τῆς κ. Δάφνης Βαρβιτσιώτου
«Βουλεύεσθαι καὶ λογίζεσθαι ταυτὸν»¹
Ἀριστοτέλης
Ἐπανερχόμενοι στὴν δρᾶσι τῆς «νέας» τηλεοράσεως, ὑπενθυμίζουμε ὅτι, σύμφωνα μὲ ὅλες τὶς ἐνδείξεις, αὐτὴ φαίνεται νὰ πρωτοστατῆ στὸν «ἀόρατο» πόλεμο ποὺ διεξάγει ὁ «Νέος Διαφωτισμὸς» κατὰ τῆς «παλαιᾶς» σκέψεως.
Ἀπομένει τώρα νὰ ἀναλυθῆ ἡ δρᾶσις τῶν τηλεοπτικῶν διαμορφωτῶν γνώμης καὶ καθοδηγητῶν σκέψεως τοὺς ὁποίους αὐτὴ ἐπιλέγει, οὕτως ὥστε νὰ διαπιστωθῆ ἡ συμβολή τους τόσο στὸν «κατευνασμὸ» καὶ τὸν «λήθαργο» στὸν ὁποῖον ἔχουν βυθισθῆ οἱ δυτικὲς κοινωνίες², ὅσο καὶ στὴν «δημιουργικὴ καταστροφή», γιὰ τὴν ἐπικράτησι τῆς Νέας Ἐποχῆς. Ὅσοι παρακολουθοῦν τὴν «νέα» τηλεόρασι μὲ ἀναλυτικὸ καὶ κριτικὸ πνεῦμα, διαπιστώνουν ὅτι, οἱ σύγχρονοι ἰνστρούχτορες-ἐκπαιδευτές³, εἴτε «στρατευμένοι», εἴτε χρησιμοποιούμενοι ἐν ἀγνοίᾳ τους ἐφαρμόζουν, μέσῳ αὐτῆς, τὶς ἀκόλουθες, κυρίως, μεθοδεύσεις:
Ἐξουδετερώνουν τὴν λογικὴ τῶν τηλεθεατῶν, «ἀποδομῶντας» κάθε αὐτονόητο, καὶ ἐπαναπροσδιορίζοντάς το, ἐπὶ «νέας», «πολιτικῶς ὀρθῆς» βάσεως, ἡ ὁποία, στὴν οὐσία, τὸ ἀντιστρέφει, πρὸς δόξαν τοῦ «Νέου Διαφωτισμοῦ». Π.χ.: «Σὲ μία ''σωστὴ'' δημοκρατία, ἡ πλειοψηφία ὀφείλει νὰ ὑποτάσσεται στὴν μειοψηφία».
Παραλύουν τὴν λογική, διὰ τῆς «ἀφελοῦς», «ἀντικειμενικῆς» καὶ «δημοκρατικῆς» τηρήσεως ἴσων ἀποστάσεων μεταξὺ δικαίου καὶ ἀδίκου, θετικοῦ καὶ ἀρνητικοῦ, καλοῦ καὶ κακοῦ, θύματος καὶ θύτου, ἠθικοῦ καὶ ἀνηθίκου, ὁμαλοῦ καὶ διεστραμμένου, νομίμου καὶ παρανόμου, ἐπιστήμης καὶ τσαρλατανισμοῦ, Χριστιανισμοῦ καὶ σεκτῶν, κ.ο.κ.
Καταστρέφουν κάθε πνευματικό, ἠθικό, ἐθνικό, κοινωνικό, θρησκευτικὸ ἔρεισμα τοῦ δυτικοῦ ἀνθρώπου, μὲ τὸν δογματικὸ πλουραλισμό⁴, δηλαδή, μὲ τὴν σχετικοποίησι τοῦ ἀπολύτου καὶ τὴν ἀπολυτοποίησι τοῦ σχετικοῦ. Π.χ.: «Πρέπει νὰ ἀποδεχθοῦμε κάθε ἄποψι ὡς ἐξ ἴσου ἔγκυρη, ἀφοῦ δὲν ὑπάρχει μία καὶ μόνη ἀλήθεια, καὶ ὁ κάθε ἕνας μας εἶναι φορεὺς τῆς δικῆς του ἀληθείας».
Παραλύουν τὴν κριτικὴ ἱκανότητα τῶν τηλεθεατῶν, δημιουργῶντας πνευματικὸ χάος, ἀβεβαιότητα καὶ σύγχυσι μὲ ἀλληλοσυγκρουόμενα καὶ ἀλληλοαναιρούμενα μηνύματα, τὰ ὁποῖα προβάλλουν ὡς ἰσόκυρα. Ἔτσι, καλοῦν τὸν τηλεθεατὴ νὰ ἀποδεχθῆ ὅτι, «ὁ δυτικὸς πολιτισμὸς εἶναι καταστροφικός, αὐταρχικός, ἐκμεταλλευτὴς τοῦ Τρίτου Κόσμου, κ.ο.κ.», ὡς ἰσόκυρο πρὸς τὸ «οἱ Εὐρωπαῖοι, ποὺ εἶναι πολιτισμένοι...», τὸν καλοῦν νὰ ντραπῆ ἐπειδὴ θεωρεῖ τὴν ὁμοφυλοφιλία διαστροφή, ἐνῶ, ταυτοχρόνως, τὸν καλοῦν νὰ ντραπῆ ἐπειδὴ «ὅλοι οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες ἦσαν ὁμοφυλόφιλοι», τὸν καλοῦν νὰ εἶναι ἄτεγκος ἔναντι τῶν καπνιστῶν, ἀλλὰ νὰ δείχνη «κατανόησι» γιὰ τὰ ναρκωτικὰ (ἰδιαιτέρως γιὰ τὰ «μαλακά») ἂν πιστεύη σὲ Μία καὶ Μόνη Ἀλήθεια, τὸν ἐγκαλοῦν ὡς «φανατικὸ» ἢ «φασίστα», καὶ τὸν καλοῦν νὰ ἀποδεχθῆ μία «νέα» Μόνη Ἀλήθεια, ὅτι: «Δὲν ὑπάρχει μία Μία καὶ Μόνη Ἀλήθεια», κ.ο.κ.
Ἐνσταλάζουν ἐνοχὲς σὲ ὁλόκληρο τὸ κοινωνικὸ σύνολο γιὰ πράξεις ἢ παραλείψεις μεμονωμένων ἀτόμων, ἢ πολιτικῶν ἢ διοικητικῶν φορέων. Π.χ. «Ὡς κοινωνία ὀφείλουμε νὰ ἀναλάβουμε τὶς εὐθῦνες μας ποὺ ὁ δράστης κατακρεούργησε τὸ θύμα», «ἔχουμε ὅλοι εὐθύνη...», εἴτε γιὰ τοὺς θανάτους ἀπὸ ναρκωτικά, εἴτε γιὰ τὴν πορνεία, εἴτε γιὰ τὶς πυρκαϊές, εἴτε γιὰ τὶς πλημμύρες, τὶς καταρρεύσεις κ.ο.κ. Ἐφαρμόζουν, δηλαδή, τὴν θεωρία τῆς συλλογικῆς εὐθύνης, ποὺ συμπτωματικὰ(;) ταυτίζεται μὲ τὴν ἐπιδιωκομένη ἀπὸ τὴν Θεοσοφία ἐξαφάνισι τῆς προσωπικῆς συνειδήσεως καὶ στὴν «ὁμαδοποίησι» ὅλων τῶν ἐπὶ μέρους συνειδήσεων σὲ ΜΙΑ κοινὴ συνείδησι: «Ὁ ἄνθρωπος μπαίνει στὴν συνείδησι τῆς Μονάδος, τοῦ ΕΝΟΣ», «... Ἡ προσωπικότης σβήνει καὶ ἡ πλάνη τελειώνει. Αὐτὸ εἶναι τὸ ἐπιστέγασμα τοῦ Μεγάλου Ἔργου...»⁵.
Ἐνσταλάζουν «συνείδησι μικρότητος» στοὺς τηλεθεατές, ἐξαπολύοντας ἐναντίον τους καταιγισμὸ ἐνοχῶν καὶ ὑποτιμήσεων σὲ ὅ,τι ἀφορᾶ τὸν ἄνθρωπο, καὶ εἰδικὰ τὸν δυτικὸ ἄνθρωπο, μὲ κύριο ὅπλο τὴν οἰκολογία. Π.χ.: «Ὁ ἄνθρωπος εἶναι καταστροφικὸ ὄν», «ὁ ἄνθρωπος εἶναι κατώτερος ἀπὸ τὰ ζῶα, τὰ ὁποῖα, ἐνῶ ἔχουν καὶ αὐτὰ ψυχή, δὲν καταστρέφουν τὸ περιβάλλον καὶ τὸν πλανήτη» ἢ «ἀντίθετα μ' ἐμᾶς τοὺς «πολιτισμένους» ποὺ ἐκμεταλλευόμαστε καὶ καταστρέφουμε τὸν Πλανήτη, ἡ τάδε φυλὴ Αὐστραλίας (τῆς Ἀφρικῆς, Ἰνδίας κ.ο.κ. ) σέβεται τὴν φύσι καὶ ζῆ σὲ ἁρμονία μὲ αὐτήν».
Ἐνσταλάζουν «συνείδησι μικρότητος» σὲ ὅλο τὸ κοινωνικὸ καὶ ἐθνικὸ σύνολο, ἐξαπολύοντας ἐναντίον του καταιγισμὸ ἐνοχῶν καὶ ὑποτιμήσεων, συντρίβοντας ὅλα τὰ «παλαιά», κυρίως τὰ ἐθνικά, πνευματικά, ἱστορικὰ καὶ θρησκευτικὰ δεδομένα του: Π.χ. «οἱ Εὐρωπαῖοι, ποὺ εἶναι πολιτισμένοι...», «ὁ Ἕλληνας εἶναι ἀπαίδευτος, ἀγράμματος, ἐξυπνάκιας, τεμπέλης, ἐκμεταλλευτής, νεόπλουτος, σκληρὸς μὲ τὰ ζῶα, κ.ἄ.», «ὁ ἀρχαιοελληνικὸς (ἢ ὁ βυζαντινὸς) πολιτισμὸς ἦταν μία τυραννικὴ ἀποικιοκρατικὴ ἰμπεριαλιστικὴ δύναμις», «ὁ Μέγας Ἀλέξανδρος ἦταν σφαγεὺς τῶν λαῶν», «ζοῦμε σὲ ἕνα ἀνελεύθερο θεοκρατικὸ καθεστώς»... κ.ο.κ
Παραλύουν ὁποιαδήποτε νόμιμη ἀντίδρασι, ἐπιβάλλοντας τὰ «ἰδανικὰ» τοῦ «Νέου Διαφωτισμοῦ»⁶ διὰ τῆς πνευματικῆς τρομοκρατίας καὶ μὲ ἐκβιαστικὲς συλλογιστικές. Π.χ. «Ἡ Χ θέσις εἶναι ἡ ὀρθή. Ὅποιος διαφωνεῖ εἶναι προκατειλημμένος, ἀντιδραστικός, ἐθνικιστής, θρησκόληπτος, φασίστας, ρατσιστής, κ.ο.κ. »· «Ἡ εὐθανασία ἀποτελεῖ κορυφαία κατάκτησι τῆς πολιτισμένης Δύσεως, ὁ σημερινὸς Ἕλλην, ὅμως, δὲν ἔχει φθάσει ἀκόμα στὸ ἐπίπεδο νὰ ἐκτιμήση τὴν κατάκτησι αὐτή».
Ἐξουθενώνουν τὶς ἀντιστάσεις καὶ ὑποκλέπτουν τὴν συναίνεσι τοῦ κοινοῦ, ἐφαρμόζοντας τὴν μέθοδο τῆς σταδιακῆς φθορᾶς: Ἐπαναφέρουν ἐπὶ τάπητος, ἀόκνως καὶ μὲ διερευνητικὴ «ἀφέλεια», τὰ «ἰδανικὰ» τοῦ «Νέου Διαφωτισμοῦ», παρ' ὅλον ὅτι αὐτὰ ἔχουν ἐπανειλημμένως καταρριφθῆ καὶ μάλιστα ἐνώπιόν τους ἀπὸ εἰδήμονες ἐπὶ τῇ βάσει ἐμπεριστατωμένων στοιχείων σὲ προηγούμενες συζητήσεις. Ἐπιλέγουν, ὅμως, κάθε φορὰ διαφορετική, βαθμιαίως πιὸ «χαλαρή», πιὸ «διαλλακτικὴ» καὶ πιὸ «ἐνδοτικὴ» σύνθεσι καθοδηγητῶν γνώμης, ὥστε, τελικῶς, νὰ καταλήξουν στὴν κατάλληλη «καθησυχαστικὴ» συνθεσι· δηλαδὴ στὴν σύνθεσι ποὺ εἴτε ἐνεπίγνωστα, εἴτε λόγω ἀνεδαφικότητος θέτει ὡς προϋπόθεσι ἐφαρμογῆς τῶν «ἰδανικῶν» αὐτῶν, δῆθεν αὐστηρούς, στὴν οὐσία ὅμως προσχηματικοὺς καὶ ἀνεφάρμοστους ὅρους γιὰ νὰ καταλήξη νὰ ἀποφανθῆ συναινετικά.
