τοῦ Σαράντου Καργάκου
Τὰ «μήντια» –μὲ ἐλάχιστες ἐξαιρέσεις– εἶναι παιδιὰ τοῦ Γκαῖμπελς. Οἱ δερβίσηδες καὶ τῶν τριῶν φύλων ποὺ «ἱερουργοῦν» σ’ αὐτὰ εἶναι παιδιὰ τῆς βίας, τοῦ μηδενισμοῦ, τοῦ ἀσύστολου ὀπουρτουνισμοῦ καὶ τοῦ ἀσυμμάζευτου ἀμοραλισμοῦ. Εἶναι οἱ Μεγάλοι Παιδαγωγοὶ τῶν παιδιῶν καὶ τῶν ἐγγονῶν μας. Μὲ τοὺς αἰώνια ἴδιους καλεσμένους, τοὺς δεκαετίες τώρα, προωθοῦν πρὸς τὴν νεολαία κατὰ πρῶτον τὴν ἀποβλάκωσι καὶ κατὰ δεύτερον, στὸ πιὸ δυναμικὸ κομμάτι της, τὸν ἀναρχισμό, τὸν καταστροφισμό, τὴν ἀνομία, τὴν ἐλεεινολογία, καὶ τὴν ἐλεεινοπραξία. Αὐτοὶ ποὺ ξεκίνησαν κάποτε ἀπὸ σημαιοκαῦστες καὶ κομματικοὶ γκάνγκστερς, ἐρευνοῦν τώρα τάχα γιὰ τὰ αἴτια τοῦ κακοῦ, γιὰ τὰ αἴτια τῆς νεανικῆς ἀναταραχῆς.
Θὰ συμβάλω κι ἐγὼ στὴν ἔρευνά τους μ’ ἕναν μῦθο ποὺ θὰ πῶ – κάποτε πολὺ γνωστό. Ὅταν μπῆκαν οἱ Γερμανοὶ στὸ Παρίσι, ὁ Πικάσο δὲν εἶχε τελειώσει τὴν περίφημη «Γκερνίκα», γιὰ νὰ τὴν παραδώση στὴν δημοκρατικὴ κυβέρνησι τῆς Μαδρίτης ποὺ τοῦ εἶχε δώσει τὴν παραγγελία. Ἡ «Γκερνίκα» τελείωσε ἐκεῖνον τὸν θλιβερὸ καιρό, ἀλλὰ τὸ τέλειωμά της σὲ λίγους ἔμπιστους ἦταν γνωστό. Κάποιοι ἀντιστασιακοί –μὲ τὴν ἄδεια τοῦ Πικάσο –φωτογράφισαν τὸν πίνακα, τὸν ἔκαναν ἀφίσα ἀντιστασιακὴ καὶ μετὰ «φέϊγ βολάν». Αὐτὸ συγκλόνισε τοὺς Γερμανοὺς ποὺ ἔψαχναν νὰ βροῦν τὸν ἄγνωστο ζωγράφο.
Ὁ Γερμανὸς διοικητὴς τοῦ Παρισιοῦ «τὸ ἔπαιζε» καὶ φιλότεχνος. Ζήτησε κάποτε νὰ ἐπισκεφθῆ καὶ τὸν Πικάσο στὸ ἐργαστῆρι του. Ὁ μεγάλος καλλιτέχνης –nolens, volens– τὸ ἐπέτρεψε. Ὑποδέχθηκε τὸν Γερμανὸ στρατηγὸ τυπικὰ ψυχρὸς καὶ τὸν ξενάγησε στὸν χῶρο τῆς δουλειᾶς του. Ἀλλ’ ὅταν ὁ Γερμανὸς εἶδε σ’ ἕναν ἀπέραντο τοῖχο τὴν «Γκερνίκα» ἔπεσε ἀπὸ τὰ σύννεφα καὶ εἶπε στὸν Πικάσο:
-Ἐσεῖς τὸ κάνατε αὐτό;
Κι ὁ Πικάσο ψυχρὰ καὶ πικρά:
-Ὄχι, ἐσεῖς…
Θὰ συμβάλω κι ἐγὼ στὴν ἔρευνά τους μ’ ἕναν μῦθο ποὺ θὰ πῶ – κάποτε πολὺ γνωστό. Ὅταν μπῆκαν οἱ Γερμανοὶ στὸ Παρίσι, ὁ Πικάσο δὲν εἶχε τελειώσει τὴν περίφημη «Γκερνίκα», γιὰ νὰ τὴν παραδώση στὴν δημοκρατικὴ κυβέρνησι τῆς Μαδρίτης ποὺ τοῦ εἶχε δώσει τὴν παραγγελία. Ἡ «Γκερνίκα» τελείωσε ἐκεῖνον τὸν θλιβερὸ καιρό, ἀλλὰ τὸ τέλειωμά της σὲ λίγους ἔμπιστους ἦταν γνωστό. Κάποιοι ἀντιστασιακοί –μὲ τὴν ἄδεια τοῦ Πικάσο –φωτογράφισαν τὸν πίνακα, τὸν ἔκαναν ἀφίσα ἀντιστασιακὴ καὶ μετὰ «φέϊγ βολάν». Αὐτὸ συγκλόνισε τοὺς Γερμανοὺς ποὺ ἔψαχναν νὰ βροῦν τὸν ἄγνωστο ζωγράφο.
Ὁ Γερμανὸς διοικητὴς τοῦ Παρισιοῦ «τὸ ἔπαιζε» καὶ φιλότεχνος. Ζήτησε κάποτε νὰ ἐπισκεφθῆ καὶ τὸν Πικάσο στὸ ἐργαστῆρι του. Ὁ μεγάλος καλλιτέχνης –nolens, volens– τὸ ἐπέτρεψε. Ὑποδέχθηκε τὸν Γερμανὸ στρατηγὸ τυπικὰ ψυχρὸς καὶ τὸν ξενάγησε στὸν χῶρο τῆς δουλειᾶς του. Ἀλλ’ ὅταν ὁ Γερμανὸς εἶδε σ’ ἕναν ἀπέραντο τοῖχο τὴν «Γκερνίκα» ἔπεσε ἀπὸ τὰ σύννεφα καὶ εἶπε στὸν Πικάσο:
-Ἐσεῖς τὸ κάνατε αὐτό;
Κι ὁ Πικάσο ψυχρὰ καὶ πικρά:
-Ὄχι, ἐσεῖς…
Κύριοι μεγαλοδημοσιογράφοι, ἂν ψάχνετε φταῖχτες, τολμήσατε νὰ κοιτάξετε τὸν καθρέφτη σας. Σᾶς περιμένει ἕνα πορτραῖτο τοῦ Ντόριαν Γκρέϋ. Ἔτσι τελειώνει τὸ τελευταῖο μου βιβλίο «Ἑλληνικὴ παιδεία: ἕνας νεκρὸς μὲ …μέλλον». Ὁ θάνατος τῆς παιδείας εἶναι «ζωὴ σὲ λόγου σας»!
Πολύ ωραίο άρθρο. Συγχαρητήρια!
ΑπάντησηΔιαγραφή