτὰ εἶναι ἐνδιαφέροντα γιὰ ἐμᾶς τοὺς Ἕλληνες; Στὴν ἴδια κρατικὴ Ἰνδικὴ διακοίνωσι ἐλέχθη, ὅτι μόνον ἡ Σανσκριτικὴ καὶ ἡ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ εἶναι οἱ γλῶσσες πάνω στὶς ὁποῖες ἐν σπέρματι στηρίζεται ὁλόκληρος ὁ πολιτισμὸς τοῦ πλανήτου. Ἐκεῖνοι δέ, οἱ ὁποῖοι θεωροῦν τὶς δύο αὐτὲς γλῶσσες νεκρές, ἔχουν ὁλοκληρωτικὴ ἄγνοια, διότι παραβλέπουν τὸ γεγονός, ὅτι καμμία σύγχρονη γλῶσσα δὲν «βγαίνει» χωρὶς αὐτὲς τὶς δύο ἱστορικὲς γλῶσσες.
Ὁ ἦχος καὶ μόνον τῶν δύο αὐτῶν γλωσσῶν, δηλαδὴ τῆς Σανσκριτικῆς καὶ τῆς ἀρχαίας Ἑλληνικῆς, εἶναι ἀπὸ τὴν φύσι του τέτοιος, ὥστε νὰ ἐξαγιάζη (αὐτὴν τὴν λέξι χρησιμοποίησε σὲ μετάφρασι ὁ Γερμανὸς συντάκτης τοῦ δελτίου) τὶς ἔννοιες.
Κάνει κανείς –δηλαδὴ δὲν μπορεῖ, καὶ νὰ θέλη, νὰ κάνη διαφορετικά- μελαγχολικὲς σκέψεις, ὅταν βλέπη ἀπὸ τὰ πέρατα τῆς γῆς νὰ τοῦ πιστοποιοῦνται τέτοιου εἴδους τίτλοι γιὰ τὴν γλῶσσα του, τὴν στιγμὴ ποὺ τὸ ἑλληνικὸ Ὑπουργεῖο Παιδείας, τὸ περιώνυμο Παιδαγωγικὸ Ἰνστιτοῦτο καὶ τὸ ἵδρυμα Μανώλης Τριανταφυλλίδης, κάνουν τὰ ἀδύνατα-δυνατά, προκειμένου, ἐὰν ὄχι νὰ καταργήσουν τελείως τὰ ἑλληνικά, τοὐλάχιστον νὰ τὰ ἀκρωτηριάσουν σὲ τέτοιο βαθμό, ὥστε ὁ θάνατος ἐν εὐθέτῳ χρόνῳ νὰ εἶναι ἡ μόνη ἀναμενομένη συνέπεια.
Ἰδιαιτέρως ἐνδιαφέρον: Ἀπὸ τὴν ἴδια κρατικὴ Ἰνδικὴ πηγὴ ἐλέχθη ὅτι, ἐπὶ 4000 περίπου χρόνια, τὸ Βραχμανικὸ Ἱερατεῖον οὔτε πρὸς στιγμὴν διενοήθη νὰ προσαρμόση σὲ κάποια σύγχρονη διάλεκτο τὴν γλῶσσα αὐτὴν –μὲ τὴν ἐλπίδα ὅτι θὰ καθίστατο πιὸ κατανοητὴ στὶς μᾶζες- ὅπως κατ’ ἐξακολούθησιν προτείνουν ὡρισμένα «προοδευτικὰ» (σὲ εἰσαγωγικὰ ἀσφαλῶς) μέλη τοῦ ἑλληνικοῦ Ὀρθοδόξου Κλήρου.
Ἐπειδὴ τὸ ἔμπρακτο ἐνδιαφέρον σας γιὰ τὸ κατάντημα (διότι περὶ αὐτοῦ πλέον πρόκειται) τῆς ἑλληνικῆς γλώσσης ἔχει περάσει καὶ στὸν χῶρο τῶν Ἑλλήνων τοῦ ἐξωτερικοῦ, παρακαλῶ νὰ δώσετε τὶς τελείως ἐπίκαιρες αὐτὲς πληροφορίες σὲ οἱονδήποτε νομίζετε ὅτι θὰ μποροῦσε νὰ τὶς ἀξιοποιήση.
Σᾶς εὐχαριστῶ ἐκ τῶν προτέρων!

Μὲ πολλοὺς φιλικοὺς χαιρετισμούς
Στέλιος Κουκουναρᾶς