Εὐνουχίζουν ἀνώδυνα κάθε βάσιμη ἀντίδρασι, παρουσιάζοντας τὸν Χριστιανισμὸ ὡς μία ἄνευ ὅρων ὑποχώρησι ἔναντι κάθε ἀξιώσεως, προκλήσεως ἢ προσβολῆς, προβάλλοντας μία ψευδοχριστιανικὴ ἐκβιαστικὴ ἀγαπολογία τοῦ τύπου: «Ὁ Χριστὸς εἶναι ἀγάπη, ἄρα, ὅποιος ἀντιδρᾷ στὶς κοινωνικές, οἰκονομικές, ἐθνικές, ἠθικές, πολιτιστικές, θρησκευτικὲς κ.λπ. μεταβολὲς ποὺ ἐπιβάλλονται, δὲν εἶναι χριστιανὸς» ἢ «Ὁ Χριστὸς δὲν χρειάζεται προστάτες, συνεπῶς ἀποδεχθῆτε πολιτισμένα κάθε βεβήλωσί Του».
Ὁδηγοῦν σὲ πνευματικὴ (καὶ βουλητική) παράλυσι, ὅταν ἔχοντας ἤδη κερδίσει τὴν ἐμπιστοσύνη τοῦ κοινοῦ ὑπερασπιζόμενοι ἱστορικές, θρησκευτικές, ἠθικὲς καὶ ἄλλες παλαιὲς θέσεις, οἱ ἴδιοι τὶς παραλλάσσουν, τὶς διαστρεβλώνουν, τὶς διαβάλλουν ἢ τὶς ἀναιροῦν. Ἤ, ὅταν ἡγηθέντες κινήσεων ποὺ ὑπεραμύνονται «παλαιῶν» ἰδεῶν τὶς ἀπεμπολοῦν ἢ ὅταν υἱοθετοῦν, ὡς «ὀρθὸ» ἢ ὡς «λογικό», ἕνα ἀπὸ τὰ «νέα ἰδανικὰ» τοῦ «Νέου Διαφωτισμοῦ».
Ἀποσυνθέτουν τὴν Χριστιανικὴ πίστι στὴν συνείδησι τοῦ κοινοῦ, ἀφοῦ οἱ περισσότεροι ἐξ αὐτῶν ἐμφοροῦνται εἴτε ἐνεπίγνωστα, εἴτε ὄχι ἀπὸ ὑλιστικὲς θεωρίες, πεποιθήσεις, τάσεις, ἀντιλήψεις, οἱ ὁποῖες ἐξυπηρετοῦν τὸν «Νέο Διαφωτισμό». Ἄλλοι, πάλι, θέτουν τὸν πῆχυ τῆς σωτηρίας τόσο ψηλά, ὥστε ὁ καθημερινός, ὁ μέσος Χριστιανὸς τηλεθεατὴς νὰ ἀποκαρδιώνεται καὶ νὰ καταφεύγη στοὺς ἀστρολόγους πρὸς ἐπίλυσι τῶν προβλημάτων του.
Παραλύουν τὴν βούλησι τῶν τηλεθεατῶν, προβάλλοντας ἢ υἱοθετῶντας (ἢ διὰ τῆς σιωπῆς τους) τὶς καταιγιστικὲς καταστροφολογίες, ποὺ τοὺς τρομοκρατοῦν.
Ἀποσυνθέτουν τὴν «παλαιὰ» σκέψι καὶ τὴν «παλαιὰ» περὶ ἀνθρώπου καὶ περὶ κόσμου ἀντίληψι, ὅταν σὲ ἀντιπαραθέσεις της μὲ τὰ «ἰδανικὰ» τοῦ «Νέου Διαφωτισμοῦ» τὴν «ὑπερασπίζονται» μὲ ἀδύναμα καὶ σαθρὰ ἐπιχειρήματα, ἢ καλοῦν ὡς ὑπερασπιστές της ἄτομα «ἀνυποψίαστα», ἢ μὲ ἀνεπαρκεῖς γνώσεις, ἢ «ἐπικοινωνιακῶς» ἀνεπαρκῆ, ἢ ἄτομα ποὺ ἐνεπίγνωστα τὴν ἐκθέτουν, τὴν διαστρέφουν ἢ τὴν καταστρέφουν.
Καθιστοῦν τοὺς τηλεθεατὲς πνευματικῶς καὶ ψυχικῶς ἀπάτριδες, ὑπεραμυνόμενοι ἀλλὰ κατὰ τρόπο βίαιο, χυδαῖο, ἀκραῖο, ἢ ἀκόμα καὶ γελοῖο τῶν «παλαιῶν» ἀξιῶν καὶ ἰδανικῶν, ἢ τῶν πολιτικῶν ἢ θρησκευτικῶν πιστεύω τους (δηλαδή, διαβάλλουν, ἐκθέτουν, διαστρεβλώνουν, γελοιοποιοῦν καὶ καθιστοῦν ἀποκρουστικές, ἂν ὄχι καὶ ἐπικίνδυνες τὶς «παλαιὲς» θέσεις).
Παραλύουν τὴν κριτικὴ ἱκανότητα τῶν τηλεθεατῶν, παρουσιάζοντας ὡς ἔγκυρες προσωπικὲς γνῶμες ἀσχέτων ἀτόμων ἐπὶ σοβαρῶν ἐπιστημονικῶν θεμάτων π.χ. ἀπόψεις δημοσιογράφων, ἠθοποιῶν ἢ μουσικῶν ποὺ θεολογοῦν, μουσικῶν, θεολόγων ἢ ἱερέων ποὺ πολιτικολογοῦν, πολιτικῶν ἀναλυτῶν ποὺ χριστολογοῦν, ἠθοποιῶν ποὺ «δωδεκαθεΐζουν», ἀποκρυφιστῶν ποὺ μεταλλάσουν τὴν ἀρχαιοελληνικὴ φιλοσοφία, ἢ ἀποδίδουν τὸν ἀρχαιοελληνικὸ πολιτισμὸ σὲ ἐξωγήϊνους, κ.ο.κ.
Ἐξουδετερώνουν τὸν «παλαιὸ» ἄνθρωπο, καὶ ἐξαφανίζουν τὴν ἐμπειρία καὶ τὶς κατακτήσεις χιλιετιῶν, παρεμβαίνοντας «ἐπανορθωτικὰ» σὲ κάθε τομέα τῆς ζωῆς του, μὲ ἀποτέλεσμα αὐτὸς νὰ χάνη βαθμιαίως καὶ χωρὶς νὰ τὸ ἀντιληφθῆ τὶς βεβαιότητές του, καθὼς καὶ τὴν προσωπική του ἱκανότητα σκέψεως, κρίσεως, ἀξιολογήσεως, ἱεραρχήσεως καὶ ἀποφάσεως.
Καταστρέφουν τὸν «παλαιὸ» ἄνθρωπο, ἐξιδανικεύοντας τὸ «νέο» πρότυπο, τὸν ἡττημένο ἄνθρωπο, τὸ «ἀνθρώπινο ὄν»: Τὸν ἄνθρωπο, δηλαδή, ποὺ ἀγνοεῖ ὅτι ἔχει ἐξουδετερωθῆ ἡ βούλησίς του, διότι τοῦ τὴν ἔχουν τεχνηέντως ὑποκαταστήσει μὲ πάθη «χωρὶς σύνορα» σὲ ὅ,τι ἀφορᾶ στὰ ἠθικά, σεξουαλικά, οἰκογενειακά, πνευματικά, θρησκευτικὰ κ.λ.π. δεδομένα του.
Κατακερματίζουν τὸν «παλαιὸ» κοινωνικὸ ἱστό, ὑποδαυλίζοντας μὲ πρόσχημα τὴν «ἐνημέρωσι» καὶ τὸν «προβληματισμὸ» διάφορες ἀντιπαραθέσεις (π.χ. μεταξὺ δημοσίων ὑπαλλήλων καὶ κοινοῦ, πεζῶν καὶ ὀδηγῶν, διορισμένων καὶ ἀδιορίστων, καπνιζόντων καὶ «παθητικῶν καπνιστῶν», ὁμοφυλοφίλων καὶ ἑτεροφυλοφίλων, κ.ο.κ.).
Κατακερματίζουν τὸν «παλαιὸ» ψυχοπνευματικὸ ἱστό, ὑποδαυλίζοντας πρὸς χάριν τῆς «ἐλευθερίας τῆς σκέψεως» καὶ τῆς «ἐλευθέρας διακινήσεως τῶν ἰδεῶν» ἀντιπαραθέσεις μεταξὺ «δεξιᾶς» καὶ «ἀριστερᾶς» ἰδεολογίας, μεταξὺ ἀποκρυφισμοῦ ἢ ἀστρολογίας ἢ δωδεκαθεΐας ἢ σεκτῶν καὶ Χριστιανισμοῦ, μεταξὺ Παλαιοῦ καὶ Νέου Ἑορτολογίου, μεταξὺ Παπισμοῦ καὶ Ὀρθοδοξίας, κ.ο.κ.
Οἰκοδομοῦν τὸν «νέον ἄνθρωπο», «συμβουλεύοντας» τὸ τηλεοπτικὸ κοινὸ μὲ «νέες» θέσεις ἐπὶ παντὸς ἐπιστητοῦ, «γιὰ τὸ καλό του»:
Τὸν καθοδηγοῦν στὸ πῶς νὰ ντύνεται, πῶς νὰ διασκεδάζη, ποιόν νὰ θαυμάζη, ποιόν νὰ μιμῆται, τί νὰ ἀγοράζη, τί νὰ τρώη, τί νὰ τραγουδᾷ, τί νὰ διαβάζη, τί νὰ πιστεύη καὶ τί νὰ λατρεύη, πῶς νὰ σκέπτεται, πῶς νὰ γυμνάζεται, πῶς νὰ κάνη ἔρωτα, πῶς νὰ φέρεται στὰ παιδιά του, ἀκόμα καὶ πῶς νὰ ἀναπνέη, πῶς νὰ κοιμᾶται, πῶς νὰ «ἐλέγχη τὰ ὄνειρά» του, ἀλλὰ καὶ πῶς νὰ πεθαίνη, καὶ πῶς νὰ διαθέση τὴν σωρό του.
Ὁδηγοῦν στὴν μοιρολατρεία (ἐξαφάνισι τῆς βουλήσεως), μυῶντας τοὺς τηλεθεατὲς στὸν ἀποκρυφισμό (συχνὰ μάλιστα, ἀναμειγνύοντας σ' αὐτὸν καὶ τὸν Χριστιανισμό), σὲ ἀνατολικὲς ἢ νεοεποχίτικες δοξασίες (κάρμα, μετενσάρκωσι, θετικὴ σκέψι, θετικὴ-ἀρνητικὴ ἐνέργεια, «αὔρα», πνευματισμό, ἀναδρομὲς σὲ προηγούμενες ζωές), στὴν ἀστρολογία κ.λ.π. Προωθοῦν ἰδιαιτέρως τὴν πίστι στὴν μετενσάρκωσι, πρὸς μεγάλη ἱκανοποίησι τῆς θεοσοφίστριας Α. Μπέηλυ, ἡ ὁποία ἔγραφε: «Τὸ δόγμα τῆς μετενσαρκώσεως θὰ εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ καθοριστικὰ κλειδιὰ τῆς Νέας Παγκόσμιας Θρησκείας»⁷.
Ἀποσυνδέουν τοὺς τηλεθεατὲς ἀπὸ τὴν πραγματικότητα, βυθίζοντάς τους σὲ μίαν εἰκονικὴ πραγματικότητα, πρὸς δόξαν τῆς Θεοσοφίας, ποὺ θέλει ὁ ἄνθρωπος νὰ θεωρῆ αὐταπάτη τὴν πραγματικότητα: Ἀποσιωπῶντας πραγματικὰ προβλήματα καὶ ζητήματα καθοριστικῆς σημασίας, ἀναλώνονται σὲ ἀτέρμονους ψευδεπίγραφους, παραπλανητικοὺς καὶ προσχηματικοὺς «προβληματισμοὺς» γιὰ θέματα ἥσσονος σημασίας. Ἢ ἐξασφαλίζουν σὲ λίγα ἄτομα συμμετοχὴ σὲ τηλεπαιχνίδια, ὅπου αὐτὰ ζοῦν «εἰκονικά», ἐνῷ ἀπασχολοῦν τοὺς ὑπολοίπους μὲ τὴν παρακολούθησι τῆς εἰκονικῆς πραγματικότητος, καὶ κατόπιν μὲ «προβληματισμοὺς» ἐπ' αὐτῆς «στήνουν» «ζαχαρένιες» ἐκπομπές, ὅπου ἀνούσιες ἐπιπολαιότητες «συζητῶνται» καὶ ἀναλύονται μὲ «σοβαρότητα»· προβάλλουν καταιγισμὸ κινηματογραφικῶν ταινιῶν ποὺ ἐντέχνως ὑποβάλλουν ὡς ἀπόλυτα θεμιτές, ἀπίθανες, ἐξωφρενικὲς καὶ ἐξωπραγματικὲς καταστάσεις (ταυτόχρονη ὕπαρξι σὲ παράλληλα σύμπαντα, ἀνταλλαγὴ προσωπικοτήτων, ταξίδια στὸν χρόνο, ἐξωγήϊνους, κ.λπ.).
Ἑδραιώνουν τὴν Νέα Ἐποχὴ στὴν συνείδησι τοῦ τηλεοπτικοῦ κοινοῦ, ἀναφερόμενοι συνεχῶς σ' αὐτήν, χωρίς, ὡστόσο, νὰ προβαίνουν σὲ περαιτέρω ἐπεξηγήσεις, διερεύνησι, ἢ ἀναφορὰ στοὺς «νικητὲς» ποὺ κινοῦν τὰ νήματά της, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ τοὺς διατηροῦν συμπτωματικὰ(;) ἀθέατους. Συγκεκριμένα, παρουσιάζουν κάθε ἐπώδυνη μεταβολή, ὡσὰν νὰ πρόκειται περὶ ἀναποτρέπτου φυσικοῦ φαινομένου (π.χ. «στὴν νέα παγκοσμιοποιημένη κοινωνία μας εἶναι φυσικὸ νὰ...», ἢ «εἴμαστε πλέον στὴν Νέα Ἐποχή, ὁπότε ἀναγκαστικὰ πρέπει νὰ ἀποδεχθοῦμε ὅτι...».
Ἑδραιώνουν τὴν νεοεποχίτικη ὑποκουλτούρα: Προσκαλοῦν σὲ «σοβαρὲς» ἐκπομπὲς ἄτομα μὲ «δυνάμεις», «θεραπευτές», «ἐνορατικούς», ἀστρολόγους κ.λ.π.· σιωποῦν αἰδημόνως γιὰ τὸν γενικευμένο καταιγισμὸ ναρκωτικολαγνείας, διαστροφικοὺ ἐρωτισμοῦ, μαγείας καὶ σατανολατρείας, κ.ἄ.
Νομιμοποιοῦν, ἐμμέσως, τὴν ἀστρολογία στὴν συνείδησι τοῦ τηλεοπτικοῦ κοινοῦ καὶ τὶς προβλέψεις διαφόρων ἀστρολόγων (σύμφωνα μὲ τὶς ὁποῖες «μὲ τὸ 2000, μπαίνουμε στὴν Ἐποχὴ τοῦ Ὑδροχόου, μία Νέα Ἐποχὴ ποὺ θὰ φέρη τεράστιες μεταβολὲς σὲ ὅλους τους τομεῖς τῆς ζωῆς μας»), ὅταν ἀποσιωποῦν τοὺς πραγματικοὺς λόγους ποὺ καθιστοῦν ἀναπόφευκτες τὶς μεταβολὲς ποὺ ἐπιφέρει ἡ Νέα Ἐποχή.
Νομιμοποιοῦν, ἐμμέσως, ὅσες αἱρέσεις, σέκτες καὶ καινοφανεῖς θρησκεῖες «προφήτευαν» τὴν ἔλευσι μίας Νέας Ἐποχῆς, ἑνὸς Καινούργιου Κόσμου, ἑνὸς Νέου Κόσμου κ.ο.κ. , ἀποδεχόμενοι οἱ ἴδιοι τὴν Νέα Ἐποχὴ ὡς ἀναπότρεπτο φυσικὸ φαινόμενο (εἰδικά, νομιμοποιοῦν τὴν Θεοσοφία καὶ τὰ παρακλάδια της, ποὺ ἐκτὸς τοῦ ὅτι προωθοῦν τὴν ἐσωτεριστικὴ ἀστρολογία εὐαγγελίζονταν συμπτωματικῶς(;) καὶ τὴν ἔλευσι τῆς «Νέας Τάξεως», τῆς Νέας Ἐποχῆς, τῆς Ἐποχῆς τοῦ Ὑδροχόου.
Εἶναι ἄραγε σύμπτωσις ὅτι, ὅλες αὐτὲς οἱ μεθοδεύσεις ποὺ χρησιμοποιοῦν οἱ σύγχρονοι ἰνστρούχτορες-ἐκπαιδευτές, ὁδηγοῦν στὴν ἐξουδετέρωσι τῆς βουλήσεως τῶν τηλεθεατῶν, μεταλλάσσοντάς τους σὲ ἑσμὸ ἀβούλων «ἀνθρωπίνων ὄντων»;
Ὅσο καὶ ἂν φαίνεται στοὺς περισσοτέρους ἀδιανόητο, ἡ κατόπιν εἰδικῶν καὶ συστηματικῶν διεργασιῶν ἐπὶ τῆς σκεψεώς του ὁλοκληρωτικὴ καὶ μὴ ἀναστρέψιμη ἐξαφάνισις τῆς βουλήσεως τοῦ ἀνθρώπου δὲν ἀποτελεῖ φαντασίωσι. Πρωτοεμφανίσθηκε, ὡς ἰδέα, στὰ μέσα τοῦ 19ου αἰῶνος, καὶ βαθμιαίως ἐντάχτηκε στοὺς σκοποὺς καὶ στὶς μεθοδολογίες διαφόρων ὁμάδων, θρησκειῶν, ἰδεολογιῶν, σεκτῶν κ.λπ.
Ἡ πρώτη νύξις, ἔγινε, ὅπως προαναφέρθηκε, ἀπὸ τὸν Ντοστογιέφσκυ (1821-1881) στοὺς «Δαιμονισμένους» του. Αὐτὸς «προφήτευσε» «τὴν ἐξαφάνισι τῆς ἐλευθέρας βουλήσεως στὰ ἐννέα δέκατα τῶν ἀνθρώπων», ὡς μέσον ἐπιτεύξεως τοῦ σατανικοῦ σχεδίου μίας μικρῆς ὁμάδος γιὰ τὴν κυριαρχία της ἐπὶ τοῦ κόσμου. Ἡ ὁμὰς αὐτὴ θὰ ἀπέβλεπε στὸν ἀποχριστιανισμὸ τῶν ἀνθρώπων καὶ στὴν «μετατροπή τους σὲ ἀγέλη μὲ νέους τρόπους διαπαιδαγωγήσεως». Μὲ σύνθημά της, «ὁ καθένας ἀνήκει σὲ ὅλους καὶ ὅλοι στὸν καθένα» (δηλαδή, μὲ τὴν διάλυσι κάθε ἐπὶ μέρους προσωπικότητος καὶ τὴν μαζοποίησί της), ἡ ὁμὰς θὰ ἐπέβαλλε τὴν ἰσοπέδωσι, ὡς «ἰσότητα»: «... Πάνω ἀπ' ὅλα θά ‘ναι ἡ ἰσότης. Πρῶτα θὰ ὑποβιβασθῆ τὸ ἐπίπεδο τῆς ἐπιστήμης καὶ τῶν ταλέντων. Σὲ ὑψηλὸ ἐπιστημονικὸ ἐπίπεδο φθάνουν τὰ ἀνώτερα μυαλὰ καὶ μυαλὰ ἀνώτερα δὲν χρειάζονται». Ἔτσι, «Ὅλοι (θὰ) εἶναι σκλάβοι καὶ ἴσοι στὴν σκλαβιά». Σύμφωνα μὲ αὐτὸ τὸ σχέδιο: «... Τὸ ἕνα δέκατο μονάχα τῆς ἀνθρωπότητος θά ‘χουν δικαιώματα ἐλευθέρου ἀνθρώπου καὶ ἡ ἐξουσία τους πάνω στὰ ἄλλα ἐννέα δέκατα θὰ εἶναι ἀπεριόριστη. Οἱ δεύτεροι θὰ χάσουν τὴν προσωπικότητά τους, θὰ γίνουν κοπάδι... θὰ ξαναγυρίσουν στὴν πρωτόγονη ἁπλότητα, στὸν παράδεισο νὰ ποῦμε τῶν πρωτοπλάστων, ὅπου ὅμως θὰ πρέπει νὰ δουλεύουν κιόλας»⁸ .
Τὴν ἴδια περίπου ἐποχή, στὴν σκέψι τῆς Ἔλενας Μπλαβάτσκυ (1831-1891) γεννιόταν ἡ Θεοσοφία, «ἡ ἀλήθεια, ἐπὶ τῆς ὁποίας ἀναπαύονται ὅλα τὰ θρησκεύματα». Ἐπενδεδυμένη μὲ ἕναν συνδυασμὸ πνευματισμοῦ, ἀποκρυφισμοῦ, ἀστρολογίας, μαγείας καὶ ἐντόνων βουδιστικῶν στοιχείων (κάρμα, μετενσάρκωσι κ.λπ. ), ἡ Θεοσοφία κέρδισε γρήγορα πιστούς, ὀπαδοὺς καὶ θαυμαστές, ἰδιαιτέρως μέσα στοὺς ὑψηλοὺς πολιτικο-κοινωνικο-οἰκονομικοὺς κύκλους. Εὐαγγελίσθηκε τὴν ἐγκαθίδρυσι μίας «Νέας Ἐποχῆς» στὸ σύνολο τοῦ Πλανήτου, τὴν «ἐσωτερικὴ διοίκησι» τοῦ ὁποίου θὰ ἀνελάμβανε ἀθέατη ἡ «Ἀπόκρυφη Ἱεραρχία». Μὲ τὴν βοήθεια τῶν «διδασκάλων», τῶν «μεσαζόντων ὑπηρετῶν τοῦ κόσμου» καὶ τῶν «διανοητῶν τοῦ κόσμου», ἡ Ἱεραρχία θὰ ἀνελάμβανε νὰ ὁδηγήση τοὺς ὀπαδούς της στὴν τυφλὴ ὑπακοή, καὶ τὸν κάθε ἄνθρωπο διὰ τῆς «ἀποσβέσεως ἢ ἐκβολῆς τοῦ προσωπικοῦ ἑαυτοῦ» στὴν «ἀνεκδήλωτη κατάστασι τοῦ ΕΝΟΣ», στὴν «ἀνάπαυσι», δηλαδή, στὴν «μὴ ὕπαρξι»⁹.
Ἡ Θεοσοφία ὁραματιζόταν τὴν «Νέα Τάξι» της, ὡς ἑξῆς: Οἱ λίγοι νικητὲς τοῦ «ἀοράτου» πολέμου της θὰ κυριαρχοῦν ἀθέατοι ἐπὶ τῶν «μαζῶν τῆς ἀνθρωπότητος», οἱ ὁποῖες θὰ εἶναι οἱ ἡττημένοι. Οἱ ἡττημένοι θὰ ἀποτελοῦν τὴν «νέα ἀνθρωπότητα», πού, χωρὶς προσωπικότητα καὶ χωρὶς βούλησι, θὰ ἔχη ὁδηγηθῆ στὴν «μὴ ὕπαρξι». Αὐτοὶ δὲν θὰ εἶναι πιὰ «Ἄνθρωποι», οὔτε κἂν «ἄνθρωποι». Θὰ εἶναι ἁπλᾶ «ἀνθρώπινα ὄντα», χωρὶς βούλησι, χωρὶς λογικὴ συνείδησι, ἕρμαια τῶν ἐνστίκτων καὶ τοῦ ὑποσυνειδήτου τους. Θὰ εἶναι, δηλαδή, ἀνθρωπόμορφα ὄντα, ποὺ ὅμως, ὅπως «προφήτευσε» ὁ Ντοστογιέσφκυ, θὰ μποροῦν «νὰ δουλεύουν κιόλας». Καὶ τὸ σημαντικώτερο: Θὰ πιστεύουν ὅτι ἡ μετάλλαξίς τους αὐτή, δηλαδὴ ἡ ἧττα τους συνιστᾷ θριαμβική τους νίκη. Αὐτὸ θὰ καθιστᾷ τὴν ὑποδούλωσί τους ὁλοκληρωτικὴ καὶ μὴ ἀναστρέψιμη.
Ἀλλὰ καὶ ὁ Α. Γκράμσι (1891-1937) εἶχε θέσει στὸ στόχαστρό του τὴν βούλησι τοῦ δυτικοῦ ἀνθρώπου. Σύγχρονος τῆς Α. Μπέηλυ (1880-1949), ὁ Γκράμσι εἶχε καὶ αὐτὸς ὡς ὅραμα μία Νέα Τάξι, γιὰ τὴν ἐγκαθίδρυσι τῆς ὁποίας πρότεινε καὶ αὐτὸς ἕναν «ἀόρατο» πόλεμο κατὰ τῶν χριστιανικῶν πληθυσμῶν. Σκοπός του, ὁ «ἐκμαρξισμὸς τοῦ ἐσωτερικοῦ ἀνθρώπου», γιὰ τὴν ἀπρόσκοπτη ἐπικράτησι τοῦ Μαρξιστικοῦ Ὁράματος: Τοῦ «Παραδείσου τοῦ Ἐργάτη». Σύμφωνα μὲ τὸν Γκράμσι, τὸ μόνο ἐμπόδιο γιὰ τὴν πραγματοποίησι τοῦ Παραδείσου αὐτοῦ, τὸ μόνο πραγματικὸ ἐμπόδιο γιὰ τὴν ἀπὸ μέρους τῶν ἀνθρώπων οἰκοδόμησι τῆς ἀταξικῆς κοινωνίας καὶ γιὰ τὴν «κυριαρχία τοῦ προλεταριάτου», ἦταν ἡ κοινὴ χριστιανικὴ ἐλπὶς καὶ ἡ κοινὴ χριστιανικὴ ἀναφορὰ σὲ κάποια Ὑψίστη Θεία Ὑπερκόσμια Δύναμι, ἡ ὁποία «ὑπερβαίνει τὶς περιορισμένες δυνατότητες τῶν ἐπὶ μέρους ἀτόμων καὶ τῶν ὁμάδων, μεγάλων καὶ μικρῶν». Συνεπῶς, κατ' αὐτόν, ὅσο διατηρεῖται ἡ πίστις πρὸς αὐτὴν τὴν Δύναμι, ἡ ὁποία, ἐνῷ κυριαρχεῖ ἐπὶ τοῦ κόσμου τούτου, δὲν ἀνήκει σὲ τοῦτον τὸν κόσμο, «ἡ ἰδέα μίας βίαιης παγκόσμιας ἐπαναστάσεως τοῦ προλεταριάτου ἦταν ἐκ τῶν προτέρων καταδικασμένη σὲ ἀποτυχία»10.
Ὁ Γκράμσι πίστευε ὅτι, ἡ Μαρξιστικὴ κυριαρχία δὲν θὰ ἔπρεπε νὰ ἀποβλέπη στὴν ἁπτὴ καὶ βίαιη ἅλωσι κοινωνιῶν μὲ «συμβατικὸ» πόλεμο, ἀλλὰ θὰ ἔπρεπε «νὰ στραφῆ πρὸς τὸ πνεῦμα τῶν πρὸς ἅλωσι πληθυσμῶν». Θὰ ἔπρεπε νὰ χρησιμοποιήση διαφόρους συντελεστές, πού, μὲ εἰδικὲς καὶ συστηματικὲς μεθοδεύσεις, θὰ πραγματοποιήσουν, ἐν καιρῷ, μία «ἤρεμη καὶ ἀνώνυμη ἐπανάστασι»· μία ἀναίμακτη ἐπανάστασι «στὸ ὄνομα τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων καὶ τῆς ἀνθρωπίνης ἀξιοπρεπείας, στὸ ὄνομα τῆς αὐτονομίας τοῦ ἀνθρώπου καὶ τῆς ἀπελευθερώσεώς του ἀπὸ ἐξωτερικοὺς περιορισμούς. Καὶ πάνω ἀπὸ ὅλα, χωρὶς τοὺς περιορισμοὺς καὶ τὶς ἀπαιτήσεις τοῦ Χριστιανισμοῦ». Οἱ χριστιανικὲς κοινωνίες θὰ ἔπρεπε, λοιπόν, νὰ ὑποστοῦν στὸ σύνολό τους ριζικὲς μεταβολὲς στὸν τρόπο σκέψεώς τους. Συγκεκριμένα, θὰ ἔπρεπε νὰ ὁδηγηθοῦν στὸ νὰ ἐγκαταλείψουν τὴν ἐλπίδα ποὺ δίνει στὸν ἄνθρωπο ἡ χριστιανικὴ ὑπερβατικότης, καὶ νὰ πειθαναγκασθοῦν ὅτι, «δὲν ὑπάρχει τίποτα ἐκτὸς ἀπὸ τὴν «Ὕλη αὐτοῦ του Σύμπαντος» καὶ ὅτι, «κάθε τὶ πολύτιμο στὴν ζωὴ καὶ στὸν κόσμο τοῦτο ἐνυπάρχει ἐντὸς τῆς ζωῆς, ἐντὸς τοῦ κόσμου τούτου καὶ ἐντὸς τῆς γηΐνης σφαίρας». Ὁ «Παράδεισος τοῦ Ἐργάτη» ἐπὶ τῆς Γῆς θὰ πραγματοποιηθῆ, μόνον ἐφ' ὅσον, στὶς δυτικὲς κοινωνίες, ὅλα τὰ πνεύματα μεταβληθοῦν σὲ «προλεταριακὰ πνεύματα»11 (μιᾶς καί, «Πάνω ἀπ' ὅλα θά ‘ναι ἡ ἰσότης... καὶ μυαλὰ ἀνώτερα δὲν χρειάζονται», ὅπως ἔγραφε ὁ Ντοστογιέφσκυ). Αὐτὰ τὰ «προλεταριακὰ πνεύματα» καὶ δὲν θὰ ἀντιδροῦν, καὶ θὰ «δουλεύουν κιόλας».
Σοβαροὶ ἀναλυταὶ συμπεραίνουν σήμερα ὅτι, τόσο ἡ Θεοσοφία, ὅσο καὶ οἱ Οὐμανιστὲς (παρακλάδι τῶν ὁποίων εἶναι οἱ νεοειδωλολάτρες), καθὼς καὶ οἱ ὁμάδες τοῦ καθ' ἑαυτῷ «New Age», μὲ τὶς ἑωσφορικές τους θέσεις, χρησιμοποιοῦνται γιὰ νὰ ἐκλειάνουν αὐτὰ ποὺ συνιστοῦν τὰ ἐσωτερικὰ ἐμπόδια ποὺ ὑπάρχουν μέσα στὸν δυτικὸ ἄνθρωπο γιὰ τὴν πραγματοποίησι τοῦ μαρξιστικοῦ ὁράματος. Στὴν οὐσία, ὅμως, ὅλες οἱ ἀνωτέρω θεωρίες ἔχουν ἕνα κοινὸ σημεῖο μὲ τὸν «Νέο Διαφωτισμό»: Ὁδηγοῦν σὲ μία «νέα» ὑποδούλωσι, ποὺ θὰ εἶναι ὁλοκληρωτικὴ καὶ μὴ ἀναστρέψιμη, ἀκριβῶς ἐπειδὴ ἐξαφανίζει τὴν βούλησι, καὶ διαμορφώνει ἡττημένους, ποὺ ἐκλαμβάνουν ὡς δική τους νίκη, τὴν πλήρη καὶ ἐνθουσιώδη συνεργία τους μὲ τὸν πραγματικὸ νικητή, ποὺ τοὺς χειραγωγεῖ ἀθέατος.
Πῶς, λοιπόν, εἶναι δυνατὸν νὰ θεωρηθῆ τυχαῖο τὸ γεγονὸς ὅτι, οἱ καθοδηγητὲς σκέψεως πρωταγωνιστοῦν ὡς νέοι ἰνστρούχτορες στὴν ποθητὴ ἀπὸ τὴν Νέα Ἐποχὴ «ἀποδόμησι» τῶν «παλαιῶν» πνευματικῶν δεδομένων, καὶ πῶς μπορεῖ νὰ θεωρηθῆ συμπτωματικὸ τὸ ὅτι, «. . . ἀπὸ τὰ συντρίμμια τους οἰκοδομοῦν ἕνα μνημεῖο μιᾶς γλυκειᾶς ὑποχωρήσεως»12; Συμπτωματικὴ ἢ μή, ἡ «ἀποδομητική» τους δρᾶσις εἶναι ἀδύνατον νὰ μὴ θυμίση τὸν U. Müller, ὁ ὁποῖος θέτοντας τὸ θέμα στὴν εὐρύτερη βάσι του ἔγραφε ὅτι: «Γενικὰ μπορεῖ νὰ δημιουργηθῆ ἡ ἐντύπωσις ὅτι ὁ τύπος, ὡς πρακτορεῖο δημοσίων σχέσεων, κινεῖται ἀπὸ συνωμότες καταστροφεῖς»13.
Θὰ πρέπει, συνεπῶς, νὰ ἀναρωτηθοῦμε καὶ ἴσως καὶ νὰ ρωτήσουμε τοὺς Ἰνστρούχτορες τῆς Νέας Ἐποχῆς μήπως προϋπόθεσις γιὰ τὸ πολυθρύλητο «Τέλος τῆς Ἱστορίας» εἶναι τὸ Τέλος τοῦ Ἀνθρώπου!
1. «Τὸ νὰ λαμβάνη κανεὶς μίαν ἀπόφασιν ἰσοδυναμεῖ μὲ τὸ νὰ κρίνη διὰ τοῦ λογισμοῦ», Ἀριστοτέλους, Ἠθ. Νικ. 11-13 α΄ 12.
2. Ἡ νέα τάξη στὴν πληροφορική, Μῖσος γιὰ τὴν σκέψι, Denis Duclos, κοινωνιολόγου καὶ διευθυντοῦ ἐρευνῶν στὸ Ἐθνικὸ Κέντρο Ἐπιστημονικῆς Ἔρευνας (CNRS), ἐφημ. ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ (Le Monde Diplomatiquel, 21. 2. 1999, σελ. 38 καὶ ἔπ. Καὶ «Essal de psychologie contemporaine, I. Un nouvel age de la personnalite» (Δοκίμιο σύγχρονης Ψυχολογίας, Μία νέα ἐποχὴ τῆς προσωπικότητας), Le Debal, Μαρσὲλ Γκοσέ, Ἰούνιος 1998.
3. Ἀπὸ τὸ λατινικὸ οὐσιαστικὸ «instructio», ποὺ σημαίνει «ἐκπαίδευσις».
4. ΝΕΟΣΑΤΑΝΙΣΜΟΣ, Ὀρθόδοξη Θεώρηση καὶ Ἀντιμετώπιση, μακαριστοῦ π. Α. Ἀλεβιζοπούλου, Ἐκδ. ΔΙΑΛΟΓΟΣ, Ἀθήνα 1996, σελ. 49, 63.
5. Ἀποκρυφισμός, Γκουρουϊσμός, «Νέα Ἐποχή», μακαριστοῦ π. Α. Ἀλεβιζοπούλου, Ἔκδ. Ἱερᾶς Μητροπόλεως Νικοπόλεως, Πρέβεζα 1990, σελ. 102.
6. Βλ. Νέα Ἐποχὴ καὶ «Νέα» Τηλεόραση, μέρος Α' καὶ Β', περιοδικὸ ΔΙΑΛΟΓΟΣ, τεύχ. 29 & 30.
7. Λατρεῖες καὶ Θρησκεῖες τῆς Νέας Ἐποχῆς , Texe, Marrs, ἐκδ. ΣΤΕΡΕΩΜΑ, Ἐγνατίας 108, (Book of Ney Age Cults and Religions, σελ. 243).
8. Οἱ Δαιμονισμένοι, Τ. Μ. Ντοστογιέφσκι, Κεφ. 7, Οἱ Σύντροφοι, σελ. 319, μετάφραση Σωτ. Πατατζῆ, Διεθνεῖς Ἐκδόσεις.
9. Ἀποκρυφισμός, Γκουρουϊσμός, «Νέα Ἐποχή», μακαριστοῦ π. Α. Ἀλεβιζοπούλου, Ἔκδ. Ἱερᾶς Μητροπόλεως Νικοπόλεως, Πρέβεζα 1990, σελ. 98.
10. The Keys of This Blood (Τὰ Κλειδιὰ Αὐτοῦ τοῦ Αἵματος), Martin Malachi, κεφ. 13°, Ἀντόνιο Γκράμσι: Τὸ Πνεῦμα ποὺ στοιχειώνει ἢ Ἀνατολὴ καὶ Δύση, ἐκδ. Touchstone, 1990, σελ. 247.
11. Ἔνθ. ἀνωτ. σελ. 251.
12. Νεοσατανισμός. Ὀρθόδοξη Θεώρηση καὶ Ἀντιμετώπιση, μακαριστοῦ π. Α. Ἀλεβιζοπούλου, ἐκδ. Διάλογος, Ἀθήνα 1996, σελ. 147.
13. Ἔνθ. ἀνωτ. σελ. 87 (Das Leben und Wirken der Satanisten. Eine Dokumentation, Regensburg 1989, σελ. 93-94).
Ἀπομένει τώρα νὰ ἀναλυθῆ ἡ δρᾶσις τῶν τηλεοπτικῶν διαμορφωτῶν γνώμης καὶ καθοδηγητῶν σκέψεως τοὺς ὁποίους αὐτὴ ἐπιλέγει, οὕτως ὥστε νὰ διαπιστωθῆ ἡ συμβολή τους τόσο στὸν «κατευνασμὸ» καὶ τὸν «λήθαργο» στὸν ὁποῖον ἔχουν βυθισθῆ οἱ δυτικὲς κοινωνίες², ὅσο καὶ στὴν «δημιουργικὴ καταστροφή», γιὰ τὴν ἐπικράτησι τῆς Νέας Ἐποχῆς. Ὅσοι παρακολουθοῦν τὴν «νέα» τηλεόρασι μὲ ἀναλυτικὸ καὶ κριτικὸ πνεῦμα, διαπιστώνουν ὅτι, οἱ σύγχρονοι ἰνστρούχτορες-ἐκπαιδευτές³, εἴτε «στρατευμένοι», εἴτε χρησιμοποιούμενοι ἐν ἀγνοίᾳ τους ἐφαρμόζουν, μέσῳ αὐτῆς, τὶς ἀκόλουθες, κυρίως, μεθοδεύσεις:
Ἐξουδετερώνουν τὴν λογικὴ τῶν τηλεθεατῶν, «ἀποδομῶντας» κάθε αὐτονόητο, καὶ ἐπαναπροσδιορίζοντάς το, ἐπὶ «νέας», «πολιτικῶς ὀρθῆς» βάσεως, ἡ ὁποία, στὴν οὐσία, τὸ ἀντιστρέφει, πρὸς δόξαν τοῦ «Νέου Διαφωτισμοῦ». Π.χ.: «Σὲ μία ''σωστὴ'' δημοκρατία, ἡ πλειοψηφία ὀφείλει νὰ ὑποτάσσεται στὴν μειοψηφία».
Παραλύουν τὴν λογική, διὰ τῆς «ἀφελοῦς», «ἀντικειμενικῆς» καὶ «δημοκρατικῆς» τηρήσεως ἴσων ἀποστάσεων μεταξὺ δικαίου καὶ ἀδίκου, θετικοῦ καὶ ἀρνητικοῦ, καλοῦ καὶ κακοῦ, θύματος καὶ θύτου, ἠθικοῦ καὶ ἀνηθίκου, ὁμαλοῦ καὶ διεστραμμένου, νομίμου καὶ παρανόμου, ἐπιστήμης καὶ τσαρλατανισμοῦ, Χριστιανισμοῦ καὶ σεκτῶν, κ.ο.κ.
Καταστρέφουν κάθε πνευματικό, ἠθικό, ἐθνικό, κοινωνικό, θρησκευτικὸ ἔρεισμα τοῦ δυτικοῦ ἀνθρώπου, μὲ τὸν δογματικὸ πλουραλισμό⁴, δηλαδή, μὲ τὴν σχετικοποίησι τοῦ ἀπολύτου καὶ τὴν ἀπολυτοποίησι τοῦ σχετικοῦ. Π.χ.: «Πρέπει νὰ ἀποδεχθοῦμε κάθε ἄποψι ὡς ἐξ ἴσου ἔγκυρη, ἀφοῦ δὲν ὑπάρχει μία καὶ μόνη ἀλήθεια, καὶ ὁ κάθε ἕνας μας εἶναι φορεὺς τῆς δικῆς του ἀληθείας».
Παραλύουν τὴν κριτικὴ ἱκανότητα τῶν τηλεθεατῶν, δημιουργῶντας πνευματικὸ χάος, ἀβεβαιότητα καὶ σύγχυσι μὲ ἀλληλοσυγκρουόμενα καὶ ἀλληλοαναιρούμενα μηνύματα, τὰ ὁποῖα προβάλλουν ὡς ἰσόκυρα. Ἔτσι, καλοῦν τὸν τηλεθεατὴ νὰ ἀποδεχθῆ ὅτι, «ὁ δυτικὸς πολιτισμὸς εἶναι καταστροφικός, αὐταρχικός, ἐκμεταλλευτὴς τοῦ Τρίτου Κόσμου, κ.ο.κ.», ὡς ἰσόκυρο πρὸς τὸ «οἱ Εὐρωπαῖοι, ποὺ εἶναι πολιτισμένοι...», τὸν καλοῦν νὰ ντραπῆ ἐπειδὴ θεωρεῖ τὴν ὁμοφυλοφιλία διαστροφή, ἐνῶ, ταυτοχρόνως, τὸν καλοῦν νὰ ντραπῆ ἐπειδὴ «ὅλοι οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες ἦσαν ὁμοφυλόφιλοι», τὸν καλοῦν νὰ εἶναι ἄτεγκος ἔναντι τῶν καπνιστῶν, ἀλλὰ νὰ δείχνη «κατανόησι» γιὰ τὰ ναρκωτικὰ (ἰδιαιτέρως γιὰ τὰ «μαλακά») ἂν πιστεύη σὲ Μία καὶ Μόνη Ἀλήθεια, τὸν ἐγκαλοῦν ὡς «φανατικὸ» ἢ «φασίστα», καὶ τὸν καλοῦν νὰ ἀποδεχθῆ μία «νέα» Μόνη Ἀλήθεια, ὅτι: «Δὲν ὑπάρχει μία Μία καὶ Μόνη Ἀλήθεια», κ.ο.κ.
Ἐνσταλάζουν ἐνοχὲς σὲ ὁλόκληρο τὸ κοινωνικὸ σύνολο γιὰ πράξεις ἢ παραλείψεις μεμονωμένων ἀτόμων, ἢ πολιτικῶν ἢ διοικητικῶν φορέων. Π.χ. «Ὡς κοινωνία ὀφείλουμε νὰ ἀναλάβουμε τὶς εὐθῦνες μας ποὺ ὁ δράστης κατακρεούργησε τὸ θύμα», «ἔχουμε ὅλοι εὐθύνη...», εἴτε γιὰ τοὺς θανάτους ἀπὸ ναρκωτικά, εἴτε γιὰ τὴν πορνεία, εἴτε γιὰ τὶς πυρκαϊές, εἴτε γιὰ τὶς πλημμύρες, τὶς καταρρεύσεις κ.ο.κ. Ἐφαρμόζουν, δηλαδή, τὴν θεωρία τῆς συλλογικῆς εὐθύνης, ποὺ συμπτωματικὰ(;) ταυτίζεται μὲ τὴν ἐπιδιωκομένη ἀπὸ τὴν Θεοσοφία ἐξαφάνισι τῆς προσωπικῆς συνειδήσεως καὶ στὴν «ὁμαδοποίησι» ὅλων τῶν ἐπὶ μέρους συνειδήσεων σὲ ΜΙΑ κοινὴ συνείδησι: «Ὁ ἄνθρωπος μπαίνει στὴν συνείδησι τῆς Μονάδος, τοῦ ΕΝΟΣ», «... Ἡ προσωπικότης σβήνει καὶ ἡ πλάνη τελειώνει. Αὐτὸ εἶναι τὸ ἐπιστέγασμα τοῦ Μεγάλου Ἔργου...»⁵.
Ἐνσταλάζουν «συνείδησι μικρότητος» στοὺς τηλεθεατές, ἐξαπολύοντας ἐναντίον τους καταιγισμὸ ἐνοχῶν καὶ ὑποτιμήσεων σὲ ὅ,τι ἀφορᾶ τὸν ἄνθρωπο, καὶ εἰδικὰ τὸν δυτικὸ ἄνθρωπο, μὲ κύριο ὅπλο τὴν οἰκολογία. Π.χ.: «Ὁ ἄνθρωπος εἶναι καταστροφικὸ ὄν», «ὁ ἄνθρωπος εἶναι κατώτερος ἀπὸ τὰ ζῶα, τὰ ὁποῖα, ἐνῶ ἔχουν καὶ αὐτὰ ψυχή, δὲν καταστρέφουν τὸ περιβάλλον καὶ τὸν πλανήτη» ἢ «ἀντίθετα μ' ἐμᾶς τοὺς «πολιτισμένους» ποὺ ἐκμεταλλευόμαστε καὶ καταστρέφουμε τὸν Πλανήτη, ἡ τάδε φυλὴ Αὐστραλίας (τῆς Ἀφρικῆς, Ἰνδίας κ.ο.κ. ) σέβεται τὴν φύσι καὶ ζῆ σὲ ἁρμονία μὲ αὐτήν».
Ἐνσταλάζουν «συνείδησι μικρότητος» σὲ ὅλο τὸ κοινωνικὸ καὶ ἐθνικὸ σύνολο, ἐξαπολύοντας ἐναντίον του καταιγισμὸ ἐνοχῶν καὶ ὑποτιμήσεων, συντρίβοντας ὅλα τὰ «παλαιά», κυρίως τὰ ἐθνικά, πνευματικά, ἱστορικὰ καὶ θρησκευτικὰ δεδομένα του: Π.χ. «οἱ Εὐρωπαῖοι, ποὺ εἶναι πολιτισμένοι...», «ὁ Ἕλληνας εἶναι ἀπαίδευτος, ἀγράμματος, ἐξυπνάκιας, τεμπέλης, ἐκμεταλλευτής, νεόπλουτος, σκληρὸς μὲ τὰ ζῶα, κ.ἄ.», «ὁ ἀρχαιοελληνικὸς (ἢ ὁ βυζαντινὸς) πολιτισμὸς ἦταν μία τυραννικὴ ἀποικιοκρατικὴ ἰμπεριαλιστικὴ δύναμις», «ὁ Μέγας Ἀλέξανδρος ἦταν σφαγεὺς τῶν λαῶν», «ζοῦμε σὲ ἕνα ἀνελεύθερο θεοκρατικὸ καθεστώς»... κ.ο.κ
Παραλύουν ὁποιαδήποτε νόμιμη ἀντίδρασι, ἐπιβάλλοντας τὰ «ἰδανικὰ» τοῦ «Νέου Διαφωτισμοῦ»⁶ διὰ τῆς πνευματικῆς τρομοκρατίας καὶ μὲ ἐκβιαστικὲς συλλογιστικές. Π.χ. «Ἡ Χ θέσις εἶναι ἡ ὀρθή. Ὅποιος διαφωνεῖ εἶναι προκατειλημμένος, ἀντιδραστικός, ἐθνικιστής, θρησκόληπτος, φασίστας, ρατσιστής, κ.ο.κ. »· «Ἡ εὐθανασία ἀποτελεῖ κορυφαία κατάκτησι τῆς πολιτισμένης Δύσεως, ὁ σημερινὸς Ἕλλην, ὅμως, δὲν ἔχει φθάσει ἀκόμα στὸ ἐπίπεδο νὰ ἐκτιμήση τὴν κατάκτησι αὐτή».
Ἐξουθενώνουν τὶς ἀντιστάσεις καὶ ὑποκλέπτουν τὴν συναίνεσι τοῦ κοινοῦ, ἐφαρμόζοντας τὴν μέθοδο τῆς σταδιακῆς φθορᾶς: Ἐπαναφέρουν ἐπὶ τάπητος, ἀόκνως καὶ μὲ διερευνητικὴ «ἀφέλεια», τὰ «ἰδανικὰ» τοῦ «Νέου Διαφωτισμοῦ», παρ' ὅλον ὅτι αὐτὰ ἔχουν ἐπανειλημμένως καταρριφθῆ καὶ μάλιστα ἐνώπιόν τους ἀπὸ εἰδήμονες ἐπὶ τῇ βάσει ἐμπεριστατωμένων στοιχείων σὲ προηγούμενες συζητήσεις. Ἐπιλέγουν, ὅμως, κάθε φορὰ διαφορετική, βαθμιαίως πιὸ «χαλαρή», πιὸ «διαλλακτικὴ» καὶ πιὸ «ἐνδοτικὴ» σύνθεσι καθοδηγητῶν γνώμης, ὥστε, τελικῶς, νὰ καταλήξουν στὴν κατάλληλη «καθησυχαστικὴ» συνθεσι· δηλαδὴ στὴν σύνθεσι ποὺ εἴτε ἐνεπίγνωστα, εἴτε λόγω ἀνεδαφικότητος θέτει ὡς προϋπόθεσι ἐφαρμογῆς τῶν «ἰδανικῶν» αὐτῶν, δῆθεν αὐστηρούς, στὴν οὐσία ὅμως προσχηματικοὺς καὶ ἀνεφάρμοστους ὅρους γιὰ νὰ καταλήξη νὰ ἀποφανθῆ συναινετικά.
Εὐνουχίζουν ἀνώδυνα κάθε βάσιμη ἀντίδρασι, παρουσιάζοντας τὸν Χριστιανισμὸ ὡς μία ἄνευ ὅρων ὑποχώρησι ἔναντι κάθε ἀξιώσεως, προκλήσεως ἢ προσβολῆς, προβάλλοντας μία ψευδοχριστιανικὴ ἐκβιαστικὴ ἀγαπολογία τοῦ τύπου: «Ὁ Χριστὸς εἶναι ἀγάπη, ἄρα, ὅποιος ἀντιδρᾷ στὶς κοινωνικές, οἰκονομικές, ἐθνικές, ἠθικές, πολιτιστικές, θρησκευτικὲς κ.λπ. μεταβολὲς ποὺ ἐπιβάλλονται, δὲν εἶναι χριστιανὸς» ἢ «Ὁ Χριστὸς δὲν χρειάζεται προστάτες, συνεπῶς ἀποδεχθῆτε πολιτισμένα κάθε βεβήλωσί Του».
Ὁδηγοῦν σὲ πνευματικὴ (καὶ βουλητική) παράλυσι, ὅταν ἔχοντας ἤδη κερδίσει τὴν ἐμπιστοσύνη τοῦ κοινοῦ ὑπερασπιζόμενοι ἱστορικές, θρησκευτικές, ἠθικὲς καὶ ἄλλες παλαιὲς θέσεις, οἱ ἴδιοι τὶς παραλλάσσουν, τὶς διαστρεβλώνουν, τὶς διαβάλλουν ἢ τὶς ἀναιροῦν. Ἤ, ὅταν ἡγηθέντες κινήσεων ποὺ ὑπεραμύνονται «παλαιῶν» ἰδεῶν τὶς ἀπεμπολοῦν ἢ ὅταν υἱοθετοῦν, ὡς «ὀρθὸ» ἢ ὡς «λογικό», ἕνα ἀπὸ τὰ «νέα ἰδανικὰ» τοῦ «Νέου Διαφωτισμοῦ».
Ἀποσυνθέτουν τὴν Χριστιανικὴ πίστι στὴν συνείδησι τοῦ κοινοῦ, ἀφοῦ οἱ περισσότεροι ἐξ αὐτῶν ἐμφοροῦνται εἴτε ἐνεπίγνωστα, εἴτε ὄχι ἀπὸ ὑλιστικὲς θεωρίες, πεποιθήσεις, τάσεις, ἀντιλήψεις, οἱ ὁποῖες ἐξυπηρετοῦν τὸν «Νέο Διαφωτισμό». Ἄλλοι, πάλι, θέτουν τὸν πῆχυ τῆς σωτηρίας τόσο ψηλά, ὥστε ὁ καθημερινός, ὁ μέσος Χριστιανὸς τηλεθεατὴς νὰ ἀποκαρδιώνεται καὶ νὰ καταφεύγη στοὺς ἀστρολόγους πρὸς ἐπίλυσι τῶν προβλημάτων του.
Παραλύουν τὴν βούλησι τῶν τηλεθεατῶν, προβάλλοντας ἢ υἱοθετῶντας (ἢ διὰ τῆς σιωπῆς τους) τὶς καταιγιστικὲς καταστροφολογίες, ποὺ τοὺς τρομοκρατοῦν.
Ἀποσυνθέτουν τὴν «παλαιὰ» σκέψι καὶ τὴν «παλαιὰ» περὶ ἀνθρώπου καὶ περὶ κόσμου ἀντίληψι, ὅταν σὲ ἀντιπαραθέσεις της μὲ τὰ «ἰδανικὰ» τοῦ «Νέου Διαφωτισμοῦ» τὴν «ὑπερασπίζονται» μὲ ἀδύναμα καὶ σαθρὰ ἐπιχειρήματα, ἢ καλοῦν ὡς ὑπερασπιστές της ἄτομα «ἀνυποψίαστα», ἢ μὲ ἀνεπαρκεῖς γνώσεις, ἢ «ἐπικοινωνιακῶς» ἀνεπαρκῆ, ἢ ἄτομα ποὺ ἐνεπίγνωστα τὴν ἐκθέτουν, τὴν διαστρέφουν ἢ τὴν καταστρέφουν.
Καθιστοῦν τοὺς τηλεθεατὲς πνευματικῶς καὶ ψυχικῶς ἀπάτριδες, ὑπεραμυνόμενοι ἀλλὰ κατὰ τρόπο βίαιο, χυδαῖο, ἀκραῖο, ἢ ἀκόμα καὶ γελοῖο τῶν «παλαιῶν» ἀξιῶν καὶ ἰδανικῶν, ἢ τῶν πολιτικῶν ἢ θρησκευτικῶν πιστεύω τους (δηλαδή, διαβάλλουν, ἐκθέτουν, διαστρεβλώνουν, γελοιοποιοῦν καὶ καθιστοῦν ἀποκρουστικές, ἂν ὄχι καὶ ἐπικίνδυνες τὶς «παλαιὲς» θέσεις).
Παραλύουν τὴν κριτικὴ ἱκανότητα τῶν τηλεθεατῶν, παρουσιάζοντας ὡς ἔγκυρες προσωπικὲς γνῶμες ἀσχέτων ἀτόμων ἐπὶ σοβαρῶν ἐπιστημονικῶν θεμάτων π.χ. ἀπόψεις δημοσιογράφων, ἠθοποιῶν ἢ μουσικῶν ποὺ θεολογοῦν, μουσικῶν, θεολόγων ἢ ἱερέων ποὺ πολιτικολογοῦν, πολιτικῶν ἀναλυτῶν ποὺ χριστολογοῦν, ἠθοποιῶν ποὺ «δωδεκαθεΐζουν», ἀποκρυφιστῶν ποὺ μεταλλάσουν τὴν ἀρχαιοελληνικὴ φιλοσοφία, ἢ ἀποδίδουν τὸν ἀρχαιοελληνικὸ πολιτισμὸ σὲ ἐξωγήϊνους, κ.ο.κ.
Ἐξουδετερώνουν τὸν «παλαιὸ» ἄνθρωπο, καὶ ἐξαφανίζουν τὴν ἐμπειρία καὶ τὶς κατακτήσεις χιλιετιῶν, παρεμβαίνοντας «ἐπανορθωτικὰ» σὲ κάθε τομέα τῆς ζωῆς του, μὲ ἀποτέλεσμα αὐτὸς νὰ χάνη βαθμιαίως καὶ χωρὶς νὰ τὸ ἀντιληφθῆ τὶς βεβαιότητές του, καθὼς καὶ τὴν προσωπική του ἱκανότητα σκέψεως, κρίσεως, ἀξιολογήσεως, ἱεραρχήσεως καὶ ἀποφάσεως.
Καταστρέφουν τὸν «παλαιὸ» ἄνθρωπο, ἐξιδανικεύοντας τὸ «νέο» πρότυπο, τὸν ἡττημένο ἄνθρωπο, τὸ «ἀνθρώπινο ὄν»: Τὸν ἄνθρωπο, δηλαδή, ποὺ ἀγνοεῖ ὅτι ἔχει ἐξουδετερωθῆ ἡ βούλησίς του, διότι τοῦ τὴν ἔχουν τεχνηέντως ὑποκαταστήσει μὲ πάθη «χωρὶς σύνορα» σὲ ὅ,τι ἀφορᾶ στὰ ἠθικά, σεξουαλικά, οἰκογενειακά, πνευματικά, θρησκευτικὰ κ.λ.π. δεδομένα του.
Κατακερματίζουν τὸν «παλαιὸ» κοινωνικὸ ἱστό, ὑποδαυλίζοντας μὲ πρόσχημα τὴν «ἐνημέρωσι» καὶ τὸν «προβληματισμὸ» διάφορες ἀντιπαραθέσεις (π.χ. μεταξὺ δημοσίων ὑπαλλήλων καὶ κοινοῦ, πεζῶν καὶ ὀδηγῶν, διορισμένων καὶ ἀδιορίστων, καπνιζόντων καὶ «παθητικῶν καπνιστῶν», ὁμοφυλοφίλων καὶ ἑτεροφυλοφίλων, κ.ο.κ.).
Κατακερματίζουν τὸν «παλαιὸ» ψυχοπνευματικὸ ἱστό, ὑποδαυλίζοντας πρὸς χάριν τῆς «ἐλευθερίας τῆς σκέψεως» καὶ τῆς «ἐλευθέρας διακινήσεως τῶν ἰδεῶν» ἀντιπαραθέσεις μεταξὺ «δεξιᾶς» καὶ «ἀριστερᾶς» ἰδεολογίας, μεταξὺ ἀποκρυφισμοῦ ἢ ἀστρολογίας ἢ δωδεκαθεΐας ἢ σεκτῶν καὶ Χριστιανισμοῦ, μεταξὺ Παλαιοῦ καὶ Νέου Ἑορτολογίου, μεταξὺ Παπισμοῦ καὶ Ὀρθοδοξίας, κ.ο.κ.
Οἰκοδομοῦν τὸν «νέον ἄνθρωπο», «συμβουλεύοντας» τὸ τηλεοπτικὸ κοινὸ μὲ «νέες» θέσεις ἐπὶ παντὸς ἐπιστητοῦ, «γιὰ τὸ καλό του»:
Τὸν καθοδηγοῦν στὸ πῶς νὰ ντύνεται, πῶς νὰ διασκεδάζη, ποιόν νὰ θαυμάζη, ποιόν νὰ μιμῆται, τί νὰ ἀγοράζη, τί νὰ τρώη, τί νὰ τραγουδᾷ, τί νὰ διαβάζη, τί νὰ πιστεύη καὶ τί νὰ λατρεύη, πῶς νὰ σκέπτεται, πῶς νὰ γυμνάζεται, πῶς νὰ κάνη ἔρωτα, πῶς νὰ φέρεται στὰ παιδιά του, ἀκόμα καὶ πῶς νὰ ἀναπνέη, πῶς νὰ κοιμᾶται, πῶς νὰ «ἐλέγχη τὰ ὄνειρά» του, ἀλλὰ καὶ πῶς νὰ πεθαίνη, καὶ πῶς νὰ διαθέση τὴν σωρό του.
Ὁδηγοῦν στὴν μοιρολατρεία (ἐξαφάνισι τῆς βουλήσεως), μυῶντας τοὺς τηλεθεατὲς στὸν ἀποκρυφισμό (συχνὰ μάλιστα, ἀναμειγνύοντας σ' αὐτὸν καὶ τὸν Χριστιανισμό), σὲ ἀνατολικὲς ἢ νεοεποχίτικες δοξασίες (κάρμα, μετενσάρκωσι, θετικὴ σκέψι, θετικὴ-ἀρνητικὴ ἐνέργεια, «αὔρα», πνευματισμό, ἀναδρομὲς σὲ προηγούμενες ζωές), στὴν ἀστρολογία κ.λ.π. Προωθοῦν ἰδιαιτέρως τὴν πίστι στὴν μετενσάρκωσι, πρὸς μεγάλη ἱκανοποίησι τῆς θεοσοφίστριας Α. Μπέηλυ, ἡ ὁποία ἔγραφε: «Τὸ δόγμα τῆς μετενσαρκώσεως θὰ εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ καθοριστικὰ κλειδιὰ τῆς Νέας Παγκόσμιας Θρησκείας»⁷.
Ἀποσυνδέουν τοὺς τηλεθεατὲς ἀπὸ τὴν πραγματικότητα, βυθίζοντάς τους σὲ μίαν εἰκονικὴ πραγματικότητα, πρὸς δόξαν τῆς Θεοσοφίας, ποὺ θέλει ὁ ἄνθρωπος νὰ θεωρῆ αὐταπάτη τὴν πραγματικότητα: Ἀποσιωπῶντας πραγματικὰ προβλήματα καὶ ζητήματα καθοριστικῆς σημασίας, ἀναλώνονται σὲ ἀτέρμονους ψευδεπίγραφους, παραπλανητικοὺς καὶ προσχηματικοὺς «προβληματισμοὺς» γιὰ θέματα ἥσσονος σημασίας. Ἢ ἐξασφαλίζουν σὲ λίγα ἄτομα συμμετοχὴ σὲ τηλεπαιχνίδια, ὅπου αὐτὰ ζοῦν «εἰκονικά», ἐνῷ ἀπασχολοῦν τοὺς ὑπολοίπους μὲ τὴν παρακολούθησι τῆς εἰκονικῆς πραγματικότητος, καὶ κατόπιν μὲ «προβληματισμοὺς» ἐπ' αὐτῆς «στήνουν» «ζαχαρένιες» ἐκπομπές, ὅπου ἀνούσιες ἐπιπολαιότητες «συζητῶνται» καὶ ἀναλύονται μὲ «σοβαρότητα»· προβάλλουν καταιγισμὸ κινηματογραφικῶν ταινιῶν ποὺ ἐντέχνως ὑποβάλλουν ὡς ἀπόλυτα θεμιτές, ἀπίθανες, ἐξωφρενικὲς καὶ ἐξωπραγματικὲς καταστάσεις (ταυτόχρονη ὕπαρξι σὲ παράλληλα σύμπαντα, ἀνταλλαγὴ προσωπικοτήτων, ταξίδια στὸν χρόνο, ἐξωγήϊνους, κ.λπ.).
Ἑδραιώνουν τὴν Νέα Ἐποχὴ στὴν συνείδησι τοῦ τηλεοπτικοῦ κοινοῦ, ἀναφερόμενοι συνεχῶς σ' αὐτήν, χωρίς, ὡστόσο, νὰ προβαίνουν σὲ περαιτέρω ἐπεξηγήσεις, διερεύνησι, ἢ ἀναφορὰ στοὺς «νικητὲς» ποὺ κινοῦν τὰ νήματά της, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ τοὺς διατηροῦν συμπτωματικὰ(;) ἀθέατους. Συγκεκριμένα, παρουσιάζουν κάθε ἐπώδυνη μεταβολή, ὡσὰν νὰ πρόκειται περὶ ἀναποτρέπτου φυσικοῦ φαινομένου (π.χ. «στὴν νέα παγκοσμιοποιημένη κοινωνία μας εἶναι φυσικὸ νὰ...», ἢ «εἴμαστε πλέον στὴν Νέα Ἐποχή, ὁπότε ἀναγκαστικὰ πρέπει νὰ ἀποδεχθοῦμε ὅτι...».
Ἑδραιώνουν τὴν νεοεποχίτικη ὑποκουλτούρα: Προσκαλοῦν σὲ «σοβαρὲς» ἐκπομπὲς ἄτομα μὲ «δυνάμεις», «θεραπευτές», «ἐνορατικούς», ἀστρολόγους κ.λ.π.· σιωποῦν αἰδημόνως γιὰ τὸν γενικευμένο καταιγισμὸ ναρκωτικολαγνείας, διαστροφικοὺ ἐρωτισμοῦ, μαγείας καὶ σατανολατρείας, κ.ἄ.
Νομιμοποιοῦν, ἐμμέσως, τὴν ἀστρολογία στὴν συνείδησι τοῦ τηλεοπτικοῦ κοινοῦ καὶ τὶς προβλέψεις διαφόρων ἀστρολόγων (σύμφωνα μὲ τὶς ὁποῖες «μὲ τὸ 2000, μπαίνουμε στὴν Ἐποχὴ τοῦ Ὑδροχόου, μία Νέα Ἐποχὴ ποὺ θὰ φέρη τεράστιες μεταβολὲς σὲ ὅλους τους τομεῖς τῆς ζωῆς μας»), ὅταν ἀποσιωποῦν τοὺς πραγματικοὺς λόγους ποὺ καθιστοῦν ἀναπόφευκτες τὶς μεταβολὲς ποὺ ἐπιφέρει ἡ Νέα Ἐποχή.
Νομιμοποιοῦν, ἐμμέσως, ὅσες αἱρέσεις, σέκτες καὶ καινοφανεῖς θρησκεῖες «προφήτευαν» τὴν ἔλευσι μίας Νέας Ἐποχῆς, ἑνὸς Καινούργιου Κόσμου, ἑνὸς Νέου Κόσμου κ.ο.κ. , ἀποδεχόμενοι οἱ ἴδιοι τὴν Νέα Ἐποχὴ ὡς ἀναπότρεπτο φυσικὸ φαινόμενο (εἰδικά, νομιμοποιοῦν τὴν Θεοσοφία καὶ τὰ παρακλάδια της, ποὺ ἐκτὸς τοῦ ὅτι προωθοῦν τὴν ἐσωτεριστικὴ ἀστρολογία εὐαγγελίζονταν συμπτωματικῶς(;) καὶ τὴν ἔλευσι τῆς «Νέας Τάξεως», τῆς Νέας Ἐποχῆς, τῆς Ἐποχῆς τοῦ Ὑδροχόου.
Εἶναι ἄραγε σύμπτωσις ὅτι, ὅλες αὐτὲς οἱ μεθοδεύσεις ποὺ χρησιμοποιοῦν οἱ σύγχρονοι ἰνστρούχτορες-ἐκπαιδευτές, ὁδηγοῦν στὴν ἐξουδετέρωσι τῆς βουλήσεως τῶν τηλεθεατῶν, μεταλλάσσοντάς τους σὲ ἑσμὸ ἀβούλων «ἀνθρωπίνων ὄντων»;
Ὅσο καὶ ἂν φαίνεται στοὺς περισσοτέρους ἀδιανόητο, ἡ κατόπιν εἰδικῶν καὶ συστηματικῶν διεργασιῶν ἐπὶ τῆς σκεψεώς του ὁλοκληρωτικὴ καὶ μὴ ἀναστρέψιμη ἐξαφάνισις τῆς βουλήσεως τοῦ ἀνθρώπου δὲν ἀποτελεῖ φαντασίωσι. Πρωτοεμφανίσθηκε, ὡς ἰδέα, στὰ μέσα τοῦ 19ου αἰῶνος, καὶ βαθμιαίως ἐντάχτηκε στοὺς σκοποὺς καὶ στὶς μεθοδολογίες διαφόρων ὁμάδων, θρησκειῶν, ἰδεολογιῶν, σεκτῶν κ.λπ.
Ἡ πρώτη νύξις, ἔγινε, ὅπως προαναφέρθηκε, ἀπὸ τὸν Ντοστογιέφσκυ (1821-1881) στοὺς «Δαιμονισμένους» του. Αὐτὸς «προφήτευσε» «τὴν ἐξαφάνισι τῆς ἐλευθέρας βουλήσεως στὰ ἐννέα δέκατα τῶν ἀνθρώπων», ὡς μέσον ἐπιτεύξεως τοῦ σατανικοῦ σχεδίου μίας μικρῆς ὁμάδος γιὰ τὴν κυριαρχία της ἐπὶ τοῦ κόσμου. Ἡ ὁμὰς αὐτὴ θὰ ἀπέβλεπε στὸν ἀποχριστιανισμὸ τῶν ἀνθρώπων καὶ στὴν «μετατροπή τους σὲ ἀγέλη μὲ νέους τρόπους διαπαιδαγωγήσεως». Μὲ σύνθημά της, «ὁ καθένας ἀνήκει σὲ ὅλους καὶ ὅλοι στὸν καθένα» (δηλαδή, μὲ τὴν διάλυσι κάθε ἐπὶ μέρους προσωπικότητος καὶ τὴν μαζοποίησί της), ἡ ὁμὰς θὰ ἐπέβαλλε τὴν ἰσοπέδωσι, ὡς «ἰσότητα»: «... Πάνω ἀπ' ὅλα θά ‘ναι ἡ ἰσότης. Πρῶτα θὰ ὑποβιβασθῆ τὸ ἐπίπεδο τῆς ἐπιστήμης καὶ τῶν ταλέντων. Σὲ ὑψηλὸ ἐπιστημονικὸ ἐπίπεδο φθάνουν τὰ ἀνώτερα μυαλὰ καὶ μυαλὰ ἀνώτερα δὲν χρειάζονται». Ἔτσι, «Ὅλοι (θὰ) εἶναι σκλάβοι καὶ ἴσοι στὴν σκλαβιά». Σύμφωνα μὲ αὐτὸ τὸ σχέδιο: «... Τὸ ἕνα δέκατο μονάχα τῆς ἀνθρωπότητος θά ‘χουν δικαιώματα ἐλευθέρου ἀνθρώπου καὶ ἡ ἐξουσία τους πάνω στὰ ἄλλα ἐννέα δέκατα θὰ εἶναι ἀπεριόριστη. Οἱ δεύτεροι θὰ χάσουν τὴν προσωπικότητά τους, θὰ γίνουν κοπάδι... θὰ ξαναγυρίσουν στὴν πρωτόγονη ἁπλότητα, στὸν παράδεισο νὰ ποῦμε τῶν πρωτοπλάστων, ὅπου ὅμως θὰ πρέπει νὰ δουλεύουν κιόλας»⁸ .
Τὴν ἴδια περίπου ἐποχή, στὴν σκέψι τῆς Ἔλενας Μπλαβάτσκυ (1831-1891) γεννιόταν ἡ Θεοσοφία, «ἡ ἀλήθεια, ἐπὶ τῆς ὁποίας ἀναπαύονται ὅλα τὰ θρησκεύματα». Ἐπενδεδυμένη μὲ ἕναν συνδυασμὸ πνευματισμοῦ, ἀποκρυφισμοῦ, ἀστρολογίας, μαγείας καὶ ἐντόνων βουδιστικῶν στοιχείων (κάρμα, μετενσάρκωσι κ.λπ. ), ἡ Θεοσοφία κέρδισε γρήγορα πιστούς, ὀπαδοὺς καὶ θαυμαστές, ἰδιαιτέρως μέσα στοὺς ὑψηλοὺς πολιτικο-κοινωνικο-οἰκονομικοὺς κύκλους. Εὐαγγελίσθηκε τὴν ἐγκαθίδρυσι μίας «Νέας Ἐποχῆς» στὸ σύνολο τοῦ Πλανήτου, τὴν «ἐσωτερικὴ διοίκησι» τοῦ ὁποίου θὰ ἀνελάμβανε ἀθέατη ἡ «Ἀπόκρυφη Ἱεραρχία». Μὲ τὴν βοήθεια τῶν «διδασκάλων», τῶν «μεσαζόντων ὑπηρετῶν τοῦ κόσμου» καὶ τῶν «διανοητῶν τοῦ κόσμου», ἡ Ἱεραρχία θὰ ἀνελάμβανε νὰ ὁδηγήση τοὺς ὀπαδούς της στὴν τυφλὴ ὑπακοή, καὶ τὸν κάθε ἄνθρωπο διὰ τῆς «ἀποσβέσεως ἢ ἐκβολῆς τοῦ προσωπικοῦ ἑαυτοῦ» στὴν «ἀνεκδήλωτη κατάστασι τοῦ ΕΝΟΣ», στὴν «ἀνάπαυσι», δηλαδή, στὴν «μὴ ὕπαρξι»⁹.
Ἡ Θεοσοφία ὁραματιζόταν τὴν «Νέα Τάξι» της, ὡς ἑξῆς: Οἱ λίγοι νικητὲς τοῦ «ἀοράτου» πολέμου της θὰ κυριαρχοῦν ἀθέατοι ἐπὶ τῶν «μαζῶν τῆς ἀνθρωπότητος», οἱ ὁποῖες θὰ εἶναι οἱ ἡττημένοι. Οἱ ἡττημένοι θὰ ἀποτελοῦν τὴν «νέα ἀνθρωπότητα», πού, χωρὶς προσωπικότητα καὶ χωρὶς βούλησι, θὰ ἔχη ὁδηγηθῆ στὴν «μὴ ὕπαρξι». Αὐτοὶ δὲν θὰ εἶναι πιὰ «Ἄνθρωποι», οὔτε κἂν «ἄνθρωποι». Θὰ εἶναι ἁπλᾶ «ἀνθρώπινα ὄντα», χωρὶς βούλησι, χωρὶς λογικὴ συνείδησι, ἕρμαια τῶν ἐνστίκτων καὶ τοῦ ὑποσυνειδήτου τους. Θὰ εἶναι, δηλαδή, ἀνθρωπόμορφα ὄντα, ποὺ ὅμως, ὅπως «προφήτευσε» ὁ Ντοστογιέσφκυ, θὰ μποροῦν «νὰ δουλεύουν κιόλας». Καὶ τὸ σημαντικώτερο: Θὰ πιστεύουν ὅτι ἡ μετάλλαξίς τους αὐτή, δηλαδὴ ἡ ἧττα τους συνιστᾷ θριαμβική τους νίκη. Αὐτὸ θὰ καθιστᾷ τὴν ὑποδούλωσί τους ὁλοκληρωτικὴ καὶ μὴ ἀναστρέψιμη.
Ἀλλὰ καὶ ὁ Α. Γκράμσι (1891-1937) εἶχε θέσει στὸ στόχαστρό του τὴν βούλησι τοῦ δυτικοῦ ἀνθρώπου. Σύγχρονος τῆς Α. Μπέηλυ (1880-1949), ὁ Γκράμσι εἶχε καὶ αὐτὸς ὡς ὅραμα μία Νέα Τάξι, γιὰ τὴν ἐγκαθίδρυσι τῆς ὁποίας πρότεινε καὶ αὐτὸς ἕναν «ἀόρατο» πόλεμο κατὰ τῶν χριστιανικῶν πληθυσμῶν. Σκοπός του, ὁ «ἐκμαρξισμὸς τοῦ ἐσωτερικοῦ ἀνθρώπου», γιὰ τὴν ἀπρόσκοπτη ἐπικράτησι τοῦ Μαρξιστικοῦ Ὁράματος: Τοῦ «Παραδείσου τοῦ Ἐργάτη». Σύμφωνα μὲ τὸν Γκράμσι, τὸ μόνο ἐμπόδιο γιὰ τὴν πραγματοποίησι τοῦ Παραδείσου αὐτοῦ, τὸ μόνο πραγματικὸ ἐμπόδιο γιὰ τὴν ἀπὸ μέρους τῶν ἀνθρώπων οἰκοδόμησι τῆς ἀταξικῆς κοινωνίας καὶ γιὰ τὴν «κυριαρχία τοῦ προλεταριάτου», ἦταν ἡ κοινὴ χριστιανικὴ ἐλπὶς καὶ ἡ κοινὴ χριστιανικὴ ἀναφορὰ σὲ κάποια Ὑψίστη Θεία Ὑπερκόσμια Δύναμι, ἡ ὁποία «ὑπερβαίνει τὶς περιορισμένες δυνατότητες τῶν ἐπὶ μέρους ἀτόμων καὶ τῶν ὁμάδων, μεγάλων καὶ μικρῶν». Συνεπῶς, κατ' αὐτόν, ὅσο διατηρεῖται ἡ πίστις πρὸς αὐτὴν τὴν Δύναμι, ἡ ὁποία, ἐνῷ κυριαρχεῖ ἐπὶ τοῦ κόσμου τούτου, δὲν ἀνήκει σὲ τοῦτον τὸν κόσμο, «ἡ ἰδέα μίας βίαιης παγκόσμιας ἐπαναστάσεως τοῦ προλεταριάτου ἦταν ἐκ τῶν προτέρων καταδικασμένη σὲ ἀποτυχία»10.
Ὁ Γκράμσι πίστευε ὅτι, ἡ Μαρξιστικὴ κυριαρχία δὲν θὰ ἔπρεπε νὰ ἀποβλέπη στὴν ἁπτὴ καὶ βίαιη ἅλωσι κοινωνιῶν μὲ «συμβατικὸ» πόλεμο, ἀλλὰ θὰ ἔπρεπε «νὰ στραφῆ πρὸς τὸ πνεῦμα τῶν πρὸς ἅλωσι πληθυσμῶν». Θὰ ἔπρεπε νὰ χρησιμοποιήση διαφόρους συντελεστές, πού, μὲ εἰδικὲς καὶ συστηματικὲς μεθοδεύσεις, θὰ πραγματοποιήσουν, ἐν καιρῷ, μία «ἤρεμη καὶ ἀνώνυμη ἐπανάστασι»· μία ἀναίμακτη ἐπανάστασι «στὸ ὄνομα τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων καὶ τῆς ἀνθρωπίνης ἀξιοπρεπείας, στὸ ὄνομα τῆς αὐτονομίας τοῦ ἀνθρώπου καὶ τῆς ἀπελευθερώσεώς του ἀπὸ ἐξωτερικοὺς περιορισμούς. Καὶ πάνω ἀπὸ ὅλα, χωρὶς τοὺς περιορισμοὺς καὶ τὶς ἀπαιτήσεις τοῦ Χριστιανισμοῦ». Οἱ χριστιανικὲς κοινωνίες θὰ ἔπρεπε, λοιπόν, νὰ ὑποστοῦν στὸ σύνολό τους ριζικὲς μεταβολὲς στὸν τρόπο σκέψεώς τους. Συγκεκριμένα, θὰ ἔπρεπε νὰ ὁδηγηθοῦν στὸ νὰ ἐγκαταλείψουν τὴν ἐλπίδα ποὺ δίνει στὸν ἄνθρωπο ἡ χριστιανικὴ ὑπερβατικότης, καὶ νὰ πειθαναγκασθοῦν ὅτι, «δὲν ὑπάρχει τίποτα ἐκτὸς ἀπὸ τὴν «Ὕλη αὐτοῦ του Σύμπαντος» καὶ ὅτι, «κάθε τὶ πολύτιμο στὴν ζωὴ καὶ στὸν κόσμο τοῦτο ἐνυπάρχει ἐντὸς τῆς ζωῆς, ἐντὸς τοῦ κόσμου τούτου καὶ ἐντὸς τῆς γηΐνης σφαίρας». Ὁ «Παράδεισος τοῦ Ἐργάτη» ἐπὶ τῆς Γῆς θὰ πραγματοποιηθῆ, μόνον ἐφ' ὅσον, στὶς δυτικὲς κοινωνίες, ὅλα τὰ πνεύματα μεταβληθοῦν σὲ «προλεταριακὰ πνεύματα»11 (μιᾶς καί, «Πάνω ἀπ' ὅλα θά ‘ναι ἡ ἰσότης... καὶ μυαλὰ ἀνώτερα δὲν χρειάζονται», ὅπως ἔγραφε ὁ Ντοστογιέφσκυ). Αὐτὰ τὰ «προλεταριακὰ πνεύματα» καὶ δὲν θὰ ἀντιδροῦν, καὶ θὰ «δουλεύουν κιόλας».
Σοβαροὶ ἀναλυταὶ συμπεραίνουν σήμερα ὅτι, τόσο ἡ Θεοσοφία, ὅσο καὶ οἱ Οὐμανιστὲς (παρακλάδι τῶν ὁποίων εἶναι οἱ νεοειδωλολάτρες), καθὼς καὶ οἱ ὁμάδες τοῦ καθ' ἑαυτῷ «New Age», μὲ τὶς ἑωσφορικές τους θέσεις, χρησιμοποιοῦνται γιὰ νὰ ἐκλειάνουν αὐτὰ ποὺ συνιστοῦν τὰ ἐσωτερικὰ ἐμπόδια ποὺ ὑπάρχουν μέσα στὸν δυτικὸ ἄνθρωπο γιὰ τὴν πραγματοποίησι τοῦ μαρξιστικοῦ ὁράματος. Στὴν οὐσία, ὅμως, ὅλες οἱ ἀνωτέρω θεωρίες ἔχουν ἕνα κοινὸ σημεῖο μὲ τὸν «Νέο Διαφωτισμό»: Ὁδηγοῦν σὲ μία «νέα» ὑποδούλωσι, ποὺ θὰ εἶναι ὁλοκληρωτικὴ καὶ μὴ ἀναστρέψιμη, ἀκριβῶς ἐπειδὴ ἐξαφανίζει τὴν βούλησι, καὶ διαμορφώνει ἡττημένους, ποὺ ἐκλαμβάνουν ὡς δική τους νίκη, τὴν πλήρη καὶ ἐνθουσιώδη συνεργία τους μὲ τὸν πραγματικὸ νικητή, ποὺ τοὺς χειραγωγεῖ ἀθέατος.
Πῶς, λοιπόν, εἶναι δυνατὸν νὰ θεωρηθῆ τυχαῖο τὸ γεγονὸς ὅτι, οἱ καθοδηγητὲς σκέψεως πρωταγωνιστοῦν ὡς νέοι ἰνστρούχτορες στὴν ποθητὴ ἀπὸ τὴν Νέα Ἐποχὴ «ἀποδόμησι» τῶν «παλαιῶν» πνευματικῶν δεδομένων, καὶ πῶς μπορεῖ νὰ θεωρηθῆ συμπτωματικὸ τὸ ὅτι, «. . . ἀπὸ τὰ συντρίμμια τους οἰκοδομοῦν ἕνα μνημεῖο μιᾶς γλυκειᾶς ὑποχωρήσεως»12; Συμπτωματικὴ ἢ μή, ἡ «ἀποδομητική» τους δρᾶσις εἶναι ἀδύνατον νὰ μὴ θυμίση τὸν U. Müller, ὁ ὁποῖος θέτοντας τὸ θέμα στὴν εὐρύτερη βάσι του ἔγραφε ὅτι: «Γενικὰ μπορεῖ νὰ δημιουργηθῆ ἡ ἐντύπωσις ὅτι ὁ τύπος, ὡς πρακτορεῖο δημοσίων σχέσεων, κινεῖται ἀπὸ συνωμότες καταστροφεῖς»13.
Θὰ πρέπει, συνεπῶς, νὰ ἀναρωτηθοῦμε καὶ ἴσως καὶ νὰ ρωτήσουμε τοὺς Ἰνστρούχτορες τῆς Νέας Ἐποχῆς μήπως προϋπόθεσις γιὰ τὸ πολυθρύλητο «Τέλος τῆς Ἱστορίας» εἶναι τὸ Τέλος τοῦ Ἀνθρώπου!
1. «Τὸ νὰ λαμβάνη κανεὶς μίαν ἀπόφασιν ἰσοδυναμεῖ μὲ τὸ νὰ κρίνη διὰ τοῦ λογισμοῦ», Ἀριστοτέλους, Ἠθ. Νικ. 11-13 α΄ 12.
2. Ἡ νέα τάξη στὴν πληροφορική, Μῖσος γιὰ τὴν σκέψι, Denis Duclos, κοινωνιολόγου καὶ διευθυντοῦ ἐρευνῶν στὸ Ἐθνικὸ Κέντρο Ἐπιστημονικῆς Ἔρευνας (CNRS), ἐφημ. ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ (Le Monde Diplomatiquel, 21. 2. 1999, σελ. 38 καὶ ἔπ. Καὶ «Essal de psychologie contemporaine, I. Un nouvel age de la personnalite» (Δοκίμιο σύγχρονης Ψυχολογίας, Μία νέα ἐποχὴ τῆς προσωπικότητας), Le Debal, Μαρσὲλ Γκοσέ, Ἰούνιος 1998.
3. Ἀπὸ τὸ λατινικὸ οὐσιαστικὸ «instructio», ποὺ σημαίνει «ἐκπαίδευσις».
4. ΝΕΟΣΑΤΑΝΙΣΜΟΣ, Ὀρθόδοξη Θεώρηση καὶ Ἀντιμετώπιση, μακαριστοῦ π. Α. Ἀλεβιζοπούλου, Ἐκδ. ΔΙΑΛΟΓΟΣ, Ἀθήνα 1996, σελ. 49, 63.
5. Ἀποκρυφισμός, Γκουρουϊσμός, «Νέα Ἐποχή», μακαριστοῦ π. Α. Ἀλεβιζοπούλου, Ἔκδ. Ἱερᾶς Μητροπόλεως Νικοπόλεως, Πρέβεζα 1990, σελ. 102.
6. Βλ. Νέα Ἐποχὴ καὶ «Νέα» Τηλεόραση, μέρος Α' καὶ Β', περιοδικὸ ΔΙΑΛΟΓΟΣ, τεύχ. 29 & 30.
7. Λατρεῖες καὶ Θρησκεῖες τῆς Νέας Ἐποχῆς , Texe, Marrs, ἐκδ. ΣΤΕΡΕΩΜΑ, Ἐγνατίας 108, (Book of Ney Age Cults and Religions, σελ. 243).
8. Οἱ Δαιμονισμένοι, Τ. Μ. Ντοστογιέφσκι, Κεφ. 7, Οἱ Σύντροφοι, σελ. 319, μετάφραση Σωτ. Πατατζῆ, Διεθνεῖς Ἐκδόσεις.
9. Ἀποκρυφισμός, Γκουρουϊσμός, «Νέα Ἐποχή», μακαριστοῦ π. Α. Ἀλεβιζοπούλου, Ἔκδ. Ἱερᾶς Μητροπόλεως Νικοπόλεως, Πρέβεζα 1990, σελ. 98.
10. The Keys of This Blood (Τὰ Κλειδιὰ Αὐτοῦ τοῦ Αἵματος), Martin Malachi, κεφ. 13°, Ἀντόνιο Γκράμσι: Τὸ Πνεῦμα ποὺ στοιχειώνει ἢ Ἀνατολὴ καὶ Δύση, ἐκδ. Touchstone, 1990, σελ. 247.
11. Ἔνθ. ἀνωτ. σελ. 251.
12. Νεοσατανισμός. Ὀρθόδοξη Θεώρηση καὶ Ἀντιμετώπιση, μακαριστοῦ π. Α. Ἀλεβιζοπούλου, ἐκδ. Διάλογος, Ἀθήνα 1996, σελ. 147.
13. Ἔνθ. ἀνωτ. σελ. 87 (Das Leben und Wirken der Satanisten. Eine Dokumentation, Regensburg 1989, σελ. 93-94).
Πηγή: www.egolpio.com/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου